Τι τρέχει (πάλι) με τις τράπεζες;
Από την καρέκλα της αντιπολίτευσης εξέθρεψαν το κίνημα «δεν πληρώνω, δεν πληρώνω», που έπληξε τις τράπεζες. Έχοντας εδώ τέσσερα χρόνια την εξουσία, έχουν προκαλέσει ζημίες άνω των 40 δισ. ευρώ στον κλάδο.
Χθες ο αντιπρόεδρος της κυβέρνησης Γ. Δραγασάκης έριξε τη βόμβα: «Αν δεν γίνει κάτι με τα κόκκινα δάνεια, μπορεί να οδηγήσουμε τις τράπεζες να απαιτήσουν νέα κεφάλαια και αυτά να κληθεί να τα βάλει πάλι ο Έλληνας φορολογούμενος».
Ο ίδιος υποστήριξε ότι δεν έχουν μέλλον οι τράπεζες, αν τα κόκκινα δάνεια υπερκαλύπτουν τις αποταμιεύσεις και ότι η κατάρρευση των τραπεζών γίνεται παράγοντας κατάρρευσης ολόκληρων χωρών.
Η δήλωση του κ. Δραγασάκη σε μία ιδιαίτερα ευαίσθητη περίοδο για τις τράπεζες, πυροδοτεί σειρά σεναρίων για την επόμενη ημέρα στο τραπεζικό σύστημα, την ώρα μάλιστα που οι μετοχές τους στο Χρηματιστήριο πραγματικά δοκιμάζονται. Αρκεί να σημειωθεί ότι ο τραπεζικός δείκτης κατέγραψε απώλειες 13% τον Ιανουάριο, όταν ο Γενικός Δείκτης έκλεισε με κέρδη 3,5%.
Είναι γνωστό πως η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ «φέσωσε» τις τράπεζες με 40 δισ. ευρώ με τον τρόπο, με τον οποίο έγιναν οι ανακεφαλαιοποιήσεις.
Όταν έγινε η πρώτη, η αξία των μετοχών των τραπεζών στο ΤΧΣ υπολογιζόταν στα 23 διΣ ευρώ που ανήκαν στους Έλληνες φορολογούμενους. Σήμερα, εξαιτίας του τρόπου της ανακεφαλαιοποίησης από την κυβέρνηση Τσίπρα, η συμμετοχή του ΤΧΣ έχει εξαϋλωθεί.
Προκειμένου να αντιληφθεί ο καθένας μας το μέγεθος της ζημιάς, αρκεί να σημειώσουμε ότι τον Ιούλιο του 2014 η αποτίμηση των τραπεζών στο Χρηματιστήριο ξεπερνούσε τα 33 δισ., ενώ όταν έγινε η τρίτη ανακεφαλαιοποίηση ήταν μόλις 750 εκατ. ευρώ.
Η Ελλάδα στο διάστημα 2012-2013 δανείστηκε 40 δισ. για την κεφαλαιακή στήριξη των τραπεζών. Εξ αυτών τα 25 δισ. ευρώ επενδύθηκαν μέσω του ΤΧΣ απευθείας για την κεφαλαιακή στήριξη των συστημικών τραπεζών και τα 15 δισ. ευρώ κατευθύνθηκαν για να καλύψουν το χρηματοδοτικό κενό που προέκυψε μετά τη διάσπαση κάποιων τραπεζών σε «καλές» και «κακές» (good και bad bank), όπως συνέβη με την Αγροτική Τράπεζα, το Ταχυδρομικό Ταμιευτήριο, την Proton Bank κ.ά.
Το 2013 το ΤΧΣ βρέθηκε να κατέχει το 85,57% των μετοχών των συστημικών τραπεζών, με τη χρηματιστηριακή αξία τη επένδυσης αυτής να διαμορφώνεται στις 31/12/2013 στα 22,5 δισ. ευρώ.
Το 2014 ακολούθησε νέα κεφαλαιακή στήριξη των τραπεζών, με αποτέλεσμα η συμμετοχή του ΤΧΣ στο μετοχικό κεφάλαιο των συστημικών να μειωθεί από το 85,57% στο 56,4%. Αυτό έγινε διότι ξένοι επενδυτές συμμετείχαν με 8,3 δισ. ευρώ στις αυξήσεις κεφαλαίων των πιστωτικών ιδρυμάτων με προκαθορισμένες τιμές και δεν επετράπη στο ΤΧΣ να μετέχει σε αυτές. Λόγω της εξέλιξης αυτής η αξία του χαρτοφυλακίου του ΤΧΣ στις τέσσερις τράπεζες μειώθηκε στο τέλος Σεπτεμβρίου 2014 από τα 22,5 δισ. ευρώ στα 17 δισ. ευρώ.
Από το σημείο αυτό και μετά ακολούθησε ένα εφιαλτικό 14μηνο για τις τράπεζες. Η προκήρυξη προώρων εκλογών με αφορμή την εκλογή του Προέδρου της Δημοκρατίας, η εξάμηνη «ηρωική διαπραγμάτευση» Τσίπρα - Βαρουφάκη με τους Ευρωπαίους, οι μαζικές εκροές καταθέσεων, το πάγωμα στην εξυπηρέτηση δανείων και η επιβολή των capital controls προκάλεσαν νέες κεφαλαιακές ανάγκες στις τράπεζες.
Αλλά αυτή τη φορά οι ιδιώτες επενδυτές που μόλις προ ενός έτους είχαν βάλει τα χρήματα τους στις ελληνικές τράπεζες και ουσιαστικά τα είδαν να εξατμίζονται μέσα στο εξάμηνο επί υπουργίας Βαρουφάκ, αξίωσαν από την κυβέρνηση για να μπουν στις αυξήσεις κεφαλαίου του 2015 εξαιρετικά χαμηλές τιμές. Η κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ με υπουργό τον Ευκλείδη Τσακαλώτο υπαναχώρησε σε αυτή την αξίωση των επενδυτών και επέτρεψε μέσα από ένα νομικό τέχνασμα στους ίδιους τους επενδυτές να ορίσουν τις τιμές στις αυξήσεις κεφαλαίου.
Υπενθυμίζεται ότι η αύξηση μετοχικού κεφαλαίου του Νοεμβρίου 2015 έγινε σε τιμή 0,04 ευρώ για την Alpha Bank, στα 0,02 ευρώ για την Εθνική, στα 0,01 ευρώ για την Eurobank και στα 0,003 ευρώ για την Πειραιώς. Έτσι, η τρίτη ανακεφαλαιοποίηση που φέρει την υπογραφή του ΣΥΡΙΖΑ έγινε σε τιμές που αντιστοιχούσαν σε αποτίμηση 750 εκατ. για όλο το τραπεζικό σύστημα, έναντι χρηματιστηριακής αξίας άνω των 33 δισ. τον Ιούνιο του 2014!
Με άλλα λόγια, μη θέτοντας προκαθορισμένη τιμή για την αύξηση κεφαλαίου τα funds μπόρεσαν με 5 δισ. ευρώ να πάρουν πάμφθηνα τον έλεγχο των τραπεζών εξαϋλώνοντας τη συμμετοχή του ΤΧΣ, δηλαδή τα χρήματα των Ελλήνων πολιτών.