Άλμα για την ελληνική μεταποίηση
Τα δεδομένα της έρευνας PMI® του Ιουνίου υπέδειξαν σημαντική άνοδο του ελληνικού μεταποιητικού τομέα, καθώς οι λειτουργικές συνθήκες βελτιώθηκαν με τον εντονότερο ρυθμό που έχει καταγραφεί από τον Απρίλιο του 2000.
Η αύξηση των νέων παραγγελιών υποστήριξε τη συνολική ανάπτυξη, ενώ, σύμφωνα με αναφορές, η αύξηση της παραγωγής επιβραδύνθηκε από τις σοβαρές ελλείψεις υλικών. Η απόδοση των προμηθευτών επιδεινώθηκε στον μεγαλύτερο βαθμό που έχει καταγραφεί από τον Απρίλιο του 2020, γεγονός που ενέτεινε τις πιέσεις στην παραγωγική ικανότητα και ώθησε το κόστος εισροών σε υψηλότερα επίπεδα.
Οι εταιρείες επιδίωξαν να μετακυλίσουν μέρος του υψηλότερου κόστους στους πελάτες, μέσω της εντονότερης αύξησης των τιμών χρέωσης που έχει καταγραφεί στην ιστορία της έρευνας.
Εν τω μεταξύ, οι ελλείψεις από την πλευρά των προμηθευτών οδήγησαν ολοένα και περισσότερο τις εταιρείες στην αύξηση των αποθεμάτων ασφαλείας, ώστε να συνεχιστεί ανεπηρέαστα η διαδικασία παραγωγής.
Ο κύριος Δείκτης Υπευθύνων Προμηθειών της IHS Markit για τον τομέα μεταποίησης στην Ελλάδα (Purchasing Managers’ Index® – PMI®) είναι ένας σύνθετος δείκτης της απόδοσης της μεταποιητικής οικονομίας. Προκύπτει από δείκτες σχετικά με τις νέες παραγγελίες, την παραγωγή, την απασχόληση, τον χρόνο παράδοσης προμηθειών και τα αποθέματα προμηθειών. Οποιαδήποτε τιμή πάνω από το σημείο μηδενικής μεταβολής των 50.0 μονάδων υποδεικνύει συνολική βελτίωση των συνθηκών του τομέα.
Ο κύριος δείκτης PMI έκλεισε στις 58.6 μονάδες τον Ιούνιο, τιμή υψηλότερη από τις 58.0 μονάδες του Μαΐου. Η πρόσφατη βελτίωση της υγείας του ελληνικού μεταποιητικού τομέα ήταν η ισχυρότερη που έχει καταγραφεί από τον Απρίλιο του 2000 και ήταν σε γενικές γραμμές σημαντική.
Η έντονη αύξηση της εισροής νέων παραγγελιών τον Ιούνιο συνέβαλε στην άνοδο της τιμής του κύριου δείκτη. Η άνοδος των πωλήσεων ήταν η ταχύτερη που έχει καταγραφεί σε διάστημα 21 ετών, καθώς αναφέρθηκε εντονότερη ζήτηση από την πλευρά των πελατών τόσο από το εσωτερικό όσο και από το εξωτερικό. Ταυτόχρονα, οι νέες πωλήσεις στο εξωτερικό αυξήθηκαν με τον δριμύτερο ρυθμό που έχει καταγραφεί από τον Φεβρουάριο του 2020.
Ωστόσο, η αύξηση της παραγωγής επηρεάστηκε αρνητικά λόγω των συνεχιζόμενων και επιδεινούμενων αναταραχών στην αλυσίδα εφοδιασμού τον Ιούνιο. Ο ρυθμός ανάπτυξης ήταν σε γενικές γραμμές ισχυρός και ο δεύτερος ταχύτερος που έχει καταγραφεί από τον Φεβρουάριο του 2020, ενώ οι εταιρείες επισήμαναν την αυξημένη πίεση στην παραγωγική ικανότητα.
Με εξαίρεση τη σημαντική επιδείνωση της απόδοσης των προμηθευτών τον Απρίλιο του 2020, τα στοιχεία του Ιουνίου υπέδειξαν τη μεγαλύτερη επιμήκυνση του χρόνου παράδοσης προμηθειών που έχει καταγραφεί στην ιστορία της έρευνας.
Οι εταιρείες ανέφεραν αρκετές φορές ότι οι μεγαλύτεροι χρόνοι παράδοσης προμηθειών ήταν αποτέλεσμα των καθυστερήσεων στις μεταφορές, της μεγαλύτερης ζήτησης για προμήθειες παγκοσμίως και των ελλείψεων από την πλευρά των προμηθευτών.
