Βούτσης-Τσακαλώτος: «Γράψτε λάθος» για τα... καμπανάκια Λιαργκόβα
Η απάντηση, βέβαια, του προέδρου της Βουλής στην προειδοποίηση του Παναγιώτη Λιαργκόβα κρύβει κι «αιχμές» για δημιουργία… «επικοινωνιακών εντυπώσεων».
Σημειώνεται πως το «άδειασμα» της κυβέρνησης από το Γραφείο Προπϋπολογισμού της Βουλής έχει σημειωθεί ξανά στο παρλεθόν. Άλλωστε, ήταν η δήλωση του κ. Λιαργκόβα, ότι «το κοινωνικό μέρισμα έχει αρνητικό αποτέλεσμα, όταν χρηματοδοτείται από φόρους», που «πυροδότησε» και το έντονο πολιτικό κλίμα γύρω από την έκτακτη παροχολογία της Αριστεράς και την κυνική ομολογία των κκ. Τσακαλώτου και Χουλιαράκη ότι η υπερφορολόγηση της μεσαίας τάξης ήταν συνειδητή επιλογή των ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ.
«Η συνηγορία και η συνδρομή για την αναγκαία αναδιάρθρωση του χρέους, στην κρίσιμη μάλιστα περίοδο που η ελληνική κυβέρνηση έχει προχωρήσει στις σχετικές διαπραγματεύσεις με τους θεσμούς και αναμένονται θετικές εξελίξεις το προσεχές διάστημα, δεν είναι δυνατόν να γίνονται με διογκωμένα στοιχεία από πίνακες της χρήσης του έτους 2013 και με την κινδυνολογία περί χρεοκοπίας. Εκφράζω την έκπληξή μου για τη χρήση μη έγκυρων στοιχείων και τη συνακόλουθη δημιουργία επικοινωνιακών εντυπώσεων», τόνισε ο Νίκος Βούτσης σχετικά με τις εκτιμήσεις του κ. Λιαργκόβα.
«Πρόκειται για λάθος», ανέφερε νωρίτερα στην Εφημερίδα των Συντακτών, ο υπουργός Οικονομικών.
«Χωρίς ελάφρυνση χρέους, η Ελλάδα θα χρεοκοπήσει», επισημαίνεται στην τριμηνιαία έκθεση του Γραφείου Προϋπολογισμού της Βουλής.
Όπως τονίζεται, η ομαλή εφαρμογή του προγράμματος ως τον Αύγουστο 2018 είναι προϋπόθεση για να γίνει το επόμενο βήμα ελάφρυνσής του. Αυτή η ελάφρυνση είναι αναγκαία όχι τόσο γιατί σήμερα η επιβάρυνση του προϋπολογισμού για πληρωμή τόκων είναι δύσκολα διαχειρίσιμη (όπως δείχνει η συζήτηση για τα πρωτογενή πλεονάσματα), αλλά και διότι θα εκτιναχθεί σε δυσθεώρητα ύψη μετά το 2021.
Την ώρα που το εισόδημα των νοικοκυριών ολοένα και συρρικνώνεται, το Γραφείο Προϋπολογισμού κάνει λόγο για «εξάντληση της φοροδοτικής ικανότητας των πολιτών, δημιουργώντας ταυτόχρονα εύλογες αμφιβολίες για τη δυνατότητα επίτευξης των φιλόδοξων δημοσιονομικών στόχων των επόμενων ετών».
Όπως σημειώνεται, «δεν συνιστά εμμονή στον στόχο της υπέρβασης των προβλεπόμενων από τις συμφωνίες με τους θεσμούς πρωτογενών πλεονασμάτων. Θεωρούμε ότι συνολικά «πνίγουν» την ανάπτυξη καθώς στηρίζονται κυρίως σε φόρους. Αν πάλι θεωρηθούν οι υπερβάσεις αναγκαίες τότε θα πρέπει πραγματικά να εξετασθεί ο τρόπος δικαιότερης αναδιανομής τους ώστε να ωφεληθούν αυτοί που το έχουν πραγματικά ανάγκη».