Αυτοψία της Μενδώνη στο Εθνικό Μουσείο Σύγχρονης Τέχνης
Η υπουργός Πολιτισμού και Αθλητισμού κα Λίνα Μενδώνη προέβη σήμερα σε αυτοψία στο Εθνικό Μουσείο Σύγχρονης Τέχνης (ΕΜΣΤ), παρουσία του γενικού γραμματέα Σύγχρονου Πολιτισμού κ. Νικόλα Γιατρομανωλάκη.
Το Μουσείο- που στεγάζεται στο πρώην εργοστάσιο Ζυθοποιίας Φιξ- είχε παραληφθεί ως κτηριακή υποδομή τον Φεβρουάριο 2014. Έκτοτε πολλές φορές εξαγγέλθηκαν τα εγκαίνιά του, τα οποία όμως αναβάλλονταν συνεχώς. Σήμερα, παραμένει κλειστό.
Να σημειωθεί ότι το ΥΠΠΟΑ έχει διαθέσει περισσότερα από 40 εκατομμύρια ευρώ για την ανακατασκευή του χώρου, ενώ τρία εκατομμύρια ευρώ πρόσφερε ως δωρεά το Ίδρυμα Σταύρος Νιάρχος, τον Ιούλιο 2018, για τον εξοπλισμό του Μουσείου και την εφαρμογή των εγκεκριμένων μελετών προκειμένου να εκτίθεται η μόνιμη συλλογή. Η μουσειολογική μελέτη η οποία εφαρμόζεται έχει εκπονηθεί από την τέως διευθύντρια του ΕΜΣΤ, κα Κατερίνα Κοσκινά.
Η μεταβατική διοίκηση του ΕΜΣΤ, κ. Δημήτρης Αντωνακάκης και κ. Συραγώ Τσιάρα, παρουσίασε στην υπουργό τα προβλήματα τα οποία αντιμετωπίζει, εστιάζοντας στην παντελή έλλειψη συντονισμού ως βασική αιτία των καθυστερήσεων. Η υπουργός ανέθεσε τον συντονισμό στο γενικό γραμματέα Σύγχρονου Πολιτισμού, για την άμεση επίλυση ζητημάτων και την επίσπευση διαδικασιών και το Μουσείο να ανοίξει τις πύλες του πλήρες ως το τέλος του Φεβρουαρίου 2020.
Το ΕΜΣΤ θα πρέπει να αποτελέσει ζωντανό κύτταρο όχι μόνο του σύγχρονου πολιτισμού αλλά και ολόκληρης της Αθήνας. Ένα σημείο συνάντησης, ένα πεδίο μάθησης, ένας κοινός τόπος μεταξύ των καλλιτεχνών και των πολιτών. Όταν θα ανοίξει τις πόρτες του θα πρέπει να είναι ένας φιλόξενος χώρος που θα σφύζει από ζωή και δημιουργικότητα, και που θα αγκαλιάζει όλες τις κοινωνικές ομάδες και όλες τις ηλικίες, αλλά και ένα μουσείο το οποίο επάξια θα έχει τον τίτλο του εθνικού Μουσείου σύγχρονης τέχνης μιας ευρωπαϊκής χώρας, και το οποίο θα διαδραματίζει τον εκπαιδευτικό, ερευνητικό, ψυχαγωγικό, κοινωνικό και αναπτυξιακό ρόλο που πρέπει να επιτελεί ένα Μουσείο σήμερα.
Αυτή τη στιγμή έχει προχωρήσει, σε μεγάλο βαθμό, η εφαρμογή της μουσειολογικής μελέτης. Ένα μέρος της συλλογής έχει ήδη εγκατασταθεί ενώ εκκρεμούν οι εργασίες φωτισμού και της οργάνωσης των χώρων υποδοχής και εξυπηρέτησης των επισκεπτών, οι χώροι εστίασης, το πωλητήριο, αλλά και μια σειρά από διοικητικά και οργανωτικά ζητήματα.