Ο Τσίπρας ως… Άγιος Βασίλης στέλνει λάθος μηνύματα στις αγορές
Σε… αναμμένα κάρβουνα κάθονται στο υπουργείο Οικονομικών, καθώς βλέπουν ότι ενώ συμπληρώνονται τρεις μήνες από το «τέλος» των μνημονίων, εντούτοις η έξοδος στις αγορές παραμένει ακόμη όνειρο …θερινής νυκτός.
Ο συνήθως... εκτός τόπου και χρόνου πρωθυπουργός, ζώντας σε εικονική πραγματικότητα, μπορεί να δηλώνει ότι για τα επόμενα 2,5 χρόνια η Ελλάδα δεν έχει ανάγκη να βγει στις αγορές, ωστόσο ο Ευκλείδης Τσακαλώτος και ο ΟΔΔΗΧ ετοιμάζονται να παρουσιάσουν εντός των επομένων ημερών σχέδιο για τις χρηματοδοτικές ανάγκες της χώρας για το 2019 και ένα πλαίσιο προγραμματισμού σχετικά με το χρονικό ορίζοντα εξόδων στις αγορές.
Το ερώτημα είναι, πώς θα ανταποκριθούν οι αγορές, την ώρα μάλιστα που, όπως σημειώνουν διεθνείς επενδυτές στο Reuters, ο Αλέξης Τσίπρας υποδύεται «τον Άγιο Βασίλη σε λάθος στιγμή».
Οι ίδιοι παράγοντες προειδοποιούν πως η επιλογή του πρωθυπουργού να στραφεί σε παροχές έρχεται σε μια περίοδο, κατά την οποία οι αγορές μπορεί να αποδειχθούν πολύ λιγότερο επιεικείς ακόμη και από τους ψηφοφόρους, που αισθάνονται προδομένοι από την πολιτική του.
Η Αθήνα θέλει από τη μία να βγει στις αγορές, αφού εάν μείνει εκτός για πολύ μεγάλο χρονικό διάστημα μπορεί να δυσκολευθεί ακόμη περισσότερο να κερδίσει την εμπιστοσύνη των επενδυτών. Από την άλλη, είναι μη συνετό να δανειστεί με υπερβολικά υψηλό επιτόκιο.
Οι ανησυχίες για την Ιταλία έχουν ωθήσει τις αποδόσεις των ομολόγων προς τα επάνω. Η εποχή του υπερβολικά φθηνού χρήματος φτάνει στο τέλος της, η οικονομική ανάπτυξη στην Ευρώπη κατεβάζει ταχύτητα και οι παγκόσμιες εμπορικές αντιπαραθέσεις εντείνονται. Αυτό θα καταστήσει τους επενδυτές πιο ευαίσθητους στο όποιο ολίσθημα του προϋπολογισμού ή στις πολιτικές επιλογές.
Όποιος ισχυρίζεται, μεταξύ αυτών και ο κ. Τσίπρας, ότι η Αθήνα δεν πρέπει να βιάζεται να βγει στις αγορές επειδή λεφτά υπάρχουν, είναι εκτός τόπου και χρόνου. Όσο το εγχείρημα καθυστερεί, τόσο εμπεδώνεται η αντίληψη ότι δεν μπορεί να το κάνει – με κόστος μεγάλο ή τεράστιο.
Παράλληλα, όσο εμπεδώνεται η αντίληψη διεθνώς ότι η Ελλάδα δεν μπορεί να βγει στις αγορές, τόσο δυσχεραίνεται και γίνεται ακόμη ακριβότερος ο δανεισμός των ελληνικών επιχειρήσεων από τις διεθνείς αγορές ή/και από εσωτερικούς πόρους. Αυτό έχει «εδώ και τώρα» συνέπειες στην οικονομική δραστηριότητα, στη μεγέθυνση, στην απασχόληση, τελικά και στα έσοδα του ίδιου του κράτους. Ο,τι φαίνεται «απλή» καθυστέρηση, ανοίγει τον φαύλο κύκλο μιας νέας κρίσης, που θα πάρει τη μορφή και της δημοσιονομικής κρίσης. Η μετεξέλιξη θα είναι, απλώς, θέμα χρόνου.
Σύμφωνα με πληροφορίες, η Ελλάδα για την εξυπηρέτηση του χρέους θα πρέπει να καταβάλλει 11 δισ. ευρώ το 2019. Από αυτά τα 2,1 δισ. ευρώ θα κατευθυνθούν προς το ΔΝΤ και τα 5,8 δισ. ευρώ προς το Ευρωσύστημα.
Στο οικονομικό επιτελείο προσδοκούν ή πρέπει να αντλήσουν τουλάχιστον 7 δισ. ευρώ. Επίσης, περιμένουν να εισπράξουν περί τα 1,2 δισ. ευρώ από τις επιστροφές κερδών από τα ελληνικά ομόλογα, που έχουν πετύχει η ΕΚΤ και οι κεντρικές τράπεζες.
Η παροχολογία από πλευράς ελληνικής κυβέρνησης έχει παίξει σημαντικό ρόλο στην επιφυλακτική έως και αρνητική στάση που τηρούν οι ξένοι επενδυτές απέναντι στα ελληνικά περιουσιακά στοιχεία. Το 10ετές ελληνικό ομόλογο συνεχίζει να παραμένει σε απαγορευτικά επίπεδα, προφανώς γιατί πέρα από την επίδραση του ιταλικού πυρετού, δεν αρέσουν στις ομολογιακές αγορές η εντεινόμενη παροχολογία, η εκλογολογία και η αναβολή ή ακύρωση νομοθετημάτων με μακροπρόθεσμο μακροοικονομικό αντίκτυπο.
Ο παράγοντας «Ιταλία» αποτελεί μόνον έναν από τους πολλούς που εμποδίζουν την Ελλάδα να βγει στις αγορές, όπως ( οι κύριοι λόγοι):
- Ο πολιτικός κίνδυνος και η παροχολογία ενόψει των εκλογών.
- Η υπαναχώρηση από τα συμφωνηθέντα με τους θεσμούς και η απροθυμία της κυβέρνησης να υλοποιήσει τις μεταρρυθμίσεις.
- Οι φιλόδοξοι (ανέφικτοι) στόχοι για τη μείωση των κόκκινων δανείων των ελληνικών τραπεζών καθώς και η αδύναμη κερδοφορία.