Μάχη χαρακωμάτων Πλεύρη-Ξανθού για τις ελλείψεις στα φάρμακα
Ανακοίνωση εξέδωσε ο υπουργός Υγείας Θάνος Πλεύρης θέλοντας να απαντήσει στον τομεάρχη Υγείας του ΣΥΡΙΖΑ Ανδρέα Ξανθό για τις ελλείψεις φαρμάκων.
Συγκεκριμένα, ο κ. Θάνος Πλεύρης στην ανακοίνωσή του αναφέρει πως «το πρόβλημα της έλλειψης φαρμάκων είναι ένα παγκόσμιο πρόβλημα που οφείλεται στη χαμηλή παραγωγή και έλλειψη πρώτων υλών, που η χώρα μας το αντιμετωπίζει σε μικρότερο βαθμό γιατί έχει εγχώρια παραγωγή, όπως αποδέχεται το σύνολο της ελληνικής και πολυεθνικής φαρμακοβιομηχανίας. Μάλιστα σε αντίθεση με άλλες χώρες η Ελλάδα έχει πλήρη επάρκεια φαρμάκων στα νοσοκομεία και τα φαρμακεία του ΕΟΠΥΥ και οι όποιες ελλείψεις παρουσιάζονται μόνο στα ιδιωτικά φαρμακεία».
Στη συνέχεια ο υπουργός Υγείας επισημαίνει ότι «η εμμονή του ΣΥΡΙΖΑ να κερδίσει μικροκομματικά ακόμη και από ένα πρόβλημα που μαστίζει τις μεγαλύτερες χώρες με τα πιο ακριβά φάρμακα όπως τις ΗΠΑ, τη Γερμανία, την Αγγλία και το σύνολο των χωρών της ΕΕ καταδεικνύει ότι δεν μπορεί να καταλάβει την παγκόσμια διάσταση του θέματος και θεωρεί το πρόβλημα εθνικό και πρόβλημα αποκλειστικά παράλληλων εξαγωγών τη στιγμή που η έλλειψη στην παρούσα φάση αφορά πρωτίστως φάρμακα και δραστικές που δεν εξάγονται, όπως πχ η παρακεταμόλη».
«Το θράσος ωστόσο του κ. Ξανθού να μιλά για συμφέροντα είναι απαράμιλλο τη στιγμή που ο ΣΥΡΙΖΑ και ως κυβέρνηση νομοθέτησε υπέρ των πολυεθνικών συμφερόντων και ως αντιπολίτευση καταψήφισε κάθε μέτρο πίεσης των ακριβών φαρμάκων. Συγκεκριμένα, αφού το 2015 ξέχασε να εκδώσει δελτίο τιμών αποστερώντας από το δημόσιο γύρω στα 100 εκατ. που κερδίζει το κράτος από τις μειώσεις τιμών, εν συνέχεια ικανοποίησε πλήρως το αίτημα της φαρμακοβιομηχανίας οι τιμές στα φάρμακα να καθορίζονται όχι από τον μέσο όρο των χωρών της ΕΕ, αλλά της ευρωζώνης και να υπάρχει κόφτης στην πτώση των τιμών 7%. Με απλά λόγια ο ΣΥΡΙΖΑ έδωσε καλύτερες τιμές στα φάρμακα και ειδικά στα ακριβά φάρμακα», τονίζει ο υπουργός Υγείας επισημαίνοντας πως «ως αντιπολίτευση ο ΣΥΡΙΖΑ δεν στήριξε τις διατάξεις για διαπραγματεύσεις στα φάρμακα από τις οποίες η χώρα μας για το 2022 έκλεισε συμφωνίες 920 εκατ. ευρώ κερδίζοντας εκπτώσεις 450 εκατ. ευρώ.
Δεν στήριξε το να υπάρχει πλαφόν στο claw back στα φθηνά φάρμακα που κατά βάση είναι φάρμακα της εγχώριας παραγωγής και σήμερα παρουσιάζουν έλλειψη λόγω των ακριβών πρώτων υλών και δεν στήριξε να υπάρχει διαφορετικός προϋπολογισμός στα ακριβά φάρμακα και σε όλα τα άλλα φάρμακα, μέτρο που πάλι στηρίζει τα φθηνά φάρμακα που δεν επωμίζονται τις επιβαρύνεις των πολύ ακριβών θεραπειών».
Όσον αφορά στις παράλληλες εξαγωγές στα 4,5 χρόνια που κυβέρνησε δεν πήρε απολύτως κανένα μέτρο και τώρα κατακρίνει τα μέτρα που οδηγούν σε λουκέτο σε όσους παρανομούν, αναφέρει ο κ. Πλεύρης υπογραμμίζοντας πως «σε αντίθεση με την φαρμακευτική πολιτική του ΣΥΡΙΖΑ που υπήρξε πολιτική εξυπηρέτησης συμφερόντων, με πρόσημο τη δημόσια υγεία η κυβέρνηση της ΝΔ διασφαλίζει όλες τις θεραπείες στις καλύτερες τιμές, στηρίζει την εγχώρια παραγωγή και την καινοτομία, παίρνει μέτρα για την κάλυψη των ελλείψεων και λειτουργεί με επίκεντρο τον πολίτη διασφαλίζοντας καθημερινά με μέτρα την επάρκεια φαρμάκων και λαμβάνοντας πρωτοβουλίες για την κοινή αντιμετώπιση σε επίπεδο ΕΕ του παγκόσμιου προβλήματος της έλλειψης φαρμάκων».
