Με το «βλέμμα» στη Βάρνα για την υπόθεση των αξιωματικών
Ακριβώς τέσσερις ημέρες πριν τη συνάντηση μεταξύ των συνηγόρων των δύο Ελλήνων στρατιωτικών και του Τούρκου δικαστή (στις 30 Μαρτίου) στην Ανδριανούπολη, οι ανησυχίες για τις προθέσεις της Άγκυρας γύρω από την κορυφαία υπόθεση της κράτησης των αξιωματικών εντείνονται, με τον Ταγίπ Ερντογάν να «χοντραίνει» το διπλωματικό «παιχνίδι».
Από την πλευρά της, η κυβέρνηση εξακολουθεί να δηλώνει άγνοια για το πότε θα λήξει η περιπέτεια των στρατιωτικών, έτσι ώστε να γυρίσουν στα σπίτια τους και στις οικογένειές τους, ενώ την ίδια στιγμή ο πρωθυπουργός δείχνει να έχει αλλάξει πλέον «ρητορική», αφενός ανεβάζοντας τους τόνους κατά του Τούρκου προέδρου κι αφετέρου ζητώντας από τους Ευρωπαίους αρχηγούς να βάλουν «πλάτη».
Με τη σειρά της η ΕΕ, «ακροβατεί» σε μία λεπτή διπλωματική «γραμμή» όσον αφορά τις σχέσεις της με την Άγκυρα, καθώς την «καίει» το ζήτημα της προσφυγικής κρίσης, η οποία έχει βάλει σε «μπελάδες» πολλούς από τους ηγέτες της. Χαρακτηριστική η πρόσφατη δήλωση αξιωματούχου της Κομισιόν ότι η Τουρκία είναι καλύτερο να αντιμετωπίζεται, ως χώρα «φίλη».
Το που θα γείρει η «ζυγαριά», θα το δούμε στη σημερινή Σύνοδο Κορυφής στη Βάρνα της Βουλγαρίας, αφότου ο Αλέξης Τσίπρας ζήτησε κι έλαβε εγγυήσεις ότι οι Ευρωπαίοι εταίροι μας θα θέσουν το θέμα των στρατιωτικών στον «σουλτάνο». Ζαν Κλόντ Γιούνκερ, Ντόναλντ Τουσκ και Ταγίπ Ερντογάν θα συζητήσουν επί μίας «καυτής» ατζέντας και μάλιστα στον απόηχο ενός «πολέμου» δηλώσεων, με «φόντο» το ανακοινωθέν των συμπερασμάτων της πρόσφατης Συνόδου Κορυφής στις Βρυξέλλες.
Στην καταδίκη των «28» για τις «παράνομες ενέργειες» της Τουρκίας, όπως οι ίδιοι τις χαρακτηρίζουν, στο Αιγαίο και στην Ανατολική Μεσόγειο, καθώς και στη δηλωμένη ανησυχία τους για την κράτηση των δύο Ελλήνων στρατιωτικών σε φυλακές υψίστης ασφαλείας στην Ανδριανούπολη, η Άγκυρα απάντησε «μην παρεμβαίνετε», αψηφώντας τα ηχηρά μηνύματα της ΕΕ για σεβασμό στα κυριαρχικά δικαιώματα Ελλάδας-Κύπρου και προκαλώντας κι ακολουθώντας μία ρητορική επίδειξης ισχύος.
Σαφώς και η πολιτική ηγεσία της Τουρκίας επεδίωξε να ασκήσει πιέσεις ενόψει της συνάντησης κορυφής στη Βάρνα. Της προκλητικής ανακοίνωσης του ΥΠΕΞ της χώρας, με την οποία εγκαλεί για παρεμβατική στάση την ΕΕ, ακολούθησε η έκδοση νέας NAVTEX, με την Άγκυρα να «αποκλείει» το Καστελόριζο και φυσικά ένα συνηθισμένο-πλέον-«παραλήρημα» του Ερντογάν, που απείλησε με αιματοκύλισμα, προκειμένου να οικοδομήσει μία «ισχυρή Τουρκία».
