Ευχολόγια από τον Τσίπρα για τη Συνταγματική Αναθεώρηση
Με ένα κλισέ αφήγημα περί «ενίσχυσης της δημοκρατίας» θέλησε να τοποθετηθεί ο Αλέξης Τσίπρας στην ομιλία του για τη Συνταγματική Αναθεώρηση στην Ολομέλεια της Βουλής.
Ο πρωθυπουργός απάντησε στις κατηγορίες που του απήθυνε νωρίτερα ο Κυριάκος Μητσοτάκης, λέγοντας πως «δεν είναι η πρώτη φορά που συζητάμε για τη Συνταγματική Αναθεώρηση, δεν υπάρχει προηγούμενο αναθεωρητικής διαδικασίας που να έχουμε συζητήσει τόσες φορές και θεωρώ άδικη την κατηγορία ότι είναι διαδικασία που γίνεται στο πόδι και στο άψε σβήσε».
Στη συνέχεια, ο κ. Τσίπρας ανέφερε πως ο ΣΥΡΙΖΑ αντιμετώπισε τη διαδικασία της συνταγματικής αναθεώρησης, που με πρωτοβουλία της Κοινοβουλευτικής Ομάδας του εκκίνησε, ως «κορυφαία κοινοβουλευτική διαδικασία» και τόνισε ότι το πολιτικό σύστημα που κυβέρνησε επί 40 χρόνια είχε πολλές ευκαιρίες να προχωρήσει σε συνταγματικές μεταρρυθμίσεις και δεν το τόλμησε.
Σημείωσε ότι για την κυβέρνηση λοιπόν είναι κορυφαία κοινοβουλευτική διαδικασία σε αντίθεση δυστυχώς με άλλους «που επέλεξαν να παίξουν φτηνά αντιπολιτευτικά παιχνίδια με το Σύνταγμα. Προσπάθησαν να υπονομεύσουν, να σνομπάρουν τη διαδικασία της αναθεώρησης, να δημιουργήσουν προσκόμματα εν αντιθέσει, με την κυβέρνηση που εκτίμησε ότι είναι εξαιρετικά κρίσιμη διαδικασία τώρα που η χώρα μας εξέρχεται από αυτή τη δραματική εμπειρία των μνημονίων, απ΄ αυτή την ιδιότυπη κατάσταση εξαίρεσης που της επιβλήθηκε μετά την χρεοκοπία του 2010. Μια κατάσταση στην οποία οι τίτλοι τέλους γράφτηκαν οριστικά τον Αύγουστο του 2018», σημείωσε.
Ο πρωθυπουργός είπε ότι «με τη δυνατότητα πλέον αναστοχασμού και ανάλυσης πάνω στο έδαφος των ερωτημάτων που για το πολιτικό σύστημα, τον κοινοβουλευτισμό, την προστασία των κοινωνικών δικαιωμάτων, οι λαϊκές κινητοποιήσεις αλλά και η παγκόσμια οικονομική και θεσμική αρχιτεκτονική, προτείνονται οι μεταρρυθμίσεις που θα θωρακίζουν τον κοινοβουλευτισμό, θα ενισχύουν την λαϊκή παρέμβαση, θα κατοχυρώνουν αυστηρότερη προστασία των κοινωνικών δικαιωμάτων. Αλλά και μεταρρυθμίσεις, όπως είπε, που είτε επιλύουν ιστορικές εκκρεμότητες όπως το θέμα του εξορθολογισμού των σχέσεων Εκκλησίας και κράτους είτε θεραπεύουν θεσμικά εξαμβλώματα, όπως ο νόμος για τη προστασία των υπουργών».
Ο κ. Τσίπρας ανέφερε ότι στη νέα φάση που έχει μπει η παγκόσμια οικονομία αλλά και το θεσμικό οικοδόμημα της ΕΕ και της ευρωζώνης και τις διαρκείς πιέσεις που δέχεται από πολλαπλά κέντρα ο κοινοβουλευτισμός αλλά και η δημοκρατική αρχή, «το Κοινοβούλιο χρειάζεται να ενισχυθεί παράλληλα με την ενίσχυση της δημοκρατικά εκλεγμένης κυβέρνησης, ώστε και οι δύο αυτοί θεσμοί να μπορούν να αντιπαρέλθουν αποτελεσματικά πιέσεις που ενίοτε φτάνουν στα όρια του εκβιασμού».
Σημείωσε ότι σε αυτό αποσκοπούν οι ρυθμίσεις που θέλουν να εγγυηθούν έναν ομαλό πολιτικό κύκλο, έναν πολιτικό κύκλο τετραετίας και από την άλλη να εξισορροπήσουν αυτή την νέα συνθήκη μέσω ενός μηχανισμού εσωτερικού στον κοινοβουλευτισμό που δεν είναι άλλος από το αναλογικό εκλογικό σύστημα. Πρόσθεσε ότι «η πρόταση μας δεν μιλά για συγκεκριμένο εκλογικό σύστημα, αλλά για ένα μοντέλο με την πιθανότητα να υπάρχει μια απόκλιση από την απλή "απλή αναλογική", αλλά ένα μοντέλο αντιπροσωπευτικότητας της ψήφου».
Την πρόταση αυτή δεν πρέπει να τη δει κανείς ξεκομμένη αλλά σε ένα πλέγμα προτάσεων, και ειδικότερα που περιλαμβάνει τις προτάσεις για την αποσύνδεση της εκλογής του Προέδρου της Δημοκρατίας από την διάλυση της Βουλής, η εποικοδομητική ψήφος δυσπιστίας, η υποχρέωση ο πρωθυπουργός να είναι υποχρεωτικά εκλεγμένο μέλος του Κοινοβουλίου και η κατοχύρωση του αναλογικού εκλογικού συστήματος «λειτουργούν ως σύνολο, ως αλληλοσυμπληρούμενες ρήτρες που λειτουργούν προς την ίδια κατεύθυνση: Την ενίσχυση της αρχής της λαϊκής κυριαρχίας και την προστασία των δημοκρατικών θεσμών από εξωγενείς παρεμβάσεις».
