Το πρώτο ψηφιακό χάπι ελέγχεται μέσω Bluetooth
Η πρώτη ηλεκτρονική κάψουλα, η οποία καταπίνεται όπως ένα συνηθισμένο χάπι και ελέγχεται από μια εφαρμογή στο κινητό, μπορεί να κάνει διαγνώσεις, να μεταφέρει φάρμακα, ακόμα και να «επικοινωνήσει» με άλλες ιατρικές συσκευές.
Το ηλεκτρονικό χάπι, που παράγεται από τρισδιάστατο εκτυπωτή και παραμένει στο στομάχι για διάστημα τουλάχιστον ενός μηνός (προτού διασπασθεί σε μικρότερα κομμάτια και αποβληθεί μέσω της πεπτικής οδού), μπορεί να αξιοποιηθεί για τη φαρμακευτική θεραπεία διαφόρων παθήσεων, ιδίως εκείνων που απαιτούν μακροχρόνια χορήγηση φαρμάκων. Επίσης είναι δυνατό να διαγνώσει λοιμώξεις, αλλεργίες και άλλες διαταραχές και στη συνέχεια να απελευθερώσει κάποιο φάρμακο (αντιβιοτικό, αντισταμινικό κ.α.).
Οι ερευνητές, με επικεφαλής τον Ρόμπερτ Λάνγκερ του Πανεπιστημίου ΜΙΤ, που έκαναν τη σχετική δημοσίευση στο περιοδικό "Advanced Materials Technologies", ανέφεραν ότι η κάψουλα είναι δυνατό να επικοινωνήσει ασύρματα και με άλλες ιατρικές συσκευές, τις οποίες ο ασθενής είτε φοράει, είτε έχουν εμφυτευθεί σε αυτόν.
Η τεχνολογία ηλεκτρονικών αισθητήρων και χαπιών που καταπίνονται, αποτελεί ένα συνεχώς αναπτυσσόμενο πεδίο διεθνώς. Η νέα κάψουλα περιέχει τμήματα από μαλακά και σκληρά πολυμερή υλικά, μέσα στα οποία είναι δυνατό να αποθηκευθούν φάρμακα, τα οποία απελευθερώνονται σταδιακά σε βάθος χρόνου, μετά τις εντολές που δίνονται μέσω της σύνδεσης Bluetooth.
Περιέχει, επίσης, αισθητήρες που συνεχώς παρακολουθούν το γαστρικό περιβάλλον, τη θερμοκρασία και άλλα στοιχεία, τα οποία αμέσως αποστέλλουν ασύρματα στο κινητό τηλέφωνο. Η περιορισμένης εμβέλειας σύνδεση μέσω Bluetooth (και όχι μέσω Wi-Fi) έγινε σκόπιμα, ώστε να υπάρξει αυξημένη κυβερνο-ασφάλεια της συσκευής στο χώρο του χρήστη και να αποτραπεί η υποκλοπή του σήματος με τις ιατρικές πληροφορίες για τον ασθενή.
Η συσκευή τροφοδοτείται με ενέργεια από μια μικρή μπαταρία, αλλά ήδη διερευνώνται εναλλακτικές ενεργειακές πηγές, όπως μια μικροσκοπική εξωτερική κεραία ή ακόμη και τα οξέα του στομάχου. Προς το παρόν η κάψουλα έχει δοκιμασθεί σε χοίρους και σε περίπου δύο χρόνια αναμένεται να αρχίσουν δοκιμές σε ανθρώπους. Ήδη οι ερευνητές έχουν δημιουργήσει μια εταιρεία για την ανάπτυξη της νέας ιατρικής τεχνολογίας σε ασθενείς.