Προληπτική γραμμή: Στους δανειστές πετά τώρα το μπαλάκι ο Κουτεντάκης
Ερωτηματικά εγείρει η τοποθέτηση του συντονιστή του Γραφείου Προϋπολογισμού στη Βουλή, Φραγκίσκου Κουτεντάκη για το σενάριο της υιοθέτησης της προληπτικής γραμμής στήριξης μετά την έξοδο της Ελλάδας από το πρόγραμμα. Ούτε λίγο ούτε πολύ ο ίδιος μετέφερε την ευθύνη... για την απόφαση στους δανειστές.
Μιλώντας χθες στην κοινοβουλευτική Επιτροπή Απολογισμού και Ισολογισμού του Κράτους, ο κ. Κουτεντάκης τόνισε σχετικά: «σημασία έχει τι λένε οι πιστωτές. Αυτοί που θα αναλάβουν να εγγυηθούν για την πιστωτική γραμμή και, αυτήν τη στιγμή, επίσημα τουλάχιστον, δεν έχουν εκφράσει καμία τέτοια πρόθεση. Δεύτερον, ούτε η ελληνική κυβέρνηση, ούτε και η αξιωματική αντιπολίτευση, από όσο γνωρίζω, έχουν εκφράσει πρόθεση για κάτι τέτοιο, δεν θεωρούμε ότι είναι πολύ πιθανό σενάριο. Από εκεί και πέρα, δεν μπορεί να αποκλείσει κανείς τίποτα γενικότερα στην οικονομία».
Κινούμενος κόντρα στο αφήγημα της κυβέρνησης περί «επαναδιαπραγμάτευσης των ψηφισμένων μέτρων», ο ίδιος επεσήμανε χαρακτηριστικά: «Η μείωση των συντάξεων το 2019 και η μείωση του αφορολόγητου το 2020 είναι μέτρα που νομοθετήθηκαν προληπτικά (…) Από την άλλη μεριά, όμως, αυτά τα μέτρα έχουν συμφωνηθεί, έχουν νομοθετηθεί αυτά τα μέτρα. Άρα, τίθεται ένα θέμα - να το πω - αξιοπιστίας, εάν γίνει κάποια αλλαγή και τελικά, δεν εφαρμοστούν αφορά τα μέτρα».
Λαμβάνοντας σαφείς αποστάσεις από την κυβερνητική πολιτική παραχολογίας, ο κ. Κουντετάκης προειδοποίησε πως δεν θα υπάρξει χαλαρότητα μετά το τέλος του μνημονίου, ενώ ο ίδιος χαρακτήρισε ως «ασαφή» τον όρο «καθαρή έξοδο», τονίζοντας μάλιστα πως στην έκθεσή του το Γραφείο Προϋπολογισμού της Βουλής δεν τον χρησιμοποιεί.
«Σε καμία περίπτωση δεν υπαινίσσεται η έκθεση του Γραφείου Προϋπολογισμού ότι θα υπάρχει γενικότερη χαλαρότητα" μετά τον Αύγουστο. "Η οποιαδήποτε συζήτηση για το αν θα πρέπει να εισαχθούν μόνιμα μέτρα κοινωνικής προστασίας ή μόνιμες φοροαπαλλαγές, ανάλογα πώς θέλει να τον διανείμει κανείς αυτόν τον δημοσιονομικό χώρο, θα πρέπει να στηρίζεται σε ένα σχεδιασμό (…) Δεν έχει νόημα να κόψεις ένα φόρο για ένα χρόνο και να τον ξαναβάλεις στον επόμενο», είπε.
