Ευρωπαϊκές λύσεις για τον «πονοκέφαλο» του πληθωρισμού αναζητά το οικονομικό επιτελείο
Νέους πονοκεφάλους προκαλεί στο οικονομικό επιτελείο η συνεχής και με ταχείς ρυθμούς αύξηση του πληθωρισμού, η οποία τείνει να αναδειχθεί και σε μείζον πολιτικό ζήτημα. Με δεδομένες τις δυσκολίες που αντιμετωπίζουν τα νοικοκυριά, η κυβέρνηση αναζητεί ευρωπαϊκές λύσεις, καθώς το δημοσιονομικό καθεστώς βάζει «φρένο» σε μια μακρόχρονη διαδικασία ενισχύσεων με εθνικούς πόρους. Παράλληλα, δεν είναι λίγα τα κυβερνητικά στελέχη που εκφράζουν την αγωνία τους για τις συνέπειες που θα έχει στο εκλογικό σώμα η πρωτοφανής ακρίβεια που «ροκανίζει» τα εισοδήματα.
Καθώς, ουδείς μπορεί να αρνηθεί ότι η επέλαση της ακρίβειας «κατατρώει» την αγοραστική δύναμη των οικογενειακών προϋπολογισμών, αυξάνει τα κόστη για τις επιχειρήσεις- με τις μικρομεσαίες ειδικά να «αγκομαχούν» όλο και περισσότερο- ενώ «εξαϋλώνει» τα μέτρα ανακούφισης που έχει ανακοινώσει έως τώρα η κυβέρνηση. Όπως διαπιστώνουν όλες οι έρευνες, το μεγαλύτερο μέρος των εισοδημάτων των πλέον ευάλωτων ομάδων του πληθυσμού πηγαίνει πλέον στην κάλυψη βασικών αναγκών, όπως είναι η αγορά τροφίμων, η προμήθεια καυσίμων και η πληρωμή λογαριασμών ηλεκτρικού ρεύματος ή φυσικού αερίου. Ενώ, μία μονάδα αύξησης του πληθωρισμού μειώνει τη μέση αίσθηση ευημερίας της κοινωνίας κατά 0,6%.
Παράλληλα, οι καταθέσεις χάνουν σημαντικό μέρος της αξίας τους, αφού το μηδενικό επιτόκιο που προσφέρουν οι τράπεζες δεν καλύπτει καμία από τις πληθωριστικές απώλειες. Με δεδομένο ότι στα τέλη του 2021 οι τραπεζικές καταθέσεις των νοικοκυριών ανήλθαν σε 135 δισ. ευρώ, ένας πληθωρισμός της τάξης του 5% σε μέσα επίπεδα εφέτος, μπορεί να οδηγήσει εμμέσως σε απώλειες καταθέσεων της τάξης των 6,75 δισ. ευρώ. Ήτοι, σύμφωνα με τραπεζικά στελέχη, στη συγκεκριμένη περίπτωση τα 1.000 ευρώ θα απωλέσουν ένα αντίστοιχο ποσοστό της αξίας τους και θα διαμορφωθούν στην πραγματικότητα σε 950 ευρώ.
Το μείζον πρόβλημα είναι ότι οι ανατιμήσεις σε βασικά αγαθά, που έχουν λάβει τη μορφή χιονοστιβάδας, θα συνεχιστούν και το επόμενο διάστημα, με τις τιμές σε δεκάδες βασικά αγαθά να αναμένεται να αυξηθούν ακόμη και σε διψήφιο ποσοστό. Ειδικότερα, στη λίστα των προϊόντων που αναμένεται να ανατιμηθούν έως τα μέσα Μαΐου περιλαμβάνονται τα εξής: Σπορέλαια (από 10% έως 30%), αλεύρι (έως 30%), ζωοτροφές (έως 25%), σιμιγδάλι (15%), ελαιόλαδο (από 9% έως 13%), φρυγανιές (11%), μπισκότα (από 6% έως 11%), ψωμί για τοστ (12%), παξιμάδια (11%), ψωμί (8%), κρουασάν (20%), χαρτικά (10%), μαρμελάδες (10%), ρύζι (7,5%), οδοντόκρεμες (5%), υγρό πιάτων (9%), τσάι (5%), τυριά (από 1,5% έως15%), αλλαντικά (6%) και γάλα και χυμοί (3%). Εκ των πραγμάτων, οι καταναλωτές είτε μειώνουν τις ποσότητες που αγοράζουν είτε επιλέγουν προϊόντα χαμηλότερης διατροφικής αξίας που είναι και φθηνότερα.
Εν προκειμένω, είναι χαρακτηριστική η αποστροφή στον λόγο κορυφαίου στελέχους που γνωρίζει άριστα τις καταστάσεις, μετά από το αρνητικό ρεκόρ 27 ετών τον Μάρτιο, ότι «ο πληθωρισμός έχει πάρει φόρα». Μάλιστα, μία παράταση του πολέμου πέραν του καλοκαιριού και η διατήρηση των τιμών της ενέργειας σε υψηλά επίπεδα, θα επιδεινώσουν περαιτέρω την κατάσταση.
Το οικονομικό επιτελείο ήδη ξαναγράφει τους στόχους για το 2022 και ανεβάζει την πρόβλεψη για τον πληθωρισμό από το 1% του προϋπολογισμού, στο 5%. Αυτό θα αποτελέσει και το βασικό σενάριο στο Πρόγραμμα Σταθερότητας που θα αποσταλεί στα τέλη του μήνα στις Βρυξέλλες, ενώ στην περίπτωση που υπάρξουν δυσμενείς εξελίξεις η πρόβλεψη θα αλλάξει εκ νέου.
Στο ίδιο μήκος κύματος κινείται και η Τράπεζα της Ελλάδος, σύμφωνα με την οποία ο πληθωρισμός θα διαμορφωθεί στο βασικό σενάριο στο 5,2%, ενώ στο δυσμενές στο 7%. Όπως και το Γραφείο Προϋπολογισμού της Βουλής, στο βασικό σενάριο του οποίου ο πληθωρισμός θα διαμορφωθεί στο 7%, ενώ στο ακραίο σενάριο θα «εκτοξευτεί» στο 11%.