Φόβοι για περαιτέρω «πίεση» σε νοικοκυριά και προϋπολογισμό λόγω Ουκρανικής κρίσης
Έντονη ανησυχία ότι οι συνθήκες με την «ουκρανική κρίση» θα δημιουργήσουν ένα εκρηκτικό κοκτέιλ για τον πληθωρισμό, απειλώντας περαιτέρω τα εισοδήματα των νοικοκυριών και τον προϋπολογισμό, εκφράζουν πλέον τα κυβερνητικά στελέχη. Εάν η κρίση αυτή- που ακολουθεί τα δύο χρόνια πανδημίας- κλιμακωθεί, θα εκτοξεύσει τις τιμές στην ενέργεια και τα καύσιμα σε δυσθεώρητα ύψη, προκαλώντας πρόσθετες πληθωριστικές πιέσεις σε μια σειρά από προϊόντα και υπηρεσίες, ενώ θα επηρεαστούν δραματικά και τα κόστη μεταφοράς.
Είναι χαρακτηριστικό ότι η διεθνής τιμή του πετρελαίου έβαλε από χθες «ρότα» για τα 100 δολάρια το βαρέλι, ενώ η τιμή στο φυσικό αέριο υπερβαίνει τα 80 ευρώ ανά θερμική μεγαβατώρα. Στο οικονομικό επιτελείο τηρούν επί του παρόντος στάση αναμονής, γνωρίζοντας όμως ότι εάν συνεχιστεί η ενεργειακή κρίση, θα τεθούν σε νέα δοκιμασία οι αντοχές της ελληνικής οικονομίας, προκαλώντας ένα ντόμινο αλυσιδωτών αρνητικών συνεπειών.
Σύμφωνα με τους υπολογισμούς του υπουργείου Οικονομικών, για κάθε 10 ευρώ αύξησης στο φυσικό αέριο, μειώνεται κατά 600 εκατ. ευρώ το ΑΕΠ της χώρας, κάτι που μπορεί να έχει τελικό κόστος για την ελληνική οικονομία αρκετά δισ. ευρώ. Η απειλή- προειδοποίηση του αναπληρωτή προέδρου του ρωσικού Συμβουλίου Ασφαλείας, Ντιμίτρι Μεντβέντεφ, ότι η τιμή του φυσικού αερίου για την Ευρώπη θα φτάσει στις 2.000 ευρώ ανά χίλια κυβικά μέτρα- ήτοι 200 ευρώ ανά θερμική μεγαβατώρα- λόγω της αναστολής αδειοδότησης του Nordstream2, δείχνει το μέγεθος του προβλήματος, με δεδομένη την ενεργειακή εξάρτηση της χώρας από το ρωσικό φυσικό αέριο.
Βασική προτεραιότητα της κυβέρνησης, δηλώνουν στελέχη του οικονομικού επιτελείου, είναι η συνέχιση των επιδοτήσεων των λογαριασμών ρεύματος και φυσικού αερίου, έχοντας πόρους 2 δισ. ευρώ για το 2022 από τα δικαιώματα ρύπων. Όμως, εκτιμάται ότι θα χρειαστεί να επιστρατευτούν επιπλέον κονδύλια από τον προϋπολογισμό, και για αυτόν τον λόγο θα χρησιμοποιηθεί ένα μέρος από τον έξτρα δημοσιονομικό χώρο που θα προκύψει το επόμενο διάστημα, περικόπτοντας άλλες ενδεχόμενες παροχές. Στο τραπέζι παραμένει, επίσης, το ζήτημα χορήγησης εφάπαξ «επιδόματος ακρίβειας» στις ευάλωτες ομάδες του πληθυσμού.
Στο μέτωπο του πληθωρισμού, μετά την άνοδο κατά 6,2% τον Ιανουάριο- την υψηλότερη από το 1997- και με τις ανατιμήσεις να διαχέονται από τη συντριπτική πλειονότητα των τροφίμων έως και τις υπηρεσίες που σχετίζονται με τον τουρισμό, θεωρείται βέβαιο ότι αυτός, λόγω των νέων δεδομένων με την ουκρανική κρίση, θα «σκαρφαλώσει» σε ακόμα μεγαλύτερα ύψη. Και καθώς ο προϋπολογισμός έχει ψηφιστεί τον περασμένο Δεκέμβριο με πρόβλεψη για πληθωρισμό 0,9%- που τέθηκε εκτός πραγματικότητας από τον πρώτο μήνα του έτους κιόλας- θεωρείται βέβαιο ότι ο στόχος αυτός θα αναθεωρηθεί τον Απρίλιο με την κατάθεση του Μεσοπρόθεσμου Πλαισίου. Όταν και θα μπουν στο «μικροσκόπιο» όλα τα νέα βασικά μακροοικονομικά και δημοσιονομικά μεγέθη που επηρεάζονται από τις γεωπολιτικές εξελίξεις.