Η Άγκυρα έχει πράγματι ξεφύγει των ορίων, με τον «σουλτάνο» να κλιμακώνει τις λεκτικές αντιπαραθέσεις κατά… πάντων, βρισκόμενος αντιμέτωπος με μεγάλες δοκιμασίες στο εσωτερικό του πεδίο. Ακόμη πιο προκλητικός, ο βασικός αντίπαλός του, Κεμάλ Κιλιντσάρογλου, αντιπολιτεύεται με «όχημα» την Ελλάδα και 18 νησιά, τα οποία κι έχει «βαφτίσει» ως «τουρκικά». Ο ίδιος ασκεί δριμύτατη κριτική στον Ερντογάν, υποστηρίζοντας πως ο τελευταίος δεν κάνει τίποτα για τα «νησιά που τους ανήκουν», όπως διαμηνύει συχνά πυκνά, ανεβάζοντας την πολιτική κόντρα στα ύψη.
Έτσι, λοιπόν, για τον Τούρκο πρόεδρο η υπόθεση των στρατιωτικών είναι μία «ευκαιρία» για να κάνει «παιχνίδια εξουσίας». Όντας απρόβλεπτος, ωστόσο, κανείς δεν ξέρει, αν οι διαρροές που αφήνουν τα «μέσα του»-η πλειονότητα βρίσκεται υπό τον πλήρη έλεγχό του-ότι στο κινητό του ενός αξιωματικού βρέθηκαν στρατιωτικά σχεδιαγράμματα, αποτελούν για τον Ερντογάν μοχλοί πίεσης ή προμηνύματα ότι το κατηγορητήριο θα διευρυνθεί και τότε θα μιλάμε κι επισήμως με όρους «διπλωματικού επεισοδίου».
«Θα πυροβολήσει τα πόδια του»
Πάντως, ο κ. Τσίπρας σε δηλώσεις του από τις Βρυξέλλες, παραδέχτηκε την άγνοια της κυβέρνησης ως προς το κατηγορητήριο, κάνοντας λόγο για «καχυποψία» και «αμφιβολίες» όσον αφορά τις προθέσεις των Τούρκων, σημειώνοντας πως ελπίζει η Άγκυρα να μην χρησιμοποιήσει το γεγονός υπό τον όρο «ομηρία»!
Μάλιστα, αν και ο ίδιος επεσήμανε πως η Ελλάδα αντιμετωπίζει με «ψυχραιμία» τις τουρκικές προκλήσεις, ωστόσο ανέβασε τους τόνους, επισημαίνοντας πως η χώρα θα υπερασπιστεί τα κυριαρχικά της δικαιώματα υπό την φράση «όποιος πάει να προκαλέσει θερμό επεισόδιο, θα είναι σαν να πυροβολεί τα πόδια του».
«Έχουμε ένα γεγονός, το οποίο θα μπορούσε να έχει λυθεί την ίδια μέρα. Μας προβληματίζει ότι δεν λύθηκε. Έχουμε τη μεταφορά των δύο Ελλήνων στρατιωτικών σε φυλακές υψηλής ασφάλειας και την παραμονή τους εκεί, χωρίς να γνωρίζουμε για ποιο λόγο κατηγορούνται, αυτό από μόνο δημιουργεί αμφιβολίες, καχυποψία. Όσο πιο γρήγορα λυθεί τόσο καλύτερα θα είναι και για την πορεία των χωρών μας τη σχέση καλής γειτονίας που θα' πρεπε να έχουμε», είπε ο ίδιος.
«Εάν σκέφτονται να χρησιμοποιήσουν το γεγονός αυτό με όρους ομηρίας, τότε αυτό θα είχε πολύ αρνητική επίδραση στις ελληνοτουρκικές αλλά και στις ευρωτουρκικές σχέσεις. Θέλω να πιστεύω ότι δεν έχουν κάνει αυτήν την επιλογή», υπογράμμισε ο πρωθυπουργός.
