O υγιεινός τρόπος ζωής μειώνει τον κίνδυνο εμφάνισης καρκίνου
Με μειωμένο κίνδυνο εμφάνισης καρκίνων που σχετίζονται με το υπερβολικό βάρος, τη διατροφή και το κάπνισμα σε διάστημα πάνω από 25 χρόνια συνδέθηκε ένα 5ετές συμβουλευτικό πρόγραμμα για τον υγιεινό τρόπο ζωής σε ενήλικες άνδρες.
Όπως αναφέρθηκε στην ιατρική έκδοση της «Journal of Internal Medicine», η παρέμβαση δεν μείωσε τον συνολικό κίνδυνο καρκίνου πολύ μακροπρόθεσμα.
Η μελέτη αποτελεί 43ετή παρακολούθηση της Oslo diet and antismoking study, η οποία προσέλαβε άνδρες με υψηλό κίνδυνο καρδιαγγειακής νόσου το 1972-73.
Συνολικά συμπεριλήφθηκαν 595 άνδρες στην παρέμβαση και 621 στην ομάδα ελέγχου. Με τη μέση ηλικία ένταξης τα 45 έτη, 588 (48,4%) άτομα ήταν υπέρβαρα (ΒΜΙ> 25 kg m-2) και 925 (76,1%) τρέχοντες καπνιστές.
Η παρέμβαση δεν μείωσε τον κίνδυνο εμφάνισης καρκίνου μετά από 43 χρόνια όμως, κατά τα πρώτα 25 χρόνια παρακολούθησης, μεταξύ των 1088 (89,5%) ανδρών που ήταν υπέρβαροι / παχύσαρκοι ή / και καπνιστές, η παρέμβαση μείωσε τη συχνότητα εμφάνισης των μορφών καρκίνου που σχετίζονται με το κάπνισμα, τον ΔΜΣ ή τη δίαιτα (συμπεριλαμβανομένου του καρκίνου του αναπνευστικού συστήματος , πεπτικού και ουρολογικού). Επίσης, όπως ανέφεραν οι ερευνητές, η παρέμβαση δεν είχε σημαντική επίδραση στη συχνότητα θνησιμότητας μετά τα 25 έτη.
Να σημειωθεί ωστόσο, ότι και προηγούμενη έρευνα είχε αποκαλύψει ότι η συμβουλευτική παρέμβαση έχει σαφές όφελος ως προς τη μείωση του κινδύνου καρδιαγγειακών παθήσεων σε αυτή την κατηγορία ανδρών.
Μέχρι στιγμής όμως, τα στοιχεία για τις επιδράσεις των επεμβάσεων στο τρόπο ζωής έναντι του καρκίνου είναι περιορισμένα, αλλά αυτή η Νορβηγική μελέτη, όπως λένε οι επιστήμονες, έδειξε ότι οι συμβουλές για έναν φιλικό προς την καρδιά τρόπο ζωής θα μπορούσαν να αποτρέψουν ορισμένους καρκίνους μακροπρόθεσμα.
«Η μελέτη αυτή έδειξε ότι οι αλλαγές στην υγιεινή διατροφή και η διακοπή του καπνίσματος στη ζωή των ενηλίκων θα μειώσουν τον κίνδυνο εμφάνισης ορισμένων μορφών καρκίνου που σχετίζονται με τον τρόπο ζωής και οι οποίες αυξάνονται στον πληθυσμό», δήλωσε η πρώτη συγγραφέας της μελέτης, Dr. Paula Berstad, από Μητρώο Καρκίνου της Νορβηγίας.