Πολιτική… δοκιμασία και για τις τράπεζες
Η υποχώρηση του τραπεζικού δείκτη κατά περίπου 10% μέσα σε δύο συνεδριάσεις αποτυπώνει τις ανησυχίες για την πορεία του κλάδου.
Είναι χαρακτηριστικό πως πριν από λίγες ημέρες διεθνείς αναλυτές προχώρησαν σε σημαντικές μειώσεις των τιμών-στόχων που δίνουν για τις ελληνικές συστημικές τράπεζες, καθώς και σε αναθεώρηση των εκτιμήσεών τους για την κερδοφορία, υπενθυμίζοντας έτσι στους επενδυτές τις μεγάλες προκλήσεις που αντιμετωπίζει ο κλάδος.
Παρότι η κυβέρνηση αναμένεται να κερδίσει την ψήφο εμπιστοσύνης στη Βουλή, η πολιτική αστάθεια θα παραμείνει αυξημένη και αναμένεται να υπονομεύσει τόσο την πορεία της οικονομίας προς την ανάπτυξη, όσο – και κυρίως – τα σχέδια των τραπεζών για την αντιμετώπιση των κόκκινων δανείων, ενώ θα “βαρύνει” το κλίμα στην αγορά των ελληνικών ομολόγων.
Μία παρατεταμένη προεκλογική περίοδος θα έλθει σε ένα εξαιρετικά ευαίσθητο χρονικό σημείο για τον δοκιμαζόμενο τραπεζικό τομέα.
Τραπεζικοί παράγοντες προειδοποιούν πως τα χρονικά περιθώρια για την αντιμετώπιση των προβλημάτων στενεύουν επικίνδυνα.
Μία παρατεταμένη προεκλογική περίοδος θα διαταράξει τα σχέδια για κυβερνητική παρέμβαση στην αναγκαία μεταρρύθμιση του τραπεζικού τομέα.
Οι ελληνικές τράπεζες έχουν επιβιώσει της βαθιάς ύφεσης, αλλά έχουν πληρώσει βαρύ τίμημα: είναι μετά βίας κερδοφόρες και οι ισολογισμοί τους είναι γεμάτοι κόκκινα δάνεια με αποτέλεσμα να μην δανείζουν.
Οι παγκόσμιες οικονομικές προκλήσεις δυσχεραίνουν την προσπάθεια της Ελλάδας να βγει στις αγορές και αυτό έχει αρνητικές συνέπειες και για τις ελληνικές τράπεζες και για τις ελληνικές εταιρείες με αποτέλεσμα οι ελπίδες για μεγάλη αύξηση των χορηγήσεων των τραπεζικών δανείων τομέα μπορεί να αποδειχθούν φρούδες. Η ευκαιρία να δώσει ώθηση ο τραπεζικός δανεισμός στην ελληνική οικονομία το 2019 θα έχει χαθεί.
Σε περίπτωση που οι τράπεζες δεν καταφέρουν να σταθεροποιηθούν, τότε δυσκολεύει ακόμα περισσότερο η επιστροφή της Ελλάδας στις αγορές. Στη χειρότερη περίπτωση η Ελλάδα θα χρειαστεί νέα οικονομική βοήθεια από τους δανειστές. Το γεγονός αυτό καθιστά τα μη εξυπηρετούμενα δάνεια κίνδυνο για το σύνολο της ευρωζώνης. Σύμφωνα με την Τράπεζα της Ελλάδος, η αξία των μη εξυπηρετούμενων δανείων έφθασε τέλος Σεπτεμβρίου τα 84,7 δις. Τα μη εξυπηρετούμενα ανοίγματα αντιστοιχούν στο 46,7% των τραπεζικών πιστώσεων.
Η ΤτΕ έχει προτείνει σχέδιο για την αντιμετώπιση των NPEs με την αξιοποίηση των αναβαλλόμενων φορολογικών απαιτήσεων και τη μεταφορά τους σε όχημα ειδικού σκοπού (SPV). Παράλληλα, υπάρχει η πρόταση του ΤΧΣ η οποία προβλέπει κρατική εγγύηση.
Παράλληλα κυβέρνηση και ΤΑΙΠΕΔ επεξεργάζονται με την τεχνική υποστήριξη της JP Morgan τη δημιουργία μιας "bad bank" όπου θα μεταφερθούν "κόκκινα δάνεια" περίπου 15 δις ευρώ και στη συνέχεια θα γίνουν τιτλοποιήσεις με την εγγύηση του ελληνικού δημοσίου. Το πιθανότερο είναι ότι το σχέδιο θα βρει σύμφωνη την Γενική Διεύθυνση Ανταγωνισμού της ΕΕ, μιας και προσανατολίζεται σε παρόμοιο που αφορούσε ιταλικές τράπεζες. Ανοιχτό παραμένει ωστόσο ποιος θα επενδύσει στους εν λόγω τίτλους αν ληφθεί υπόψη το κακό αξιόχρεο του ελληνικού δημοσίου.
Ανέφικτοι στόχοι
Οι ελληνικές τράπεζες έχουν δεσμευτεί να υλοποιήσουν φιλόδοξους στόχους μείωσης των NPEs περίπου στο 20% του συνολικού ενεργητικού τους ως το 2021.
Αναλυτές εκτιμούν πως οι νέοι στόχοι μείωσης των NPEs έως το 2021 είναι φιλόδοξοι. Συνεπάγονται μείωση κατά 60% των ΝΡΕs μέχρι τα τέλη του 2021, με τους αντίστοιχους δείκτες να μειώνονται από το περίπου 50% σήμερα σε περίπου 20% το 2021.
Το τελειωτικό και πιο ισχυρό χτύπημα στις τράπεζες το προκάλεσε η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ με ζημιές οι οποίες υπολογίζονται γύρω στα 40 δισ. ευρώ, με τον τρόπο που έγινε η ανακεφαλαιοποίηση.