Σε εκλογικό κύκλο εισέρχεται (και) η οικονομία
Όσο κι αν πρόκειται για επικοινωνιακό «σόου», δεδομένου ότι οι δύο κυβερνητικοί εταίροι έχουν συμφωνήσει σε ένα «βελούδινο διαζύγιο», εντούτοις το χθεσινό σόου του Πάνου Καμμένου για τη συμφωνία των Πρεσπών, σηματοδοτεί την έναρξη μίας προεκλογικής περιόδου.
Εκλογικός «συναγερμός» σήμανε στον απόηχο των δηλώσεων του μικρού κυβερνητικού εταίρου ότι αν η συμφωνία για το Σκοπιανό δεν υπερψηφιστεί από 180 βουλευτές, τότε πρέπει να γίνουν εκλογές ή δημοψήφισμα, ώστε αυτή να εγκριθεί από τον ελληνικό λαό.
Η πιθανότητα δημοψηφίσματος απορρίφθηκε από τον πρωθυπουργό κατά την πρόσφατη συνέντευξή του στην ΕΡΤ στις 13 Ιουνίου, με το επιχείρημα ότι η συμφωνία δεν απαιτεί αλλαγή στο ελληνικό Σύνταγμα, αλλά προϋποθέτει συνταγματική αναθεώρηση στα Σκόπια.
Ενδεικτικός της εκλογικής τροχιάς, στην οποία κινείται πλέον και η ελληνική οικονομία, είναι ο… ανύπαρκτος τζίρος στη Λεωφόρο Αθηνών στη συνεδρίαση της περασμένης Τρίτης. Η εγχώρια χρηματιστηριακή αγορά «πάγωσε», με τον όγκο συναλλαγών να θυμίζει «σεφτέ» περιπτέρου.
Ουσιαστικά, η χώρα εισέλθει σε έναν εκλογικό κύκλο, που είναι πλούσιος ( Γενικές εκλογές, Ευρωεκλογές την άνοιξη του 2019, Προεδρικές Εκλογές στις αρχές του 2020).
Σε κάθε περίπτωση, η αβεβαιότητα εντείνεται, την ώρα που ελληνική οικονομία απαιτεί ένα ελάχιστο επίπεδο πολιτικής συναίνεσης.
Άλλωστε, η αγορά ομολόγων, όπως ξέρουν όλοι οι παράγοντες της οικονομίας, είναι σκληρός κριτής.
Παρακολουθεί πολύ στενά, μεταξύ άλλων, και την πολιτική κατάσταση και αμέσως ανεβάζει το κόστος δανεισμού, αν θεωρήσει ότι αυξάνονται οι κίνδυνοι ή αποκλείει εντελώς μία χώρα από τον δανεισμό, όπως συνέβη στην Ελλάδα το 2010.
Στο πλαίσιο αυτό, μία χώρα που βγαίνει από το μνημόνιο με τα ομόλογά της να αξιολογούνται χαμηλά στην επενδυτική κατάταξη, όπως θα είναι η Ελλάδα τον Αύγουστο του 2018, θα διατρέχει για αρκετό καιρό τον κίνδυνο να πάει κάτι στραβά στη σχέση της με την αγορά ομολόγων.
Την ίδια ώρα, στην Αθήνα η κυβέρνηση δεν υπαινίσσεται απλώς, αλλά αναδεικνύει επισήμως το σχεδιασμό των ελαφρύνσεων, «πατώντας» πάνω στα εκτιμώμενα υπερπλεονάσματα των επόμενων ετών. Με «φόντο» τις σχετικές προβλέψεις του Μεσοπρόθεσμου, ο υπουργός Οικονομικών έκανε λόγο για μελέτη φοροελαφρύνσεων ύψους 700 εκατ. Ευρώ για το 2019, ενώ ο Αλέξης Τσίπρας μιλώντας στο Bloomberg επιβεβαίωσε επί της ουσίας την πρόθεση της κυβέρνησης να διαπραγματευθεί με τους δανειστές το Φθινόπωρο τις ψηφισμένες περικοπές των συντάξεων από 1/1/2019. Με δεδομένο, πάντως, ότι το δημοσιονομικό αποτέλεσμα διαμορφώνεται στα περίπου 2,5 δις. ευρώ, η σχετική διαπραγμάτευση έχει πολύ υψηλό δείκτη δυσκολίας, πόσο μάλλον ενώ το μέτρο δεν θεωρείται μόνο δημοσιονομικού αλλά και διαρθρωτικού χαρακτήρα.
Κρίσιμο είναι, πάντως, το ερώτημα, εάν η ρύθμιση του χρέους είναι αρκετή για να βοηθήσει την Ελλάδα να επιστρέψει στις αγορές με διατηρήσιμο ρυθμό. Οι αγορές, τουλάχιστον για την ώρα, δεν είναι πλήρως πεπεισμένες.
Ενώ το cash buffer ύψους 24 δισ. ευρώ μπορεί να καλύψει τις υποχρεώσεις της Ελλάδας για τα επόμενα δύο χρόνια, θα ήταν πολύ καλύτερο να διατηρηθεί ως εγγύηση για την αγορά. Ωστόσο, τα επιτόκια των 10ετών ομολόγων εξακολουθούν να υπερβαίνουν το υψηλό 4%, υποδεικνύοντας ότι οι αγορές, τουλάχιστον για την ώρα, δεν είναι πλήρως πεπεισμένες ότι η χώρα μπορεί να εξυπηρετήσει το χρέος της μεσοπρόθεσμα.