Επιστρέφει ο φόρος υπεραξίας για τα πωλητήρια σε ακίνητα και αγροτεμάχια
Η επαναφορά του φόρου υπεραξίας αποτελεί μνημονιακή υποχρέωση, αφότου ανεστάλη για τρία χρόνια, το 2015, το 2016 και το 2017 με νομοθετικές ρυθμίσεις, που ψηφίστηκαν από τη Βουλή το 2014 και το 2016. Η περίοδος αναστολής λήγει στις 31 Δεκεμβρίου 2017.
Σύμφωνα με τον «Ελεύθερο Τύπο», ο φόρος υπολογίζεται με βάση τον άρθρο 41 του Κώδικα Φορολογίας Εισοδήματος που προβλέπει:
-Ο φόρος υπεραξίας θα επιβάλλεται με συντελεστή 15% στο κέρδος που προκύπτει ανάμεσα στην τιμή κτήσης και την τιμή πώλησης κάθε ακινήτου. Ο φόρος θα επιβαρύνει τον πωλητή του ακινήτου ενώ ο αγοραστής θα οφείλει φόρο μεταβίβασης 3% επί της αντικειμενικής αξίας του ακινήτου
-Εφόσον ο φορολογούμενος έχει διακρατήσει το ακίνητο που πουλάει για πέντε τουλάχιστον έτη από τη στιγμής της απόκτησής του, η υπεραξία θα είναι αφορολόγητη μέχρι του ποσού των 25.000 ευρώ.
-Όσοι μεταβιβάσουν ακίνητα τα οποία έχουν στην κατοχή τους πριν το 1995 θα απαλλάσσονται από το φόρο υπεραξίας.
Η τελική υπεραξία επί της οποίας θα υπολογίζεται ο φόρος θα προσδιορίζεται με βάση ποσοστιαίους συντελεστές απομείωσης κλιμακούμενους ανάλογα με τα έτη διακράτησης του ακινήτου (από 98,2% για δύο χρόνια διακράτησης έως 60% για περισσότερα από 25).
Ειδικά για ακίνητα που έχουν αποκτηθεί από 1η Ιανουαρίου 1995 έως τις 31 Δεκεμβρίου του 2002 οι συντελεστές απομείωσης θα περιορίζονται, καθώς θα πολλαπλασιάζονται με 0,8.