Οι νέες αυξήσεις επιτοκίων και το μεγάλο «στοίχημα» για την ΕΚΤ
Νέες αυξήσεις επιτοκίων αναμένεται να φέρει το 2023, καθώς τόσο η Fed όσο και ΕΚΤ εμφανίζονται αποφιασμένες να συνεχίσουν τη «σκληρή» νομισματική πολιτική για το δολάριο και το ευρώ υπό την πίεση του υψηλού πληθωρισμού.
Ειδικά στην περίπτωση του ευρώ, στις 2 Φεβρουαρίου, όταν και θα συνεδριάσει το διοικητικό συμβούλιο της ΕΚΤ, αναμένεται να ανακοινωθεί και η πρώτη αύξηση για το 2023, η οποία και θα είναι κατά πάσα πιθανότητα της τάξης του 0,5%. Μια αύξηση που σε μεγάλο βαθμό έχει ήδη προεξοφλήσει η αγορά, όπως εξάλλου φαίνεται και από το διατραπεζικό επιτόκιο Euribor.
Το μεγάλο «στοίχημα» όμως είναι τι θα κάνει στο εξής η ΕΚΤ, δηλαδή αν θα προχωρήσει και σε περαιτέρω αυξήσεις εντός του έτους και εν τέλει ποιο θα είναι το «ταβάνι» των επιτοκίων στην παρούσα φάση. «Βαρόμετρο» των εξελίξεων σε κάθε περίπτωση αναμένεται να είναι ο πληθωρισμός και κυρίως αν θα υπάρξει κάποια ουσιαστική αποκλιμάκωσή του μέσα στους πρώτους μήνες του 2023.
Με βάση τα στοιχεία των τιμών του φυσικού αερίου, που κινούνται πολύ χαμηλότερα από τις αρχικές προβλέψεις, δεν αποκλείεται όντως να δούμε αισθητή μείωση, τουλάχιστον σε αυτή τη συγκυρία. Όμως κανείς δεν είναι σε θέση να γνωρίζει αν η αποκλιμάκωση των τιμών της ενέργειας θα είναι πρόσκαιρη και άρα τι αποτέλεσμα θα έχει μακροπρόθεσμα στο ζήτημα του πληθωρισμού ενώ παράλληλα ο πληθωρισμός «τρέφεται» και από τις ανατιμήσεις στα προϊόντα πρώτης ανάγκης, κυρίως στα τρόφιμα.
Τι σημαίνει για δάνεια και καταθέσεις
Σε κάθε περίπτωση, η προαναγγελθείσα αύξηση των επιτοκίων έχει ήδη συνέπειες σε εκατομμύρια δανειολήπτες, καθώς η διατραπεζική αγορά έχει ήδη προεξοφλήσει τα νέα επίπεδα. Ενδεικτικό είναι ότι το διατραπεζικό επιτόκιο Euribor 3μήνου διαμορφώνεται στο 2,17%, έχοντας ουσιαστικά προεξοφλήσει την πρώτη αύξηση του νέου έτους.
Αντίστοιχα, αυτό του 6μηνου ανέρχεται σε 2,761%, προεξοφλώντας μια ακόμη αύξηση της τάξης των 50 μονάδων βάσης εντός του επόμενου εξαμήνου. Τέλος, το Euribor 12μήνου διαμορφώνεται σήμερα στο 3,312%, προβλέποντας ουσιαστικά ότι έπονται τουλάχιστον δύο ακόμα αυξήσεις -πέραν αυτής του Φεβρουαρίου- εντός του 2023.
Σε απόλυτες τιμές, για τους δανειολήπτες, αυτό σημαίνει ότι το επιπλέον κόστος για ένα στεγαστικό δάνειο με κυμαινόμενο επιτόκιο μπορεί να ανέλθει ακόμη και στο αντίστοιχο των δύο επιπλέον δόσεων. Για ένα μέσο στεγαστικό δάνειο, ήδη μέχρι σήμερα η επιβάρυνση σε σχέση με το καλοκαίρι του 2022, όταν ξεκίνησε το ντόμινο ανόδου είναι της τάξης των 100 με 150 ευρώ ανά μήνα, ανάλογα με το ύψος και τη διάρκεια. Ενώ, αν τελικά η ΕΚΤ προχωρήσει όντως στις νέες αυξήσεις, το επιπλέον κόστος μπορεί να ξεπεράσει και τα 200 ευρώ ανά μήνα ή συνολικά τα 2.400 ευρώ σε ετήσια βάση.
Αντίστοιχα, για τις μικρομεσαίες επιχειρήσεις, το συνολικό κόστος δανεισμού ξεκινά πλέον από το 5%-5,5% και δεν αποκλείεται να ξεπεράσει το 6% μέσα στη χρονιά, αλλάζοντας τα δεδομένα τόσο ως προς την εξυπηρέτηση των δανείων όσο και σε σχέση με τη βιωσιμότητα των επιχειρηματικών τους πλάνων. Μάλιστα, ακριβώς αυτή η αλλαγή έχει στρέψει μαζικά επιχειρήσεις στις χορηγήσεις του Ταμείου Ανάκαμψης που επιβαρύνονται με σαφώς χαμηλότερο επιτόκια.
Στον αντίποδα όλων αυτών, και παρά τις πρόσφατες αυξήσεις από την πλευρά των χρηματοπιστωτικών ιδρυμάτων, τα επιτόκια των καταθετικών προϊόντων παραμένουν χαμηλά. Πλέον, για προθεσμιακές καταθέσεις και κυρίως για ποσά άνω των 50.000 ευρώ το επιτόκιο μπορεί να φτάσει το 1% και αναμένεται να αυξηθεί κατά τι μέσα στο 2023, λόγω και των αυξήσεων στα επιτόκια του ευρώ. Εντούτοις, για τις καταθέσεις ταμιευτηρίου, που αποτελούν και τη συντριπτική πλειονότητα των μικροκαταθετών, τα επιτόκια παραμένουν «συμβολικά», κάτω από 0,5% ή και 0,3%. Γεγονός που έχει ωθήσει αρκετούς αποταμιευτές σε άλλες εναλλακτικές λύσεις, όπως για παράδειγμα αγορές ομολόγων, αναλαμβάνοντας όμως και το σχετικό ρίσκο.