«Κορσές» των Βρυξελλών στην Αθήνα!
Η υπουργός Εργασίας, Έφη Αχτσιόγλου επαναλάμβανε για μία ακόμη φορά, χθες το μεσημέρι, το κυβερνητικό αφήγημα ότι δεν θα υπάρξει εποπτεία κατά τη μεταμνημονιακή εποχή.
Δεν είχε περάσει ούτε μία ώρα από πανηγυρικές δηλώσεις της, όταν ήρθε το μήνυμα από τις Βρυξέλλες: «Ενισχυμένη εποπτεία με τριμηνιαίους ελέγχους για την μεταμνημονιακή εποχή».
Για μία ακόμη φορά οι Βρυξέλλες διεμήνυσαν στην Αθήνα ότι θα βρίσκεται σε ασφυκτική εποπτεία για τα επόμενα χρόνια και ότι η κυβέρνηση δεν θα κάνει ούτε ένα βήμα χωρίς τον έλεγχο των δανειστών.
Το καθεστώς αυτό, υπό το οποίο θα βρεθεί η Ελλάδα μετά τη λήξη του προγράμματος τον ερχόμενο Αύγουστο, έχει πολύ μεγάλη διαφορά από τη μεταπρογραμματική εποπτεία, που ίσχυσε για άλλες χώρες, οι οποίες βγήκαν από τα μνημόνια.
Με βάση τον κανονισμό του 2013 της ΕΕ (τον 472), υπάρχει διάκριση μεταξύ ενισχυμένης εποπτείας και μεταπρογραμματικής εποπτείας.
Η Ελλάδα είναι η μόνη χώρα, που πρόκειται να «περάσει» σε καθεστώς αυστηρής εποπτείας. Τι σημαίνει όμως ο όρος αυτός; Ότι θα εξακολουθεί να αποτελεί εστία κινδύνου για την ΕΕ, μπορεί να εμπλακεί το ΔΝΤ, θα χρειαστούν 4 εκθέσεις παρακολούθησης ανά έτος, ενώ στο μέλλον, όπως λέει ο κανονισμός, μπορεί να ζητηθεί να εγκριθούν νέα μέτρα ή να σχεδιαστεί νέο πρόγραμμα προσαρμογής.
Αντιθέτως, η μεταπρογραμματική εποπτεία - άρθρο 14 του σχετικού κανονισμού - σηματοδοτεί τη διασφάλιση της οικονομικής βιωσιμότητας του κράτους μέλους, προκειμένου αυτό να έχει τη δυνατότητα να αποπληρώσει το 75% της χρηματοδοτικής συνδρομής, που έχει λάβει.
Η «ενισχυμένη επιτήρηση», που βασίζεται στον Κανονισμό 472/2013 (δημοσιονομικό σύμφωνο), περιλαμβάνει όρους και ρήτρες παρακολούθησης πολύ πιο αυστηρές σε σχέση με τα άλλα κράτη, που έχουν βγει από τα δεσμά του μνημονίου.
Αν πράγματι εφαρμοστεί αυτή η εκδοχή της «επιτήρησης», το πόσο αυξημένη θα είναι, θα εξαρτηθεί από τους συσχετισμούς που θα διαμορφωθούν τους επόμενους μήνες, καθώς και από το αν θα αποφασιστούν παρεμβάσεις στο χρέος (και ποιου εύρους).
Συγκεκριμένα:
-Ο Κανονισμός ορίζει ότι η ενισχυμένη εποπτεία εφαρμόζεται, «προκειμένου να αποφευχθεί η μετάδοση των επιπτώσεων από ένα κράτος μέλος που αντιμετωπίζει ή απειλείται από σοβαρές δυσκολίες αναφορικά με τη χρηματοοικονομική του σταθερότητα στην υπόλοιπη ζώνη του ευρώ και, ευρύτερα, στην Ένωση στο σύνολο.
-Τα κράτη μέλη που υπόκεινται σε καθεστώς ενισχυμένης εποπτείας θα πρέπει να μπορούν επίσης να θεσπίζουν μέτρα για την αντιμετώπιση των αιτίων ή των πιθανών αιτίων των δυσχερειών τους. Για τον σκοπό αυτό, θα πρέπει να λαμβάνονται υπόψη όλες οι συστάσεις που τους γίνονται στο πλαίσιο της διαδικασίας υπερβολικού ελλείμματος ή της διαδικασίας για τις υπερβολικές μακροοικονομικές ανισορροπίες.
