Νέο άνοιγμα Τσίπρα στη σοσιαλδημοκρατία μέσω Τίμερμανς
Εκλογικό «μήνυμα» προς το χώρο της σοσιαλδημοκρατίας σε Ελλάδα και Ευρώπη έστειλε το μεσημέρι της Δευτέρας ο Αλέξης Τσίπρας μετά από τη συνάντηση που είχε στο Μέγαρο Μαξίμου με τον υποψήφιο των σοσιαλιστών για την προεδρία της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, Φρανς Τίμερμανς.
Ο πρωθυπουργός τού ευχήθηκε καλή επιτυχία, τόνισε πως «η άνοδος της ακροδεξιάς δημιουργεί δυσκολίες στο κοινό μας μέλλον» κι αναφέρθηκε στη ρητορική του εθνικισμού και του ρατσισμού που χρησιμοποιούν οι ακραίες δυνάμεις.
«Πρέπει να αποδείξουμε ότι αυτές οι δυνάμεις που παρουσιάζονται ως αντισυστημικές είναι πιο συστημικές από τις συστημικές» δήλωσε ο Αλέξης Τσίπρας. Υπογράμμισε, πάντως, πως το πρώτο βήμα είναι να αντιληφθεί η Ευρώπη το πρόβλημα, ώστε να θέσει σε προτεραιότητα τη δημιουργία ενός μετώπου απέναντι στη ρητορική του εθνικισμού και του ρατσισμού.
Ο πρωθυπουργός επισήμανε πως οι ακολουθούμενες νεοφιλελεύθερες πολιτικές αποτελούν τον λόγο που αναπτύσσονται οι ακραίες δυνάμεις στην Ευρώπη κι έθεσε ως προϋπόθεση για την αντιμετώπισή τους ένα ευρύ προοδευτικό μέτωπο. «Οι προοδευτικές δυνάμεις στην Ευρώπη πρέπει να συνεργαστούν για τη δημιουργία ενός μετώπου ενάντια στην ακροδεξιά» ανέφερε και σημείωσε πως θα πρέπει να υπάρξει θετική αντιμετώπιση της συνεργασίας των σοσιαλιστικών δυνάμεων και της Αριστεράς στην Ευρώπη.
Ο κ. Τσίπρας αναφέρθηκε στη σημαντική και παραγωγική, όπως είπε, συνεισφορά των Ευρωπαίων εταίρων στην Ελλάδα για τη Συμφωνία των Πρεσπών. «Ήταν ένα σημαντικό και προοδευτικό βήμα» είπε, υπογραμμίζοντας πως η Συμφωνία απέδειξε την πολιτική διαφορά ανάμεσα στην πρόοδο και τη συντήρηση.
«Για μας ήταν ένα πολύ δύσκολο βήμα, αλλά με τη δική σας υποστήριξη τα καταφέραμε. Με τον Ζόραν (Ζάεφ) ανοίξαμε δρόμους συνεργασίας και φιλίας. Είμαι περήφανος, γιατί ο Ζόραν κι εγώ ανήκουμε στην προοδευτική ευρωπαϊκή οικογένεια» συμπλήρωσε ο κ. Τσίπρας.
Τη χαρά του για τη συνάντηση με τον Έλληνα πρωθυπουργό εξέφρασε ο κ. Τίμερμανς, μεταφέροντας το κλίμα της Ευρώπης για το τέλος της λιτότητας, την αύξηση των επενδύσεων και για ένα δικαιότερο φορολογικό σύστημα, που θα περιλαμβάνει και τις μεγάλες εταιρείες.