Η πιο κρίσιμη «μάχη» για τις τράπεζες-Έρχεται «καυτό» 4μηνο
Μπορεί οι τράπεζες να πήραν «ανάσα» από την υποχώρηση του ΔΝΤ ως προς φλέγον ζήτημα της ανακεφαλαιοποίησης, ωστόσο έχουν μπροστά τους το μεγάλο στοίχημα των stress tests, που θα διεξαχθούν από τον SSM.
Τα αποτελέσματα των τεστ αντοχής αναμένεται να ανακοινωθούν τον ερχόμενο Απρίλιο, που σημαίνει πως αν προκύψουν ανάγκες πρόσθετων κεφαλαίων, τότε το κυβερνητικό story περί «καθαρής εξόδου» από τα μνημόνια αποδυναμώνεται.
Σε κάθε περίπτωση, η «μάχη» των stress test θα έχει κριθεί σε μεγάλο βαθμό κατά το πρώτο δίμηνο του τρέχοντος έτους, όταν οι εγχώριες τράπεζες θα πρέπει να επιστρατεύσουν κάθε μέσο μείωσης των «κόκκινων» δανείων. Όμως, τα σημερινά δεδομένα δείχνουν ότι δεν θα χρειαστεί και νέα ανακεφαλαιοποίηση των ελληνικών χρηματοπιστωτικών ιδρυμάτων.
Στα τέλη του Ιανουαρίου, οι ευρωπαϊκές τραπεζικές Αρχές θα οριστικοποιήσουν τα σενάρια υπό τα οποία θα γίνουν τα stress tests στους ισολογισμούς των ελληνικών τραπεζών, οι οποίες καλούνται να ολοκληρώσουν τους ελέγχους αυτούς στην κεφαλαιακή τους επάρκεια νωρίτερα σε σχέση με τις υπόλοιπες ευρωπαϊκές.
Με βάση τα «βήματα», τον ερχόμενο Φεβρουάριο οι τράπεζες θα αρχίσουν να στέλνουν δεδομένα στην ΤτΕ και στις αρμόδιες ευρωπαϊκές Αρχές για τα stress tests.
Η προετοιμασία, καθώς και οι κινήσεις τους προς την κατεύθυνση της μείωσης των μη εξυπηρετούμενων δανείων, με αιχμή τους πλειστηριασμούς, βρέθηκαν χθες στο επίκεντρο της συνάντησης που είχαν στην Φρανκφούρτη τα μέλη του προεδρείου της Ελληνικής Ένωσης Τραπεζών με την επικεφαλής του Ενιαίου Εποπτικού Μηχανισμού (SSM) Ντανιέλ Νουί.
Η τελευταία τόνισε στους Έλληνες τραπεζίτες την ανάγκη επιτάχυνσης των μέτρων, που αφορούν το «συμμάζεμα» των «κόκκινων δανείων», με «τιμωρία» των στρατηγικών κακοπληρωτών αλλά και την εξυγίανση των υπερχρεωμένων επιχειρήσεων μέσω πωλήσεων των δανείων τους σε ενδιαφερόμενους επενδυτές.
Σημειώνεται πως τα «κόκκινα» δάνεια στην Ελλάδα αντιπροσωπεύουν περίπου το 10% του συνόλου τους σε ολόκληρη την ΕΕ, όταν το ενεργητικό του ελληνικού τραπεζικού τομέα αποτελεί μόλις το 1,2% του αντίστοιχου στην ΕΕ.
Τα ποσοστά των μη εξυπηρετούμενων δανείων ανά κατηγορία δανείων, διαμορφώνονται σε 41,5% για τα στεγαστικά, 44,4% για τα επιχειρηματικά και 54% για τα καταναλωτικά δάνεια και αφορούν περίπου 464 χιλιάδες, 423 χιλιάδες και 1,9 εκατομμύρια δανειολήπτες αντίστοιχα.
Οι τράπεζες έχουν δεσμευτεί για τη μείωση του υπολοίπου των μη εξυπηρετούμενων δανείων κατά 38% για την περίοδο Ιουνίου 2016 – Δεκεμβρίου 2019, διαμορφώνοντας το αναμενόμενο υπόλοιπο των μη εξυπηρετούμενων ανοιγμάτων (ΜΕΑ) στα 67 δισ. ευρώ στο τέλος του 2019, με το μεγαλύτερο ποσοστό της μείωσης να εκτιμάται ότι θα επιτευχθεί το 2018 και το 2019.
Όμως, οι δανειστές σε καμία περίπτωση δεν θέλουν οι τράπεζες να «πουλούν» ιδιαίτερα χαμηλά τα δάνεια τους σε δανειολήπτες, γιατί οι τράπεζες δεν μπορούν να συγκεντρώσουν άμεσα υψηλή ρευστότητα σε αντίθεση με αυτή που αποκτούν με τις πωλήσεις σε funds. Και γιατί η αποπληρωμή των «κόκκινων» δανείων με μεγάλο «κούρεμα» ίσως δημιουργήσει… κουλτούρα και στους νέους δανειολήπτες να σταματήσουν να πληρώνουν, με την ελπίδα ότι στο μέλλον θα τους γίνει γενναίο «κούρεμα».