Η στάση του κ. Τσίπρα στη Σύνοδο ήταν… άλλη. Ερχόμενος ένα «βήμα» πιο κοντά με την επικοινωνιακή «γραμμή» του μικρού κυβερνητικού εταίρου, Πάνου Καμμένου, ο ίδιος «έδειξε» και σε κινητοποίηση των εταίρων συμμάχων και των «ευρύτερων ερεισμάτων» για την αποφυλάκιση των στρατιωτικών, «διαγράφοντας» τα περί «διμερούς θέματος»…
Μετά το τηλέφωνο στον Πούτιν
«Ενημέρωσα για την κράτηση των δύο Ελλήνων στρατιωτικών στην Τουρκία. Ζήτησα εγγυήσεις ότι το ζήτημα αυτό θα συζητηθεί στη Σύνοδο της Βάρνας. Με διαβεβαίωσαν ότι οι πρόεδροι Κομισιόν και Ευρωπαϊκού Συμβουλίου θα θέσουν το θέμα αυτό στον Ερντογάν. Μέχρι τώρα προσπαθήσαμε για το συγκεκριμένο θέμα να λυθεί σε διμερές επίπεδο. Παράλληλα, όμως, στηριζόμαστε στην επίσημη και ανοικτή πια στήριξη των εταίρων και συμμάχων μας», δήλωσε ο κ. Τσίπρας, ενώ προηγουμένως είχε προηγηθεί η τηλεφωνική του επικοινωνία με τον Βλαντιμίρ Πούτιν, ο οποίος δεσμεύτηκε πως θα μιλήσει για την υπόθεση των αξιωματικών με τον Ερντογάν σε συνάντηση των δύο ανδρών στις 3 Απριλίου, στο πλαίσιο της Συνόδου του Ανώτατου Συμβουλίου Συνεργασίας Ρωσίας – Τουρκίας.
Δυσανασχετούν στις Βρυξέλλες...
Αποτέλεσμα των εγγυήσεων Πούτιν ήταν η «μετριοπαθής» γραμμή, στην οποία κινήθηκε ο Έλληνας πρωθυπουργός όσον αφορά την ευρωπαϊκή στάση για κυρώσεις σε βάρος της Μόσχας, στον απόηχο της υπόθεσης Σκριπάλ.
Πληροφορίες θέλουν τις Βρυξέλλες να έχουν ενοχληθεί με τη στάση του κ. Τσίπρα, γεγονός που κανείς δεν ξέρει πως μπορεί να επηρεάσει τις ισορροπίες στη Βάρνα.
Ενδεικτικά, μία «γεύση» πίσω από τις κλειστές πόρτες των έντονων συζητήσεων των Ευρωπαίων αρχηγών στη Σύνοδο των Βρυξελλών σχετικά με την καταδίκη της Μόσχας, δίνει δημοσίευμα του Bloomberg.
Το πρακτορείο κάνει λόγο για «αμηχανία» του κ. Τσίπρα μπροστά στην προσπάθεια της Βρετανίδας πρωθυπουργού, Τερέζας Μέι, για τη δημιουργία ενός κοινού «μετώπου» κατά της Ρωσίας.
«Ο Έλληνας πρωθυπουργός Αλέξης Τσίπρας φαινόταν ο πιο αμήχανος. Μίλησε με τον Πούτιν στο τηλέφωνο για μισή ώρα την Πέμπτη και τον συνεχάρη για την επανεκλογή του. Ενας αξιωματούχος είπε ότι υπήρχε καλή χημεία ανάμεσα στους δύο ηγέτες και αποκάλυψε ότι ο Πούτιν κάλεσε τον Τσίπρα να τον επισκεφθεί στο Κρεμλίνο. Κατά τη διάρκεια του δείπνου, ο Ελληνας πρωθυπουργός αμφισβήτησε το αν η σύνοδος των ηγετών ήταν η κατάλληλη συνάντηση για μία έρευνα αυτού του είδους. Ηταν αντίθετος με το να γίνει πιο σκληρή η γλώσσα στα συμπεράσματα της συνόδου και προειδοποίησε ότι η δήλωση της ΕΕ δεν πρέπει να είναι τόσο ισχυρή ώστε να είναι αναπόφευκτες οι κυρώσεις», αναφέρει το δημοσίευμα. Αμφιβολίες είχε και ο Ιταλός πρωθυπουργός Πάολο Τζεντιλόνι, σύμφωνα με κάποιους διπλωμάτες που επικαλείται το Bloomberg, μαζί με τον Αυστριακό καγκελάριο Σεμπάστιαν Κουρτς, ο οποίος ήταν κατά της ανάκλησης πρέσβεων από τη Μόσχα, με το επιχείρημα ότι η Μέι είχε αφήσει εκεί τη βρετανική αντιπροσωπεία. Μετά τη Σύνοδο, ο Τζεντιλόνι είπε σε δημοσιογράφους ότι υιοθέτησε την απόφαση της ΕΕ, αλλά προειδοποίησε κατά μίας κλιμάκωσης ή του τερματισμού του διαλόγου με τη Ρωσία», σημειώνει.