Προς ανοδική αναθεώρηση για το φετινό ΑΕΠ το ΥΠΟΙΚ
Στην επί τα βελτίω αναθεώρηση των προβλέψεων για τον ρυθμό ανάπτυξης φέτος οδηγείται το υπουργείο Οικονομικών, παρά το πλήγμα των 40 δισ. ευρώ που δέχθηκε η οικονομία από την πανδημία, καθώς, οι πρόδρομοι δείκτες από την ΕΛΣΤΑΤ και οι προβολές των μεγεθών, δείχνουν ότι στο β’ τρίμηνο του έτους η οικονομία «έτρεξε» με διψήφιο ρυθμό.
Με αποτέλεσμα, να εκτιμώνται ρυθμοί ανόδου του ΑΕΠ έως και 5% εφέτος, ήτοι περίπου 1,5 ποσοστιαία μονάδα πάνω από τις επίσημες προβλέψεις του υπουργείου Οικονομικών στον προϋπολογισμό και σχεδόν μια μονάδα πάνω από τις αναθεωρημένες εκτιμήσεις της Ευρωπαϊκής Επιτροπής.
Κομβική ημερομηνία είναι η 7η Σεπτεμβρίου, όταν η ΕΛΣΤΑΤ θα δημοσιοποιήσει τα στοιχεία για την πορεία του ΑΕΠ το β’ τρίμηνο, που θα «κλειδώσουν» τις θετικές προβλέψεις για την ανάπτυξη με την κατάθεση στις αρχές Οκτωβρίου του προσχεδίου του προϋπολογισμού για το 2022, υπό την αίρεση φυσικά ότι δεν θα υπάρξουν νέες ανατροπές λόγω της πανδημίας. Είναι χαρακτηριστικό ότι, σύμφωνα με πληροφορίες, υπήρξε «πίεση» προς τον υπουργό Οικονομικών για να αναθεωρήσει τις αρχικές εκτιμήσεις και να αποτυπώσει τις νέες τάσεις στο Μεσοπρόθεσμο Πλαίσιο, ωστόσο αυτός γνωρίζει πως η περίοδος που διανύουμε κρύβει εκπλήξεις και δίνει «ραντεβού» για το Φθινόπωρο.
Εάν το ΑΕΠ κλείσει τελικά σε υψηλότερο επίπεδο σε σχέση με το αρχικώς προϋπολογισθέν, θα δημιουργήσει πρόσθετο δημοσιονομικό χώρο για φοροελαφρύνσεις. Ωστόσο, τα στελέχη του οικονομικού επιτελείου κρατούν χαμηλά τον πήχη, υποστηρίζοντας ότι τα περιθώρια για νέες ελαφρύνσεις περιορίζονται λόγω του κόστους των φυσικών καταστροφών που ανέρχεται σε 1,5 δισ. ευρώ και προστίθεται σε αυτό της πανδημίας. Αυτήν τη στιγμή θεωρούνται δεδομένες η επέκταση και το 2022 τόσο του «παγώματος» της εισφοράς αλληλεγγύης στον ιδιωτικό τομέα, όσο και της μείωσης των ασφαλιστικών εισφορών. Στις ασκήσεις επί χάρτου που πραγματοποιούνται αυτήν την περίοδο ενόψει και της ΔΕΘ, επιπλέον πιθανό μέτρο θεωρείται η επέκταση της κατάργησης της εισφοράς αλληλεγγύης στον δημόσιο τομέα.
Εν κατακλείδι, στελέχη του οικονομικού επιτελείου προσδιορίζουν σε πέντε τους παράγοντες που θα διαμορφώσουν το ύψος της ανάπτυξης:
1. Η πορεία του τουρισμού: Τα έως τώρα στοιχεία δείχνουν σημαντική αύξηση των αφίξεων συγκριτικά με το 2020, αλλά και κάλυψη σημαντικού μέρους των απωλειών σε σχέση με το 2019. Οι διεθνείς αφίξεις στο «Ελ. Βενιζέλος» κατά την πρώτη εβδομάδα του Αυγούστου υπερβαίνουν το 70% εκείνων του αντίστοιχου διαστήματος του 2019, τελευταίου έτους κανονικής δραστηριότητας του διεθνούς τουρισμού πριν από την πανδημία.
2. Η εξέλιξη της πανδημίας: Από την «έκρηξη» των κρουσμάτων και την πορεία της υγειονομικής κρίσης θα καθοριστούν τυχόν επιπλέον δαπάνες που θα χρειαστούν τόσο το 2021, όσο και το επόμενο έτος, και θα επηρεάσουν αρνητικά το δημοσιονομικό αποτέλεσμα.
3. Η πορεία της οικονομίας το β’ τρίμηνο: Οι προσδοκίες είναι ότι θα υπάρξει διψήφια ανάκαμψη 10%- 11%, καθώς οι συγκρίσεις θα γίνουν με το β’ τρίμηνο του 2020, όταν βρισκόταν σε εξέλιξη το πρώτο ολικό lockdown της οικονομίας.
4. Η αξιοποίηση των πόρων τόσο από το ΕΣΠΑ, όσο και του Ταμείου Ανάκαμψης. Ήδη έχει εκταμιευθεί από το Ταμείο Ανάκαμψης η προκαταβολή ύψους 4 δισ. ευρώ, ενώ στόχος είναι να εισρεύσει έως τα τέλη Δεκεμβρίου η πρώτη δόση συνολικού ύψους 3,5 δισ. ευρώ.
5. Η πορεία είσπραξης των φορολογικών εσόδων κατά το τελευταίο πεντάμηνο του έτους. Πρόκειται για μία περίοδο όπου ο «λογαριασμός» θα είναι ιδιαίτερα βαρύς για τους φορολογούμενους, αφού θα πρέπει να καταβάλουν φορολογικές υποχρεώσεις περίπου 22 δισ. ευρώ.