-Όταν η Επιτροπή εκτιμά αν ένα κράτος μέλος απειλείται με σοβαρές δυσκολίες αναφορικά με τη χρηματοοικονομική του σταθερότητα, χρησιμοποιεί, μεταξύ άλλων παραμέτρων, τον μηχανισμό έγκαιρης προειδοποίησης σχετικά με την πρόληψη και τη διόρθωση των υπερβολικών μακροοικονομικών ανισορροπιών ή, όταν υπάρχει, την πιο πρόσφατη ενδελεχή επισκόπηση.
-Το κράτος μέλος που υπόκειται σε ενισχυμένη εποπτεία, μετά από διαβούλευση και σε συνεργασία με την Επιτροπή, η οποία ενεργεί σε συνεννόηση με την ΕΚΤ, τις ΕΕΑ, το ΕΣΣΚ και, όπου είναι σκόπιμο, το ΔΝΤ, εγκρίνει μέτρα που στοχεύουν στην αντιμετώπιση των πηγών ή των δυνητικών πηγών των δυσκολιών.
-Η στενότερη παρακολούθηση της δημοσιονομικής κατάστασης εφαρμόζεται σε κράτος μέλος που υπόκειται σε ενισχυμένη εποπτεία, ασχέτως της ύπαρξης υπερβολικού ελλείμματος στο εν λόγω κράτος μέλος. Η έκθεση υποβάλλεται σε τριμηνιαία βάση.
-Διενεργεί επίσης υπό την εποπτεία της ΕΚΤ, υπό την εποπτική ιδιότητά της, ή, όταν είναι σκόπιμο, υπό την εποπτεία των αρμόδιων ΕΕΑ, τις προσομοιώσεις ακραίων καταστάσεων ή τις αναλύσεις ευαισθησίας, κατά περίπτωση, για να εκτιμήσει την ανθεκτικότητα του χρηματοπιστωτικού τομέα σε διάφορους μακροοικονομικούς και χρηματοπιστωτικούς κραδασμούς, όπως ορίζεται από την Επιτροπή και την ΕΚΤ, σε συνεννόηση με τις αρμόδιες ΕΕΑ και με το ΕΣΣΚ. Υποβάλλεται σε τακτικές εκτιμήσεις των εποπτικών ικανοτήτων του επί του χρηματοπιστωτικού τομέα, κοινοποιεί στην Επιτροπή κάθε πληροφορία που χρειάζεται για την παρακολούθηση μακροοικονομικών ανισορροπιών.
-Η Επιτροπή, σε συνεννόηση με την ΕΚΤ και τις αρμόδιες ΕΕΑ και, όταν είναι σκόπιμο, το ΔΝΤ, πραγματοποιεί τακτικές αποστολές επιθεώρησης στο κράτος μέλος που υπόκειται σε ενισχυμένη εποπτεία, προκειμένου να επαληθεύσει την πρόοδο που έχει επιτευχθεί από το εν λόγω κράτος μέλος όσον αφορά την εφαρμογή των μέτρων. Η Επιτροπή κοινοποιεί ανά τρίμηνο την εκτίμησή της στην αρμόδια επιτροπή του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και την ΟΔΕ. Στην εν λόγω εκτίμηση, εξετάζει, ειδικότερα, αν χρειάζονται περαιτέρω μέτρα.
- Στις περιπτώσεις στις οποίες η Επιτροπή διαπιστώνει ότι απαιτούνται περαιτέρω μέτρα και ότι η χρηματοπιστωτική και οικονομική κατάσταση του κράτους μέλους έχει σημαντικές δυσμενείς επιπτώσεις στη χρηματοπιστωτική σταθερότητα της ζώνης του ευρώ ή των κρατών μελών της, το Συμβούλιο, με ειδική πλειοψηφία και μετά από πρόταση της Επιτροπής, μπορεί να συστήσει στο οικείο κράτος μέλος να λάβει προληπτικά διορθωτικά μέτρα ή να καταρτίσει σχέδιο προγράμματος μακροοικονομικής προσαρμογής.