Εγκύκλιος Τσακλόγλου: Διευκρινίσεις για συντάξεις χηρείας, εθνική σύνταξη και κατώτατο όριο λόγω θανάτου
Με εγκύκλιο του υφυπουργού Εργασίας και Κοινωνικών Υποθέσεων, Πάνου Τσακλόγλου, παρέχονται ουσιώδεις διευκρινίσεις επί υφιστάμενων νομοθετικών ρυθμίσεων του ν. 4387/2016 σχετικά με τέσσερα διακριτά και, ταυτόχρονα, συνδεόμενα μεταξύ τους ζητήματα.
Όπως αναφέρεται σε ανακοίνωση του υπουργείου Εργασίας και Κοινωνικών Υποθέσεων, βασικός σκοπός της εγκυκλίου, η οποία δεν έχει αναδρομική ισχύ, είναι η αποσαφήνιση των κειμένων διατάξεων για να δοθούν διευκρινίσεις σε ερωτήματα του e-ΕΦΚΑ και ολοκληρωμένες οδηγίες για την αποτελεσματική ανάπτυξη των πληροφοριακών συστημάτων και λογισμικών του φορέα, ούτως ώστε να διασφαλίζεται η άρτια εξυπηρέτηση των ασφαλισμένων και η εύρυθμη λειτουργία του κοινωνικοασφαλιστικού μας συστήματος.
Συγκεκριμένα, σύμφωνα με την ανακοίνωση, η εγκύκλιος θίγει τα ακόλουθα ζητήματα:
«1. Τον τρόπο χειρισμού της εθνικής σύνταξης, όταν συντρέχει σώρευση περισσότερων της μιας εθνικών συντάξεων από ίδιες ή διαφορετικές αιτίες.
Με την εγκύκλιο, διευκρινίζεται ότι, βάσει του νόμου, η θέσπιση της εθνικής σύνταξης (επιπλέον της ανταποδοτικής σύνταξης) αποσκοπεί στη διασφάλιση ενός κατώτατου ποσού σύνταξης για κάθε κατηγορία συνταξιούχων του e-ΕΦΚΑ. Στο πνεύμα αυτό, η εθνική σύνταξη χρηματοδοτείται απευθείας από τον κρατικό προϋπολογισμό. Συνεπώς, εκ της ίδιας της φιλοσοφίας και αρχιτεκτονικής της εθνικής σύνταξης και, πάντα, σύμφωνα με τον νόμο, δεν επιτρέπεται η σώρευση περισσοτέρων της μιας εθνικών συντάξεων στο ίδιο άτομο.
Σε εφαρμοστικό επίπεδο, όταν ένας ασφαλισμένος δικαιούται περισσότερες της μιας συντάξεις από οποιαδήποτε αιτία (γήρατος, αναπηρίας ή θανάτου), του χορηγείται μία μόνο εθνική σύνταξη, που δεν μπορεί να υπερβαίνει (μεμονωμένα ή ως άθροισμα εθνικών συντάξεων από διαφορετικές αιτίες) το ανώτατο όριο μίας πλήρους εθνικής σύνταξης (384 ευρώ). Ο κανόνας αυτός ισχύει και εφαρμόζεται, ανεξαρτήτως της προέλευσης του συνταξιοδοτικού δικαιώματος (εξ ιδίου δικαιώματος ή κατά μεταβίβαση) και σε οποιονδήποτε συνδυασμό σώρευσης.
2. Το ανώτατο και το κατώτατο όριο σύνταξης, λόγω θανάτου
Το συνολικό ποσό των κατά μεταβίβαση συντάξεων που καταβάλλονται στα δικαιοδόχα πρόσωπα (σύζυγος, τέκνα), λόγω θανάτου του συνταξιούχου, δεν μπορεί να υπερβαίνει τη σύνταξη του θανόντος. Αντιστοίχως, το ποσό του συνόλου των κατά μεταβίβαση συντάξεων που καταβάλλονται στα δικαιοδόχα πρόσωπα δεν μπορεί να είναι χαμηλότερο των 360 ευρώ.
Εξαίρεση αποτελούν τα ορφανά τέκνα και από τους δύο γονείς, στα οποία το κατώτατο όριο δεν επιμερίζεται, αλλά το καθένα λαμβάνει τουλάχιστον το κατώτατο όριο.
3. Το πλήθος δικαιωμάτων σε ανταποδοτική σύνταξη επί σώρευσης συντάξεων διαφορετικής αιτίας στο πρόσωπο του θανόντος.
Σε περίπτωση θανάτου συνταξιούχου που ελάμβανε δύο ανταποδοτικές συντάξεις, το δικαίωμα των δικαιοδόχων στη σύνταξη του θανόντος είναι ενιαίο και αδιαίρετο, ανεξαρτήτως του πλήθους και του είδους των δικαιωμάτων που μεταβιβάζονται από τον θανόντα.
4. Για τις συντάξεις χηρείας, μετά την πρώτη τριετία.
Για τα τρία πρώτα χρόνια, μετά τον θάνατο του συνταξιούχου, καταβάλλεται στον επιζώντα σύζυγο ολόκληρη η σύνταξη χηρείας, η οποία ισούται με το 70% της σύνταξης του θανόντος. Οι κανόνες σώρευσης της εθνικής σύνταξης, όπως αναλύθηκαν παραπάνω, εφαρμόζονται απαρέγκλιτα.
Με το πέρας της πρώτης τριετίας, πάντα σύμφωνα με τις διατάξεις του νόμου, η σύνταξη προσαρμόζεται και καταβάλλεται το ήμισυ αυτής, (δηλαδή το 35% της σύνταξης του θανόντος), εφόσον ο επιζών εργάζεται ή αυτοαπασχολείται ή λαμβάνει σύνταξη από οποιαδήποτε άλλη πηγή. Εάν ο επιζών σύζυγος είναι ανάπηρος σε ποσοστό τουλάχιστον 67%, εξακολουθεί να λαμβάνει ολόκληρη τη σύνταξη χηρείας, χωρίς περικοπή, για όσο διαρκεί η αναπηρία».