Ως εκ τούτου, οι βασικές τιμές εισροών αυξήθηκαν σημαντικά στο τέλος του δεύτερου τριμήνου. Ο ρυθμός αύξησης του κόστους επιταχύνθηκε για ενδέκατο συνεχή μήνα και ήταν ο ταχύτερος που έχει καταγραφεί στην ιστορία της έρευνας.
Κατά συνέπεια, οι εταιρείες αύξησαν τις τιμές χρέωσης λόγω των ευνοϊκών συνθηκών ζήτησης. Ο ρυθμός αύξησης των τιμών πώλησης ήταν ο ταχύτερος που έχει καταγραφεί από την αρχή συλλογής των συγκεκριμένων στοιχείων, τον Νοέμβριο του 2002.
Κατ’ αναλογία με τις αυξημένες επιβαρύνσεις κόστους, οι εταιρείες αύξησαν την αγοραστική τους δραστηριότητα, ενώ η αύξηση επιταχύνθηκε με τον δριμύτερο ρυθμό που έχει καταγραφεί από τον Φεβρουάριο του 2020. Τα αποθέματα προμηθειών εξακολούθησαν να μειώνονται, εντούτοις με τον βραδύτερο ρυθμό που έχει καταγραφεί σε διάστημα τριών μηνών, ως αποτέλεσμα των προσπαθειών δημιουργίας αποθεμάτων. Τα αποθέματα ετοίμων προϊόντων μειώθηκαν εξίσου, καθώς οι εταιρείες προσπάθησαν τα ανταποκριθούν στις απαιτήσεις παραγγελιών χρησιμοποιώντας τα υπάρχοντα αποθέματα για τις πωλήσεις τους.
Εν τω μεταξύ, οι αυξημένες απαιτήσεις παραγωγής οδήγησαν στη δημιουργία θέσεων εργασίας τον Ιούνιο. Η αύξηση των επιπέδων απασχόλησης ήταν η εντονότερη που έχει καταγραφεί από την έναρξη της πανδημίας, ωστόσο δεν κατάφερε να εμποδίσει την επιτάχυνση της συσσώρευσης αδιεκπεραίωτων εργασιών. Οι εργασίες σε εκκρεμότητα αυξήθηκαν με τον ταχύτερο ρυθμό που έχει καταγραφεί στην ιστορία της έρευνας (από τον Νοέμβριο του 2002).
Τέλος, οι προσδοκίες ως προς την παραγωγή μέσα στο επόμενο έτος μετριάστηκαν ελαφρώς, λόγω της αβεβαιότητας που επικρατεί στην αλυσίδα εφοδιασμού. Παρόλ’ αυτά, ο βαθμός αισιοδοξίας ήταν υψηλότερος από τον μέσο όρο που έχει καταγραφεί στην ιστορία της έρευνας
Σχολιάζοντας τα αποτελέσματα της τελευταίας έρευνας, η Siân Jones, οικονομολόγος στην IHS Markit, είπε:
«Ο ελληνικός μεταποιητικός τομέας εξακολούθησε να ενισχύεται τον Ιούνιο, ως αποτέλεσμα της εντονότερης αύξησης των νέων παραγγελιών που έχει καταγραφεί σε διάστημα 21 ετών.
Παρά την έντονη αύξηση της πρόσληψης προσωπικού, οι πιέσεις στην παραγωγική ικανότητα, που ήταν απόρροια των σημαντικών ελλείψεων πρώτων υλών, περιόρισαν την αύξηση της παραγωγής, η οποία επιβραδύνθηκε σε σύγκριση με την αντίστοιχη που παρατηρήθηκε τον Μάιο.
Σύμφωνα με αναφορές, οι καθυστερήσεις επιδεινώθηκαν λόγω της μεγαλύτερης ζήτησης παγκοσμίως για εισροές, ενώ η επιβάρυνση κόστους εκτοξεύθηκε στα ύψη με ρυθμό-ρεκόρ.
Οι τιμές χρέωσης των εταιρειών αυξήθηκαν με τον ταχύτερο ρυθμό που έχει καταγραφεί από την αρχή συλλογής των στοιχείων, δεδομένων των προσδοκιών ότι η επανεκκίνηση των βασικών κλάδων της ευρύτερης οικονομίας θα οδηγήσει σε υψηλότερες τιμές καταναλωτή στις αρχές του δεύτερου εξαμήνου του 2021.
Παρόλ’ αυτά, οι προσπάθειες διατήρησης των πελατών και σταθεροποίησης της εισροής παραγγελιών είναι πιθανόν να διατηρήσουν υποτονικές τις αυξήσεις των τιμών, συνεπώς οι τρέχουσες προβλέψεις μας για τους ΔΤΚ παραμένουν στο ότι θα αυξηθούν κατά μέσο όρο 0,3% σε ετήσια βάση για το 2021.»