Η δήλωση Ξανθού
Νωρίτερα ο τομεάρχης Υγείας του ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ, Ανδρέας Ξανθός έριξε Ευθύνες στην κυβέρνηση για τις ελλείψεις φαρμάκων καθημερινής χρήσης. «Οι προειδοποιήσεις εδώ και πάνω από ένα χρόνο των γιατρών και των φαρμακοποιών, δεν συγκίνησαν κανένα», αναφέρει στην ανακοίνωσή του και προσθέτει: «Η κυβέρνηση Μητσοτάκη ακολουθεί, όπως και στην ενεργειακή και πληθωριστική κρίση, την ίδια αποτυχημένη ‘συνταγή': δεν παρεμβαίνει έγκαιρα και δραστικά στην αγορά, επικαλείται τη διεθνή διάσταση του προβλήματος, και στη συνέχεια, όταν ξεφύγει τελείως η κατάσταση, αναγκάζεται να πάρει αποσπασματικά, ατελή και γι' αυτό αναποτελεσματικά μέτρα, όπως π.χ. η καθυστερημένη και πλημμελής απαγόρευση των παράλληλων εξαγωγών».
Ο κ. Ξανθός υποστηρίζει ότι «δεν είναι ζήτημα διαχειριστικής ανεπάρκειας. Είναι ζήτημα νεοφιλελεύθερης ιδεοληψίας περί της δήθεν δυνατότητας της αγοράς να αυτορυθμίζεται χωρίς ισχυρή κρατική παρέμβαση. Αλλά είναι και ζήτημα επιρροής επιχειρηματικών συμφερόντων στο χώρο των ιδιωτικών φαρμακαποθηκών που κερδοσκοπούν ανεξέλεγκτα και καθ' έξιν, διαθέτοντας στο εξωτερικό σκευάσματα σε πολύ υψηλότερες τιμές, τα οποία βεβαίως στερείται η εγχώρια αγορά».
Αναφέρθηκε στον υπουργό Υγείας, Θάνο Πλεύρη, λέγοντας ότι «επαίρεται ότι έκλεισε 2 φαρμακαποθήκες που αρνήθηκαν τον έλεγχο. Με τις υπόλοιπες φαρμακαποθήκες τι γίνεται; Πότε θα ελεγχθούν; Ποια είναι τα πορίσματα των όποιων ελέγχων έχουν διενεργηθεί; Και το ΙΦΕΤ (η κρατική φαρμακαποθήκη, που οφείλει με εισαγωγές από το εξωτερικό να καλύπτει τις ανάγκες της χώρας με φάρμακα που είναι σε έλλειψη) τι ακριβώς κάνει μπροστά σε μια τέτοια πρωτοφανή ανεπάρκεια βασικών φαρμάκων; Ή μήπως «δεν προλαβαίνει» επειδή ασχολείται και το ίδιο (το ΙΦΕΤ) με παράνομες εξαγωγές φαρμάκων, όπως έχει καταγγελθεί από τον ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ στον Εισαγγελέα;».
Ο κ. Ξανθός κατηγόρησε την κυβέρνηση και το Υπουργείο Υγείας προσωπικά ότι «τα αντανακλαστικά τους είναι τραγικά ανεπαρκή, θέτοντας σε διακινδύνευση την Δημόσια Υγεία». Ακολούθως προτείνει: «Η μόνη δραστική λύση σήμερα είναι η επ' αόριστον απαγόρευση των παράλληλων εξαγωγών σκευασμάτων που είναι σε συστηματική έλλειψη και ο real time έλεγχος των φαρμακαποθηκών από τον ΕΟΦ, η αυστηρή τήρηση της υποχρέωσης των φαρμακευτικών εταιρειών και των φαρμακαποθηκών για αποθέματα τρίμηνης διάρκειας καθώς και η δημιουργία «εθνικού αποθέματος» σε ζωτικής σημασίας φάρμακα όπως τα αντιβιοτικά, τα αναλγητικά, τα αντιφυματικά κλπ». Ο κ. Ξανθός κατέληξε ως εξής: «Η πανδημία απέδειξε ότι η «ελεύθερη αγορά» δεν λειτουργεί σε συνθήκες υγειονομικής κρίσης και ότι η απρόσκοπτη πρόσβαση των ασθενών στα αναγκαία φάρμακα είναι θεμελιώδες κοινωνικό δικαίωμα που η Πολιτεία μπορεί και πρέπει να εξασφαλίζει με ισχυρή κρατική παρέμβαση. Απέναντι στην οποία όμως η κυβέρνηση Μητσοτάκη έχει «αλλεργία». Η αλλαγή πορείας στα πολιτικά πράγματα είναι πλέον ζωτικής σημασίας και για …λόγους Δημόσιας Υγείας!».