«Η λέξη «καθαρή» έχει ένα απροσδιόριστο περιεχόμενο του τι σημαίνει ή τι καταλαβαίνει κανείς. Το Γραφείο Προϋπολογισμού της Βουλής δεν χρησιμοποιεί την λέξη «καθαρή» στην Έκθεσή του, γιατί δεν έχει σαφές περιεχόμενο. Αυτό που είναι σαφές είναι, ότι το πρόγραμμα οικονομικής προσαρμογής, το πλαίσιο εποπτείας που συνόδευε αυτό το πρόγραμμα θα τελειώσει και από εκεί και πέρα, αναμένεται να προκύψει ένα νέο πλαίσιο εποπτείας (…) Τι θα ελέγχουν, πόσο συχνά θα το ελέγχουν και ούτω καθεξής, αυτό το πλαίσιο δεν είναι λεπτομερές και πρέπει να καθοριστεί στο επόμενο διάστημα», σημείωσε.
Πάντως, ο κ. Κουντετάκης απέφυγε να τοποθετηθεί για την κρίση στην Ιταλία, λέγοντας πως είναι ρευστό ακόμα το τοπίο και κανείς δεν ξέρει που θα καταλήξει, όμως καθησύχασε ότι οι δανειακές υποχρεώσεις της Ελλάδας για τα επόμενα δύο χρόνια είναι μικρές και καλύπτονται. Όπως είπε, «για τα επόμενα ένα με δύο χρόνια δεν υπάρχει έντονη ανάγκη δανεισμού για το κράτος, δηλαδή, θεωρητικά θα μπορούσε να βγει ελάχιστα τα επόμενα χρόνια, με βάση τα σημερινά δεδομένα πάντα».
Εμφανίστηκε δε... άνετος με το περίφημο «μαξιλάρι», λέγοντας πως αυτό αποτελείται από «τα ταμειακά διαθέσιμα αυτή τη στιγμή, την χρηματοδότηση που θα λάβει από τους επίσημους δανειστές με το τέλος του προγράμματος και τι πρωτογενή πλεονάσματα».
Για την ελάφρυνση χρέους, ο ίδιος υπογράμμισε: «Πέραν του ποσοτικού του πράγματος, υπάρχει και ένα ποιοτικό στοιχείο, σε ποιο βαθμό αυτή η ελάφρυνση θα συνδέεται με αιρεσιμότητες τα επόμενα χρόνια (…) Είναι στοιχείο που δημιουργεί αβεβαιότητα. Η αβεβαιότητα είναι προφανώς κάτι που δεν θα βοηθήσει στην εξομάλυνση των δημοσιονομικών συνθηκών του ελληνικού κράτους. Θεωρούμε, λοιπόν, ότι η όποια αιρεσιμότητα αφορά στην ελάφρυνση του χρέους θα πρέπει να περιοριστεί στο ελάχιστο δυνατό».
Για την διάψευση των προβλέψεων για Ανάπτυξη: «Γιατί έπεσαν μέσα, γιατί έπεσαν έξω, δεν μπορώ να σας απαντήσω, όπως φαντάζομαι ότι δεν μπορούν να σας απαντήσουν και πολλοί άνθρωποι.Η πρόβλεψη του 2018 στον προϋπολογισμό ήταν πράγματι 2,5% και δεν φαίνεται αυτή τη στιγμή να επιβεβαιώνεται. Και το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο και η Ευρωπαϊκή Επιτροπή και ο ΟΟΣΑ έχουν αναθεωρήσει προς τα κάτω. Είναι στο 1,9% με 2% και οι τρεις και το αναφέρουμε στην αρχή της έκθεσης αυτό. Υποθέτω ότι και η Ελληνική Κυβέρνηση θα πρέπει να αναθεωρήσει προς τα κάτω τις δικές της προβλέψεις. Δηλαδή, το 2,5% του προϋπολογισμού δεν φαντάζομαι να μείνει». Βέβαια ο προϋπολογισμός εκεί είναι, δεν αλλάζει, αλλά στο μεσοπρόθεσμο πρόγραμμα για παράδειγμα, που αναμένεται στο επόμενο διάστημα, εκτιμώ ότι θα πρέπει να αναθεωρηθεί προς τα κάτω και η μεγέθυνση».