Το αποτέλεσμα μιας τέτοιας μεταρρύθμισης είναι ξεκάθαρο σε όλους: «Μια ισχυρή κυβέρνηση, με εγγυημένο τον τετραετή πολιτικό κύκλο. Αλλά την ίδια στιγμή ένα Κοινοβούλιο που δεν θα είναι διακοσμητικό αλλά θα μπορεί να επηρεάζει καθοριστικά την κυβερνητική πολιτική μέσω της καθιέρωσης του αναλογικού εκλογικού συστήματος. Ένα σύστημα θεσμών που θα λειτουργεί δηλαδή ως μηχανισμός εξισορρόπησης και ελέγχου πιθανών κυβερνητικών αυθαιρεσιών».
«Η αλήθεια είναι ότι το σημερινό Σύνταγμα προβλέπει την τελευταία δυνατότητα με την προσθήκη όμως μιας διόλου ασήμαντης λεπτομέρειας», όπως σχολίασε. Δηλαδή, όπως είπε, «ότι η απλή πλειοψηφία 151 αρκεί μόνο εφόσον δεν έχουν τελεσφορήσει τρεις διαδοχικές ψηφοφορίες που απαιτούν αυξημένη πλειοψηφία (200, 200 και 180 ψήφων), στη συνέχεια έχει διαλυθεί η Βουλή, έχει εκλεγεί νέα, άρα έχουμε μεσολάβηση εκλογών, ενώ στη συνέχεια και πάλι επιχειρείται να συγκεντρωθεί αυξημένη πλειοψηφία κατά την πρώτη ψηφοφορία 180 βουλευτών και αν και εκεί δεν εκλεγεί πάμε σε απλή πλειοψηφία».
Ο πρωθυπουργός παρατήρησε ότι «η διάλυση της Βουλής και η μεσολάβηση εκλογών δεν είναι μια τυχαία λεπτομέρεια. Είναι ο τρόπος που επιλέγει ο συνταγματικός νομοθέτης προκειμένου -ας μου επιτραπεί η έκφραση - να "εκβιάσει" αν θέλετε τη συναίνεση των πολιτικών δυνάμεων για το πρόσωπο του ΠτΔ επειδή ακριβώς αυτός είναι ο επικεφαλής της Ελληνικής Δημοκρατίας και ρυθμιστής του πολιτεύματος».
Μιλώντας για την εκλογή Προέδρου της Δημοκρατίας, ο κ. Τσίπρας ανέφερε ότι «είναι κρίσιμο θέμα συζήτησης ήταν ο τρόπος εκλογής ΠτΔ. Κεντρικό ερώτημα ήταν αν πρέπει ως ύστατο καταφύγιο να προσφεύγουμε στη λαϊκή ετυμηγορία ή θα εκλέγεται από 151. Το σημερινό σύνταγμα προβλέπει το 2 με μεσολάβηση εκλογών».
Κάνοντας επίθεση στη ΝΔ, ο πρωθυπουργός υποστήριξε πως «πολλοί λένε ότι αυτό είναι διολίσθηση του πολιτικού μας συστήματος σε προεδρική μορφή. Θεωρώ αβάσιμο τον ισχυρισμό, γιατί το σύστημα καθορίζεται από τις αρμοδιότητες του ΠτΔ, που δεν τις αλλάζουμε. Η πρόταση της ΝΔ είναι θεσμικά προβληματική. Ο ΠτΔ δεν πρέπει να είναι απλώς τοποτηρητής της εκάστοτε κυβερνητικής/πολιτικής πλειοψηφίας.
Πιστεύω ότι η πρόταση της ΝΔ πηγάζει από τον μύχιο πόθο αν τυχόν κερδίσει τις επόμενες εκλογές, να μπορεί να εκλέξει ΠτΔ με 151 βουλευτές. Δεν θα τις κερδίσετε» συμπλήρωσε ο κ. Τσίπρας.
Προς το τέλος της ομιλίας του και απαντώντας στα όσα ανέφερε ο Κυριάκος Μητσοτάκης για τις ευρωεκλογές, ο πρωθυπουργός ξόρκισε για μια ακόμα φορά το ενδεχόμενο πρόωρων εκλογών, λέγοντας ότι «επιδιώκουμε η συζήτηση αυτή να μην μείνει σε πεδίο ανταλλαγής τεχνικών απόψεων. Να συνειδητοποιήσουν οι Έλληνες πολίτες ότι εδώ έχουμε τη σύγκρουση δυο διαφορετικών κόσμων και τάσεων μέσα στην ελληνική κοινωνία.
Αυτό θα είναι και το μεγάλο δίλημμα των εκλογικών αναμετρήσεων που έχουμε μπροστά μας, τον Μάιο και τον Οκτώβριο» σημείωσε ο κ. Τσίπρας.
Καταλήγοντας και απευθυνόμενος στον πρόεδρο της ΝΔ, ο πρωθυπουργός τόνισε ότι «ο ελληνικός λαός ήρθε ορμητικά στα πράγματα με τη θέση & στάση που πήρε τα τελευταία χρόνια. Δεν ήρθε κ Μητσοτάκη για να αποχωρήσει. Ο ελληνικός λαός και ο ΣΥΡΙΖΑ ήρθαν για να μείνουν, για να προχωρήσουν σε μεγάλες θεσμικές τομές».