Η εμπιστοσύνη των αγορών το ατού του Κυριάκου
Ο πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης σπεύδει να εκμεταλλευτεί το καλό κλίμα στις αγορές για την Ελλάδα, το οποίο θα αποτελέσει και ισχυρό ατού στις διαπραγματεύσεις της κυβέρνησης με τους δανειστές, με στόχο τη μείωση του στόχου των πρωτογενών πλεονασμάτων.
Πώς θα μπορούσαν οι δανειστές να «τραβήξουν το αυτί» μίας νέας κυβέρνησης που τυγχάνει της εμπιστοσύνης των αγορών;
Αυτό το μήνυμα έστειλε χθες από την Κύπρο, μιλώντας σε δημοσιογράφους. «Είναι η πρώτη φορά που οι διεθνείς αγορές δείχνουν τόσο μεγάλη εμπιστοσύνη σε μια κυβέρνηση», είναι η θέση του πρωθυπουργού. Και σε αυτό το πλαίσιο διερωτάται: «Αφού μας εμπιστεύονται οι αγορές, γιατί να μην μας εμπιστευτούν οι εταίροι μας;».
Άλλωστε, οι δηλώσεις αυτές δεν είναι καινούργιες, αλλά έγιναν και προεκλογικά στην γερμανική Handelsblatt: «Είναι η πρώτη φορά που οι διεθνείς αγορές δείχνουν τόσο μεγάλη εμπιστοσύνη σε μια κυβέρνηση. Αφού μας εμπιστεύονται οι αγορές γιατί να μην μας εμπιστευτούν οι εταίροι μας.; Τα συγκεκριμένα πλεονάσματα αποφασίστηκαν σε άλλη οικονομική συγκυρία και με τα επιτόκια δανεισμού υπερδιπλάσια των σημερινών».
Όπως έχει γράψει το «xrimaonline.gr» οι αγορές, προεκλογικά ακόμη, έπαιζαν το σενάριο: Η Νέα Δημοκρατία κερδίζει τις εκλογές με αυτοδυναμία, οπότε ο Μητσοτάκης δεν χρειάζεται να περιορίσει το πρόγραμμά του, κάνοντας συμφωνία με άλλα κόμματα. Ανακοινώνει ένα υπουργικό συμβούλιο με ταλαντούχους ανθρώπους από ολόκληρο το πολιτικό φάσμα, με έμφαση στην υλοποίηση πολιτικών.
Ο νέος πρωθυπουργός ξεμπλοκάρει άμεσα ιδιωτικοποιήσεις και επενδύσεις που είχαν «κολλήσει» επί Τσίπρα. Προχωρά σε πλήρη άρση των capital controls. Εκδίδει 10ετές ομόλογο, με διπλάσια ωρίμανση σε σχέση με αυτό που εξέδωσε η τρέχουσα κυβέρνηση, επιδεικνύοντας ότι οι επενδυτές αγοράζουν το όραμά του.
Μετά από αυτό το θετικό σοκ, ο Μητσοτάκης προσεγγίζει την ευρωζώνη και ζητά χαλάρωση του δημοσιονομικού ζουρλομανδύα που απαιτεί από την Ελλάδα πρωτογενές πλεόνασμα 3,5% του ΑΕΠ κάθε χρόνο.
Ένα σενάριο που στο μεγαλύτερο μέρος του έχει επιβεβαιωθεί μέσα σε λίγες μόλις εβδομάδες διακυβέρνησης της Νέας Δημοκρατίας.
Η Νέα Δημοκρατία έχει υποσχεθεί μειώσεις φόρων και μια ατζέντα με πολιτικές που θα είναι περισσότερο φιλικές προς τις επιχειρήσεις και που μπορεί να προσελκύσουν επιπλέον ξένες επενδύσεις. Το τελευταίο είναι απαραίτητο μέσο χρηματοδότησης για μια μικρή οικονομία που εξακολουθεί να πλήττεται από την περιορισμένη ρευστότητα στο εσωτερικό της. Μία ισχυρότερη ανάκαμψη θα βοηθήσει τη χώρα να πετύχει τους μεταμνημονιακούς στόχους, κυρίως τον στόχο πρωτογενούς πλεονάσματος στο 3,5% του ΑΕΠ.
Ο Μητσοτάκης θα προσπαθήσει να πείσει τους δανειστές ότι η ανάπτυξη θα επιταχυνθεί, οπότε η χώρα θα μπορεί να εξυπηρετήσει το χρέος της -που διαμορφωνόταν στα 340 δισ. ευρώ ή στο 183% του ΑΕΠ στα τέλη του 2018-, με μικρότερα πλεονάσματα. Η χαλάρωση των δημοσιονομικών στόχων βοηθά την Ελλάδα να εμφανίσει αξιόλογη ανάπτυξη.
Η επίτευξη υψηλών ρυθμών ανάπτυξης θα φέρει μεγαλύτερα έσοδα κλείνοντας «τρύπες» στον προϋπολογισμό, θα στηρίξει τη μείωση της φορολογίας και θα πείσει δανειστές και αγορές για τη δυναμική της ελληνικής οικονομίας.
Η ικανότητα της Ελλάδας να επιτύχει υψηλή ανάπτυξη τα επόμενα χρόνια είναι το κλειδί για να καθησυχαστούν οι επενδυτές για τη βιωσιμότητα του ελληνικού χρέους.
Ο Κυριάκος Μητσοτάκης τονίζει ότι ετήσιοι ρυθμοί ανάπτυξης 4% είναι στόχος απολύτως ρεαλιστικός για μια οικονομία που έχασε το ένα τέταρτο της παραγωγής της κατά τα χρόνια της κρίσης.
Για να αυξηθεί η τάση ανάπτυξης, θα πρέπει να υπάρξει μείωση των φόρων εισοδήματος των εταιρειών.
Κάτι που έχει αντιληφθεί ο πρωθυπουργός και επισημαίνει ότι θα μειώσει την εταιρική φορολογία από το 28% που είναι σήμερα σε 20% και ενώ η φορολογία μερισμάτων θα περιοριστεί στο 5% από 10%.