«Συναγερμός» ΟΗΕ για κλιματική κρίση: «Να βάλουμε τέλος στον πόλεμο εναντίον του πλανήτη μας»
Έξι εβδομάδες πριν από την αποφασιστικής σημασίας σύνοδο COP26 στη Γλασκώβη, ο ΟΗΕ σήμανε συναγερμό σήμερα για την κλιματική αλλαγή, ενώπιον των διεθνών ηγετών που βρίσκονται στη Νέα Υόρκη για τη Γενική Συνέλευση του Οργανισμού.
«Πρέπει να βάλουμε τέλος στον πόλεμο που διεξάγεται εναντίον του πλανήτη μας», είπε από το βήμα της συνόδου ο γενικός γραμματέας του ΟΗΕ Αντόνιο Γκουτέρες, καλώντας τον κόσμο να δεσμευτεί ότι οι εκπομπές αερίων θα πέσουν στο μηδέν μέχρι το 2050, ότι θα υιοθετήσει φιλόδοξα σχέδια όσον αφορά το κλίμα και τη βιοποικιλότητα, ότι δεν θα κατασκευαστούν νέες μονάδες παραγωγής ενέργειας από άνθρακα μετά το 2021 και ότι θα διατίθενται 100 δισεκατομμύρια δολάρια ετησίως για κλιματικές δράσεις.
Οι αναπτυγμένες χώρες δεσμεύτηκαν το 2009 στην Κοπεγχάγη να διαθέτουν 100 δισεκ. δολάρια ετησίως μέχρι το 2020 ως βοήθεια στις χώρες του Νότου για να προσαρμοστούν στις επιπτώσεις της κλιματικής αλλαγής και να μειώσουν τις εκπομπές αερίων που προκαλούν το φαινόμενο του θερμοκηπίου. Όμως αυτός ο στόχος δεν επιτεύχθηκε: σύμφωνα με τον Οργανισμό Οικονομικής Συνεργασίας και Ανάπτυξης, το ποσό αυτής της χρηματοδότησης ανήλθε στα 79,6 δισεκ. δολάρια το 2019.
Ο πρωθυπουργός της Βρετανίας Μπόρις Τζόνσον δεν χρησιμοποίησε διπλωματική γλώσσα στο στρογγυλό τραπέζι για το κλίμα που οργανώθηκε με τους ηγέτες των χωρών και κυβερνήσεων οι οποίες δεν τήρησαν την υπόσχεσή τους να χρηματοδοτήσουν τον αγώνα κατά της κλιματικής αλλαγής. «Συμφωνούμε όλοι ότι κάτι πρέπει να κάνουμε αλλά ομολογώ ότι απογοητεύομαι ολοένα και περισσότερο επειδή αυτό το κάτι, για το οποίο πολλοί από εμάς δεσμεύτηκαν, δεν αρκεί καθόλου», είπε.
«Οι μεγαλύτερες οικονομίες του κόσμου προκαλούν το πρόβλημα, ενώ οι μικρότερες υφίστανται τις χειρότερες συνέπειες», πρόσθεσε ο Τζόνσον.
Το Λονδίνο, που έχει υποσχεθεί ότι θα δώσει 15 δισεκ. δολάρια εντός της επόμενης πενταετίας, δεσμεύτηκε ότι από αυτό το ποσό τα 750 εκατομμύρια θα πάνε σε αναπτυσσόμενες χώρες με σκοπό να πετύχουν τους στόχους τους όσον αφορά τις μηδενικές εκπομπές αερίων και τη διακοπή χρήσης του άνθρακα.
«Αυτές οι χώρες προσπαθούν να αναπτύξουν τις οικονομίες τους με καθαρό, πράσινο και βιώσιμο τρόπο και εμείς έχουμε το καθήκον να τις στηρίξουμε με την τεχνολογία, την τεχνογνωσία και τα χρήματα που τους υποσχεθήκαμε», τόνισε ο Τζόνσον. «Ο αναπτυσσόμενος κόσμος σηκώνει το βάρος της κλιματικής αλλαγής, με τους τυφώνες, τις πυρκαγιές και τις πλημμύρες και τις μακροπρόθεσμες οικονομικές ζημίες, όμως ο αναπτυγμένος κόσμος είναι αυτός που εδώ και 200 χρόνια εκλύει άνθρακα στην ατμόσφαιρα και προκαλεί την επιτάχυνση της κλιματικής αλλαγής και, κατά συνέπεια, επαφίεται σε εμάς να τους βοηθήσουμε», επέμεινε.
Σε αυτό το στρογγυλό τραπέζι η Σουηδία και η Δανία ανακοίνωσαν τη δέσμευσή τους να αυξήσουν τις συνεισφορές τους κατά τουλάχιστον 50%. «Θα δούμε τι θα πει ο πρόεδρος των ΗΠΑ» Τζο Μπάιντεν, ο οποίος θα μιλήσει αύριο Τρίτη στη Γενική Συνέλευση του ΟΗΕ, είπε ο Τζόνσον.
Με τη σειρά του, ο Ιταλός πρωθυπουργός Μάριο Ντράγκι, κατά την παρέμβασή του, αναφέρθηκε στην ανάγκη ουσιαστικών και άμεσων πρωτοβουλιών κυρίως από μέρους της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Σε μήνυμά του μέσω τηλεδιάσκεψης, ο Ιταλός πρωθυπουργός τόνισε ότι οι κλιματικές αλλαγές στον πλανήτη χρήζουν επείγουσας αντιμετώπισης, όπως έγινε με τον κορονοϊό. Πρόσθεσε ότι «τα ακραία καιρικά φαινόμενα των περασμένων εβδομάδων μας υπενθύμισαν, με τις οδυνηρές συνέπειές τους, τις επιπτώσεις της κλιματικής αλλαγής».
«Για τον λόγο αυτό, η Ιταλία αποφάσισε να θέσει στο επίκεντρο του προγράμματος ανάκαμψής της ένα πιο οικολογικό και συνεκτικό μοντέλο ανάπτυξης», τόνισε ο Ντράγκι ο οποίος παράλληλα υπογράμμισε ότι «η Ευρωπαϊκή Ένωση, στην φάση αυτή, ευθύνεται μόνον για το 8% των πλανητικών εκπομπών».
«Η Ιταλία είναι αποφασισμένη να συμβάλει στο να ακολουθήσει η Ευρωπαϊκή Ένωση την αναγκαία πορεία και να επιτευχθεί μείωση των εκπομπών της τάξης του 55% μέχρι το 2030 και για να μηδενιστούν οι καθαρές εκπομπές εντός του 2050».
Σύμφωνα με τον Ιταλό πρωθυπουργό, τέλος, η Σύνοδος της G20, που θα οργανωθεί σε πέντε εβδομάδες στην Ρώμη, και η COP26 της Γλασκώβης, τον Νοέμβριο, «αποτελούν μοναδική ευκαιρία για να αντιμετωπισθούν οι προκλήσεις αυτές, αλλά και για να αποδειχθεί εμπράκτως η συνολική βούληση για την αντιμετώπιση του όλου θέματος».