Οι φτωχές επιδόσεις σε εξαγωγές και εγχώρια ζήτηση πιέζουν την οικονομία της Κίνας
Πιέσεις εξακολουθεί να υφίσταται η οικονομία της Κίνας, καθώς οι εξαγωγές της παραμένουν σε μάλλον απογοητευτικά επίπεδα και η εγχώρια ζήτηση εμφανίζει σημαντικές αδυναμίες.
Την ίδια στιγμή, οι «σκοτεινές» προοπτικές στο παγκόσμιο ΑΕΠ, σε συνδυασμό με τις γεωπολιτικές εντάσεις, έρχονται να επιτείνουν την αγωνία για το μέλλον της Νο.2 οικονομίας του πλανήτη.
Τον Ιούνιο, οι εξαγωγές της Κίνας υποχώρησαν κατά 12,4% (σε όρους δολαρίου), συμπληρώνοντας τη δεύτερη συνεχόμενη μηνιαία κάμψη αλλά και τη μεγαλύτερη βουτιά από την εποχή της πανδημίας.
Η παγκόσμια ζήτηση αποτελούσε για σειρά ετών το βασικό «καύσιμο» της κινεζικής ανάπτυξης. Ωστόσο, αυτή η τάση ξεκίνησε να «ξεθωριάζει» στα τέλη του 2022. Πλέον, οι εξαγωγές έχουν καταγράψει πτώση στους τέσσερις από τους συνολικά έξι μήνες του φετινού έτους.
Ενόσω η παγκόσμια ανάπτυξη επιβραδύνει και πολλές κεντρικές τράπεζες συνεχίζουν τη σφιχτή νομισματική πολιτική, με στόχο την αναχαίτιση του πληθωρισμού, είναι ολοένα και πιο απίθανο η διεθνής ζήτηση για τα κινεζικά προϊόντα να ανακάμψει αισθητά και να συμβάλλει στην ανάταση της κινεζικής οικονομίας.
«Αναμένουμε μια μόνο μικρή "ανακούφιση" στις κινεζικές εξαγωγές στο β’ εξάμηνο, καθώς οι ΗΠΑ είναι πιθανό να εισέλθουν σε ήπια ύφεση, ενώ η Ευρωζώνη ενδεχομένως θα παραμείνει αδύναμη» σχολιάζει ο Ντάνκαν Γρίγκλεϊ, επικεφαλής οικονομολόγος για την Κίνα στην Pantheon Macroeconomics.
«Ο κίνδυνος μιας νέα κλιμάκωσης του τεχνολογικού πολέμου με τις ΗΠΑ, δεν μπορεί να αποκλειστεί» προσθέτει ο έμπειρος αναλυτής, ο οποίος παραθέτει στο «τραπέζι» ακόμη μία πηγή αβεβαιότητας. Ας σημειωθεί ότι το Πεκίνο έχει ήδη επιβάλλει περιορισμούς στις εξαγωγές προς τις ΗΠΑ, οι οποίες αφορούν δύο βασικά υλικά για την κατασκευή ημιαγωγών και ηλεκτρικών οχημάτων.
Το υποτονικό κλίμα στις εξαγωγές χαρακτηρίζεται ως ευρύ. Οι εξαγωγές προς τις ΗΠΑ, Νο.1 οικονομία του πλανήτη, υποχωρούν για 11 συνεχόμενους μήνες (συνολικά στο -24%). Διψήφια πτώση, όμως, καταγράφεται και στις παραδόσεις εμπορευμάτων στη Νότια Κορέα, στην Ιαπωνία, στην Ταϊβάν, στη Γερμανία, στην Ιταλία, στο Ηνωμένο Βασίλειο, στην Ολλανδία και στον Καναδά. Αρνητικά πρόσημα παρατηρούνται, επίσης, στη Γαλλία.
«Οι εξωγενείς αβεβαιότητες αυξάνονται και οι προοπτικές της παγκόσμιας οικονομίας δεν έχουν βελτιωθεί ακόμη» παραδέχεται ο Μπρους Πανγκ, αναλυτής της Jones Lang LaSalle.
Πέραν των εξαγωγών, όμως, έντονη αδυναμία παρατηρείται και στον τομέα της εγχώριας κατανάλωσης. Η ζήτηση στην Κίνα για ηλεκτρονικά υλικά από την Ταϊβάν και τη Νότια Κορέα, βαίνει εξίσου μειούμενη. Στις εισαγωγές, δε, σόγιας, χαλκού, σιδηρομεταλλεύματος και φυσικού αερίου σημειώνεται μια σταθερά καθοδική πορεία
Μέσα σ’ αυτό το πλαίσιο, το Πεκίνο αναζητά λύσεις για να τονώσει την εγχώρια ζήτηση και να στηρίξει τους ρυθμούς ανάκαμψης, οι οποίοι συνεχίζουν να απογοητεύουν. Όμως, σ’ αυτήν την προσπάθεια δεν θα έχει σύμμαχο τη διεθνή ζήτηση, η οποία μέχρι πρότινος αποτελούσε το βασικό «καύσιμο» της κινεζικής οικονομίας.