Παρέμβαση ΕΚΤ για τη... συνεργασία τραπεζών με τα hedger funds
Φωτογραφική προειδοποίηση για τις σχέσεις των τραπεζών της Ευρωζώνης με τα hedge funds απηύθυνε η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα.
Συγκεκριμένα, ο επικεφαλής του SSM Αντρέα Ενρία, τόνισε πως οι τράπεζες της Ευρωζώνης θα πρέπει να είναι πιο προσεκτικές και επιλεκτικές με τους πελάτες υψηλού κινδύνου που μπορεί να συνεργάζονται και το πώς διαχειρίζονται το μέγεθος της έκθεσης τους.
H παρέμβαση του κ. Ενρία, επιβεβαιώνει την ανησυχία των ρυθμιστικών αρχών για το ρόλο και τη δραστηριοποίηση των μη τραπεζικών ιδρυμάτων, έναν κλάδο που έχει ενισχυθεί σημαντικά και έχει φτάσει να αναλογεί σχεδόν στο ήμισυ του παγκόσμιου χρηματοπιστωτικού συστήματος.
Κλάδος που διογκώθηκε μετά την κρίση
Ο μη τραπεζικός κλάδος, που αγκαλιάζει κυρίως τα hedge funds, διογκώθηκε μετά την παγκόσμια χρηματοπιστωτική κρίση, όταν οι νέοι εποπτικοί κανόνες που δρομολογήθηκαν περιόρισαν σε πιο ασφυκτικά όρια τις τράπεζες, φτάνοντας έτσι σε αξία περίπου τα 240 τρισ. δολάρια, σύμφωνα με το Συμβούλιο Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας του G20.
Αναφερόμενος στη δραστηριοποίηση του μη τραπεζικού κλάδου, ο κ. Ενρία κάλεσε τις τράπεζες της Ευρωζώνης να είναι πιο απαιτητικές με τους πελάτες αυτούς και να μην διστάζουν να λένε «όχι» όταν μια συμφωνία μοιάζει πολύ επικίνδυνη.
«Η αδυναμία ενός πελάτη να παράσχει πληροφορίες θα πρέπει να έχει ως αποτέλεσμα μια πιο συντηρητική προσέγγιση όσον αφορά τις εξασφαλίσεις, τα περιθώρια και τα όρια, ή ακόμη και την απόρριψη ή τη διαγραφή τέτοιων πελατών» ανέφερε ο Ενρία.
Η συνεργασία με τις τράπεζες
Την περίοδο των χαμηλών επιτοκίων που έφερε και μειωμένα κέρδη, διαπιστώθηκε ότι οι τράπεζες είχαν μεγαλύτερο κίνητρο να αυξήσουν τον όγκο των υπηρεσιών κεφαλαιαγοράς που παρέχουν σε πελάτες υψηλότερου κινδύνου και μικρότερης διαφάνειας, όπως είναι βέβαια τα μη τραπεζικά χρηματοπιστικά ιδρύματα, όπως τα hedge funds. Όμως, αυτό αύξησε και το μέγεθος της έκθεσης τους, εξού και το καμπανάκι από την πλευρά της ΕΚΤ.
Ένα από τα πλέον χαρακτηριστικά παραδείγματα είναι βέβαια αυτό του fund της Archegos, που κατέρρευσε το 2021, προκαλώντας τεράστιες ζημιές σε πολλές ευρωπαϊκές και όχι μόνο τράπεζες. Ειδικά η ελβετική Credit Suisse ακόμη δεν έχει συνέλθει από το πλήγμα που δέχτηκε. Όμως, η υπόθεση του Archegos στάθηκε αφορμή ώστε η ΕΚΤ να επανεξετάσει τον τρόπο με τον οποίο οι τράπεζες της Ευρωζώνης αντιμετωπίζουν και διαχειρίζονται πελάτες υψηλού ρίσκου και πως διαχειρίζονται τον κίνδυνο αθέτησης των υποχρεώσεων ενός τέτοιου πελάτη.
Ο πόλεμος στην Ουκρανία
Παράλληλα ο πόλεμος στην Ουκρανία και η ενεργειακή κρίση έφερε στο προσκήνιο τις σχέσεις των τραπεζών με τους traders της αγοράς των commodities και τις ενεργειακής εταιρείες με φόντο την έντονη αστάθεια που παρουσίασαν τα commodities
Η έρευνα της ΕΚΤ κατέγραψε πρόοδο σε αρκετούς τομείς, αλλά και αρκετές ελλείψεις κυρίως σε σχέση με τις εγγυήσεις που ζητούν οι τράπεζες από τέτοιους πελάτες, αλλά και τους νομικούς όρους των συμβολαίων.
Για παράδειγμα, όπως εξήγησε ο κ. Ενρία, οι νομικοί όροι των συμβάσεων παραγώγων «φαίνεται να έχουν χαλαρώσει υπό εμπορική πίεση», με αποτέλεσμα οι δείκτες έγκαιρης προειδοποίησης να μην λαμβάνονται πάντα υπόψη.
Η διόρθωση των αδυναμιών
Έτσι, η Τράπεζα μέσω κυρίως του αρμόδιου SSM σκοπεύει να χρησιμοποιήσει όλο το φάσμα της εργαλειοθήκης της προκειμένου να βεβαιωθεί πως οι τράπεζες της περιοχής θα ασχοληθούν άμεσα με την διόρθωση των αδυναμιών που έχουν εντοπιστεί.
Η ΕΚΤ μπορεί να προβεί στις λεγόμενες «ποιοτικές» απαιτήσεις, όπως για παράδειγμα να αυστηροποιήσει μια τράπεζα τους ελέγχους της, αλλά επίσης να αυξήσει τις κεφαλαιακές απαιτήσεις και τις απαιτήσεις ρευστότητας μιας τράπεζας, εφόσον κρίνει ότι τα αιτήματά και οι παραινέσεις της δεν λαμβάνονται υπόψη. Επίσης μπορεί να ζητήσει από τις τράπεζες να πραγματοποιήσουν μέχρι και εσωτερικά stress tests για τη διαχείριση πελατών μπορούν να αποδειχτούν προβληματικοί.
Με πληροφορίες από Imerisia.gr