Τράπεζες: Η επιστροφή στο διεθνές χρηματοπιστωτικό σύστημα
Η μία μετά την άλλη επιστρέφουν ξανά στις αγορές οι συστημικές, προχωρώντας σε επιτυχημένες εκδόσεις καλυμμένων ομολόγων, με πράγματι ικανοποιητική απόδοση.
Παράγοντες της αγοράς εκτιμούν ότι οι επιτυχημένες εκδόσεις της Εθνικής, αλλά και της Eurobank, παρότι δεν συνδέονται άμεσα με τα κρατικά ομόλογα, δείχνουν ωστόσο ότι υπάρχει ενδιαφέρον από τους ξένους επενδυτές.
Η Εθνική προχώρησε πριν από δύο εβδομάδες στην έκδοση καλυμμένης ομολογίας, ύψους 750 εκατ. ευρώ με απόδοση 2,75%. Ήταν η πρώτη ελληνική τράπεζα, που βγήκε στις αγορές μετά από διάστημα 3 ετών.
Η Eurobank ολοκλήρωσε την δική της έκδοση καλυμμένου ομολόγου 500 εκατ. ευρώ 2,98% την περασμένη Τρίτη. Τόσο η Εθνική όσο και η Eurobank μπόρεσαν να υπερκαλύψουν αισθητά τις εκδόσεις και παράλληλα πέτυχαν το επιτόκιο τους να διαμορφωθεί σε χαμηλότερα επίπεδα από το 3%.
Χθες, η Πειραιώς επέλεξε την ιδιωτική τοποθέτηση και όχι τη δημόσια προσφορά του πενταετούς ομολόγου των 500 εκατ. ευρώ, με το επιτόκιο να διαμορφώνεται στο 2,5%.
Το κουπόνι είναι το πλέον ανταγωνιστικό σε σύγκριση με τις αντίστοιχες εκδόσεις, που πραγματοποίησαν η Εθνική και η Eurobank, καθώς διαμορφώθηκαν στο 2,90% και 2,98% αντίστοιχα.
Σημειώνεται, ότι η Πειραιώς, σε αντίθεση με τις Εθνική και Eurobank επέλεξε να διαθέσει το καλυμμένο ομόλογο μέσω ιδιωτικής τοποθέτησης και όχι μέσω δημόσιας προσφοράς.
Μεταξύ των αγοραστών του καλυμμένου ομολόγου της Πειραιώς ήταν η Ευρωπαϊκή Επενδυτική Τράπεζα (ΕΙΒ), το Ευρωπαϊκό Επενδυτικό Ταμείο (European Investment Fund) και η Ευρωπαϊκή Τράπεζα Ανασυγκρότησης και Ανάπτυξης (EBRD).
Τόσο η ισχυρή ζήτηση που εκδηλώθηκε για τους νέους τίτλους της Εθνικής όσο και η τιμολόγησή τους καταδεικνύουν ότι υπάρχει διάθεση από θεσμικούς επενδυτές για ανάληψη ελληνικού ρίσκου στην παρούσα φάση. Γεγονός που διευκολύνει την προσπάθεια των τραπεζών.
Με τον τρόπο αυτόν θα γίνει ένα πρώτο σημαντικό βήμα για την επαναπροσέγγιση με το διεθνές χρηματοπιστωτικό σύστημα και τη μείωση της ακριβής χρηματοδότησης από τον έκτακτο μηχανισμό της ΤτΕ (ELA), ο οποίος έχει υποχωρήσει πλέον λίγο κάτω από τα 30 δισ. ευρώ έναντι 100 δισ. ευρώ στην κορύφωσή του, πριν από περίπου δύο χρόνια.