Επιστολή Τσίπρα σε Στυλιανίδη για το άρθρο 86 του Συντάγματος
Επιστολή στον Πρόεδρο της Επιτροπής Αναθεώρησης του Συντάγματος έστειλε ο αρχηγός της αξιωματικής αντιπολίτευσης ζητώντας να θωρακιστεί Συνταγματικά ότι το αδίκημα της δωροδοκίας υπουργών να αντιμετωπίζεται «επ' ευκαιρία των υπουργικών καθηκόντων» και όχι «στο πλαίσιό τους», ώστε να μην παραγράφεται στο γνωστό, σύντομο χρονικό διάστημα.
Πιο αναλυτικά, η επιστολή του κ. Τσίπρα έχει ως εξής:
Αξιότιμε κύριε Πρόεδρε,
Καθώς σήμερα ολοκληρώνονται οι διαδικασίες της επιτροπής αναθεώρησης του Συντάγματος θα ήθελα να σας επισημάνω ένα κρίσιμο κατά τη γνώμη μου θέμα και να σας καλέσω να λάβετε σοβαρά υπόψη τα σχετικά νομικά και πολιτικά επιχειρήματα πριν καθορίσετε τη στάση σας κατά την κρίσιμη ψηφοφορία.
Ένα από τα κύρια ζητήματα που τέθηκαν επί τάπητος κατά την αναθεωρητική διαδικασία τόσο στην πρώτη όσο και στη δεύτερη αναθεωρητική Βουλή αφορά στο άρθρο 86 του Συντάγματος σχετικά με την ποινική ευθύνη των Υπουργών.
Η πρόταση της πρώτης αναθεωρητικής (προτείνουσας) Βουλής ήταν: α) κατάργηση του εδαφίου της παραγράφου 3 του άρθρου 86 που τάσσει ασφυκτική αποσβεστική προθεσμία στη Βουλή για την άσκηση δίωξης κατά όσων διετέλεσαν μέλη της Κυβέρνησης ή Υφυπουργοί για ποινικά αδικήματα που τέλεσαν κατά την άσκηση των καθηκόντων τους και β) προσθήκη ερμηνευτικής δήλωσης που διευκρινίζει ότι στα παραπάνω αδικήματα δεν περιλαμβάνονται όσα τελέστηκαν απλώς επ’ ευκαιρία της άσκησης των υπουργικών καθηκόντων.
Η μεν πρόταση τροποποίησης της παραγράφου 3 στην κατεύθυνση του περιορισμού των προνομιακών ρυθμίσεων περί ποινικής ευθύνης Υπουργών με την κατάργηση της σύντομης αποσβεστικής προθεσμίας υπερψηφίστηκε από ευρύτατη πλειοψηφία 253 βουλευτών στην πρώτη αναθεωρητική Βουλή. Ευρεία συναίνεση διαμορφώνεται και στην παρούσα Βουλή, ώστε το πολιτικό σύστημα να εισακούσει ένα πάγιο κοινωνικό αίτημα για ισονομία και κατάργηση της ευνοϊκής ποινικής μεταχείρισης Υπουργών.
Ζήτημα ανακύπτει ωστόσο σε σχέση με την πρόταση για την προσθήκη ερμηνευτικής δήλωσης, η οποία υπερψηφίστηκε από 175 βουλευτές στην πρώτη αναθεωρητική Βουλή, με αποτέλεσμα, για να ενσωματωθεί στο συνταγματικό κείμενο, να απαιτείται η υπερψήφισή της από τουλάχιστον 180 στην τρέχουσα διαδικασία. Ο αριθμός αυτός δεν φαίνεται αυτή τη στιγμή να συγκεντρώνεται, με βάση τις τοποθετήσεις του εισηγητή και των βουλευτών της συμπολίτευσης.
Εμείς θεωρούμε, όπως επισημαίνεται και στην αιτιολογική έκθεση της πρότασής μας, ότι με την προσθήκη ερμηνευτικής δήλωσης απλώς αποσαφηνίζεται κάτι που ήδη προκύπτει ερμηνευτικά από την ισχύουσα ρύθμιση του άρθρου 86. Δεδομένου ότι η ειδική ποινική μεταχείριση των υπουργικών αδικημάτων πρέπει να ερμηνεύεται στενά, ως εξαίρεση από την κοινή δικαιοδοσία, στο άρθρο 86 υπάγονται μόνο τα υπουργικά αδικήματα με τη στενή έννοια του όρου, κι όχι όσα τελούνται απλώς επ’ ευκαιρία της άσκησης υπουργικών καθηκόντων. Γι’ αυτά διευκρινίζεται και επιβεβαιώνεται με την προσθήκη ερμηνευτικής δήλωσης ότι διώκονται κατά την κοινή νομοθεσία, δηλαδή με τον ίδιο τρόπο όπως για όλους τους πολίτες.
Αυτή η απλώς επιβεβαιωτική, από τυπική-νομική άποψη, ερμηνευτική δήλωση έχει μέγιστη σημασία από πολιτική άποψη, καθώς αποτυπώνει τη βούληση του πολιτικού συστήματος να ανακτήσει την αξιοπιστία του, ανταποκρινόμενο σε ένα πάνδημο κοινωνικό αίτημα, στο κοινό περί δικαίου αίσθημα και στη θεμελιώδη αρχή της ισονομίας των πολιτών.
Αντιθέτως, η άρνηση της Βουλής να ενσωματώσει την αυτονόητη αυτή ρήτρα στο συνταγματικό κείμενο θα αποτελέσει, με ευθύνη των βουλευτών της συμπολίτευσης, βαρύ πλήγμα για το πολιτικό σύστημα, καθώς θα εμπεδώσει στην κοινή γνώμη την υπόνοια της διατήρησης αδικαιολόγητων προνομίων για το πολιτικό προσωπικό της χώρας.