Η Λαγκάρντ προανήγγειλε δύο με τρεις ακόμα αυξήσεις επιτοκίων
Η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα αναμένεται να αυξήσει τα επιτόκιά της κατά 0,5% τουλάχιστον τρεις ακόμα φορές, σύμφωνα με όσα δήλωσε η Κριστίν Λαγκάρντ στη συνέντευξη Τύπου που έδωσε μετά τη συνεδρίαση του Διοικητικού Συμβουλίου.
Τα επιτόκια, είπε, η πρόεδρος της ΕΚΤ με βάση τα σημερινά δεδομένα, θα αυξηθούν 50 μ.β. στην επόμενη συνεδρίαση και πιθανόν και στη μεθεπόμενη, ίσως και στην αμέσως επόμενη.
«Εχουμε περισσότερο έδαφος να καλύψουμε, πρέπει να προχωρήσουμε περισσότερο», δήλωσε δύο φορές η επικεφαλής της ΕΚΤ, ενώ τόνισε ότι όταν τα επιτόκια κορυφωθούν θα παραμείνουν σε αυτά τα υψηλά επίπεδα για αρκετά μεγάλο διάστημα, ώστε να διασφαλισθεί ότι θα υπάρχει ο περιορισμός στην οικονομική δραστηριότητα που θα επιτρέψει την επάνοδο του πληθωρισμού στον στόχο του 2% μεσοπρόθεσμα.
Μετά τη σημερινή αύξηση κατά 50 μ.β., το επιτόκιο αποδοχής καταθέσεων έχει αυξηθεί στο 2% και το βασικό επιτόκιο αναχρηματοδότησης στο 2,5%.
Αύξηση πάνω από το 3%
Η Κριστίν Λαγκάρντ υπονόησε ότι τα επιτόκια της ΕΚΤ θα αυξηθούν πέραν του 3% που εκτιμούν σήμερα οι αγορές, σημειώνοντας ότι οι προβλέψεις τους δεν οδηγούν στην έγκαιρη επάνοδο του πληθωρισμού στον στόχο του 2%. «Η ΕΚΤ πρέπει να κάνει περισσότερα για τα επιτόκια σε σχέση με αυτά που έχουν προεξοφλήσει οι αγορές», είπε.
Τόνισε επίσης ότι η ανακοίνωση της ΕΚΤ πως θα υπάρξει σημαντική περαιτέρω αύξηση των επιτοκίων με σταθερό ρυθμό δεν σημαίνει κάποια στροφή στην περιοριστική πολιτικής της και ότι η κεντρική τράπεζα είναι αποφασισμένη να συνεχίσει την πολιτική της για τον πληθωρισμό, ο οποίος προβλέπεται τώρα ότι θα μείνει πάνω από τον στόχο του 2% έως το 2025.
Η απόφαση για τα ομόλογα
Αναφορικά με τη μείωση του χαρτοφυλακίου ομολόγων της ΕΚΤ, η οποία αποφασίσθηκε να αρχίσει τον ερχόμενο Μάρτιο, η πρόεδρος της ΕΚΤ είναι ότι ο ρυθμός μείωσης 15 δισ. ευρώ τον μήνα αντιστοιχεί στο 50% των προβλεπόμενων λήξεων του τακτικού προγράμματος (APP).
Τα ομόλογα του έκτακτου προγράμματος (PEPP), στο οποίο συμμετείχε και η Ελλάδα, θα συνεχίσουν να επανεπεδύονται πλήρως έως το τέλος του 2024.
Αναφορικά με τον τρόπο λήψης της σημερινής απόφασης από το Δ.Σ. η κυρία Λαγκάρντ είπε ότι υπήρχε καθολική συναίνεση σχετικά με τον προσανατολισμό της νομισματικής πολιτικής και τη στρατηγική που πρέπει να ακολουθηθεί, ενώ για την επιμέρους τακτική υπήρξε ευρεία πλειοψηφία.