ΔΝΤ: Μη βιώσιμο το χρέος μετά το 2033, «παράθυρο» σε νέα μέτρα
Μόλις χθες ο επικεφαλής της ΕΚΤ Μάριο Ντράγκι έκλεισε οριστικά το «παράθυρο» της ένταξης των ελληνικών ομολόγων στο QE. Η αμέσως επόμενη «ψυχρολουσία» για την κυβέρνηση Τσίπρα αναμένεται σήμερα, κατά τη συνεδρίαση του εκτελεστικού συμβουλίου του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου, όπου θα συζητηθεί το περιεχόμενο της έκθεσης για την ελληνική οικονομία, η οποία συντάχθηκε στο πλαίσιο του άρθρου 4 του κανονισμού του ΔΝΤ.
Όπως όλα δείχνουν, το Ταμείο θα καταλήξει στο συμπέρασμα ότι το χρέος δεν είναι βιώσιμο μετά το 2033, αλλά μόνο μεσοπρόθεσμα και βραχυπρόθεσμα, συνεπώς και θα θέσει ζήτημα λήψης και νέων παρεμβάσεων, δηλαδή μέτρων.
Σημειώνεται ότι τα μέτρα ελάφρυνσης, που αποφασίστηκαν στο Eurogroup της 21ης Ιουνίου, σύμφωνα με την εκτίμηση του ΔΝΤ έχουν θετική επίδραση μόνο για 3-4 χρόνια.
Το περιεχόμενο της έκθεσης -στην οποία συμπεριλαμβάνεται και η έκθεση βιωσιμότητας του ελληνικού χρέους- θα έρθει στην επιφάνεια, αν όχι μετά τη λήξη της συνεδρίασης, μέσα στα επόμενα 24ωρα και θα αποτυπώσει τις ενστάσεις του Ταμείου τόσο για τη βιωσιμότητα όσο και για τα υψηλά πρωτογενή πλεονάσματα, που καλείται να παρουσιάσει η Ελλάδα για όλη την περίοδο μέχρι και το 2060.
Το Ταμείο αναμένεται να επιμείνει στη θέση ότι ένας στόχος για πρωτογενή πλεονάσματα της τάξεως του 1,5% του ΑΕΠ για την περίοδο μετά το 2023 θα ήταν πολύ περισσότερο κοντά στις αντοχές και στα χαρακτηριστικά της ελληνικής οικονομίας. Παράλληλα,θα επαναλάβει ότι δεν μπορούν να επιτευχθούν τα πλεονάσματα του 3,5% του ΑΕΠ μέχρι και το 2060.
Άλλωστε, οι τεχνοκράτες, ολοκληρώνοντας την αποστολή στους στην Αθήνα για τη συγγραφή της έκθεσης, που έγινε με βάση το άρθρο 4 του καταστατικού, επισημαίνουν: «Η Ελλάδα έχει προχωρήσει πολύ, αλλά εξακολουθεί να αντιμετωπίζει πολλές προκλήσεις. Αναμένει ανάπτυξη κατά 2.0% φέτος και κατά 2.4% το 2019. Επισημαίνει ότι η Ελλάδα μπορεί να πετύχει πρωτογενή πλεονάσματα 3.5% ως το 2023 με κόστος στην ανάπτυξη, ωστόσο θεωρεί ιδιαίτερα φιλόδοξη την επίτευξη πλεονασμάτων 2.2% του ΑΕΠ μακροπρόθεσμα».
Στην ίδια έκθεση τονίζεται ότι μπορεί η ανάπτυξη στη χώρα να επέστρεψε και η ανεργία, αν και είναι ακόμα πολύ υψηλή, να υποχωρεί, όμως ένας σημαντικός όγκος μεταρρυθμίσεων που δεν έχει ολοκληρωθεί, εμποδίζουν την ταχύτερη ανάπτυξη, ενώ οι στόχοι των υψηλών πρωτογενών πλεονασμάτων που έχει συμφωνήσει η Ελλάδα μακροπρόθεσμα, περιορίζουν τις επιλογές πολιτικής και δυσκολεύουν την αύξηση στους ρυθμούς ανάπτυξης.