Σε πρώτο πλάνο η μεταρρύθμιση του ασφαλιστικού
Σε πρώτο πλάνο, ως ζήτημα που επείγει, θέτει η κυβέρνηση τη μεταρρύθμιση του ασφαλιστικού, το οποίο ο υπουργός Οικονομικών χαρακτήρισε «διαχρονικό και διατοπικό», με κοινωνικές και οικονομικές διαστάσεις.
Μιλώντας στο 2ο Συνέδριο Επαγγελματικής Ασφάλισης, ο Χρήστος Σταϊκούρας εξέφρασε την στήριξή του στον θεσμό της επαγγελματικής ασφάλισης. «Έναν θεσμό που ο ίδιος προσωπικά, αλλά και η κυβέρνηση, πάντα πιστεύουμε. Έναν θεσμό που μπορεί και πρέπει να διαδραματίσει σημαντικό ρόλο στην αναμόρφωση, τον εκσυγχρονισμό και την αναβάθμιση του ασφαλιστικού μας συστήματος», σημείωσε.
Αναφερόμενος στην συγκυρία της πανδημίας, ο υπουργός Οικονομικών την χαρακτήρισε ως «την μεγαλύτερη παγκόσμια οικονομική αναταραχή σε περίοδο ειρήνης στη σύγχρονη ιστορία», προσθέτοντας ότι αλλάζει τα πάντα επηρεάζοντας και και τον τομέα της κοινωνικής ασφάλισης. «Έναν ζωτικής σημασίας τομέα για την πορεία της χώρας, τη βιωσιμότητα των δημόσιων οικονομικών, τη μακροπρόθεσμη ευημερία της κοινωνίας και την κοινωνική και διαγενεακή αλληλεγγύη», όπως είπε.
Αναλύοντας το ασφαλιστικό, ο κ. Σταϊκούρας σημείωσε πως πρόκειται για ένα πολυπαραγοντικό ζήτημα, που στη χώρα μας, κατά καιρούς αλλά και διαχρονικά, έχει γίνει αντικείμενο έντονων συζητήσεων, διαβουλεύσεων, αλλά και διαξιφισμών.
Το ασφαλιστικό, όπως είπε, συμπλέκεται άμεσα με το δημογραφικό, χαρακτηρίζοντάς το μάλιστα ίσως τη σημαντικότερη πρόκληση που θα κληθεί να αντιμετωπίσει η χώρα μας μεσο-μακροπρόθεσμα.
Ως «πολυπαραγοντικό» χαρακτήρισε το ζήτημα της μεταρρύθμισης του ασφαλιστικού ο Χ. Σταϊκούρας, τονίζοντας ότι συμπλέκεται άμεσα με το δημογραφικό,το οποίο, όπως είπε, πρόκειται για τη σημαντικότερη πρόκληση που θα κληθεί να αντιμετωπίσει η χώρα μας μεσο-μακροπρόθεσμα.
«Οι ηλικιωμένοι αυξάνονται, τα παιδιά μειώνονται και το εργατικό δυναμικό περιορίζεται, με τις συνέπειες να είναι τεράστιες σε οικονομία και ασφαλιστικό. Ο δείκτης εξάρτησης των ηλικιωμένων αυξάνεται ραγδαία. Ένα από τα κρισιμότερα ερωτήματα που μας θέτει το δημογραφικό πρόβλημα είναι η ουσιαστικά δίκαιη ανάπτυξη», συνέχισε.
«Σε αυτό το ερώτημα, η κυβέρνηση απαντά με πολιτικές προστασίας της μητρότητας, στήριξης του θεσμού της οικογένειας, εναρμόνισης επαγγελματικής και οικογενειακής ζωής. Η αδήλωτη ή η πλημμελώς δηλωμένη εργασία είναι επίσης ένα από τα «αγκάθια» του ασφαλιστικού. Και σε αυτό το επίπεδο, χωρίς αμφιβολία, γίνεται μεγάλη προσπάθεια και παράγεται αξιοσημείωτο έργο από το αρμόδιο υπουργείο Εργασίας και τον ελεγκτικό του μηχανισμό, το Σώμα Επιθεώρησης Εργασίας», εξήγησε.
«Επιπλέον, η κυβέρνηση, μένοντας πιστή στον δρόμο των μεταρρυθμίσεων ακόμα και εν μέσω της παρατεταμένης ακραίας αβεβαιότητας λόγω του κορονοϊού, πραγματοποιεί διαδοχικές παρεμβάσεις μείωσης των ασφαλιστικών εισφορών και κατάργησης της εισφοράς αλληλεγγύης, ώστε να βελτιωθεί, να ενισχυθεί το διαθέσιμο εισόδημα των πολιτών, να μειωθεί το μη μισθολογικό κόστος της εργασίας και να περιορισθεί η διόγκωση των ληξιπρόθεσμων ασφαλιστικών οφειλών», πρόσθεσε ο υπουργός Οικονομικών για να τονίσει πως η κυβέρνηση προσεγγίζει ολιστικά το ζήτημα του ασφαλιστικού δρομολογώντας πολιτικές παροχής κινήτρων για την ενίσχυση και του κεφαλαιοποιητικού συστήματος, διασφαλίζοντας όμως παράλληλα ένα ισχυρό δημόσιο σύστημα, με καθολικό και υποχρεωτικό χαρακτήρα.
Στη συνέχεια υπογράμμισε πως η υγειονομική κρίση «χτύπησε» την χώρα μας όταν «μόλις είχε υλοποιηθεί μια σημαντική ασφαλιστική μεταρρύθμιση, που σε συνδυασμό με τις παρεμβάσεις της τελευταίας δεκαετίας, βελτίωσε σημαντικά τους δείκτες μακροχρόνιας βιωσιμότητας και επάρκειας του ασφαλιστικού μας συστήματος, οδηγώντας το σε σταθερότητα».
Ο υπουργός αναφέροντας τα βήματα προόδου που έχουν γίνει ως προς τον εξορθολογισμό και τον εκσυγχρονισμό του συνταξιοδοτικού συστήματοας, αναγνώρισε πως παραμένουν πολυάριθμες και σημαντικές προκλήσεις.
Συνοψίζοντας αυτές τις προκλήσεις ανέφερε:
1ον. Το υφιστάμενο σύστημα κοινωνικής ασφάλισης, ως διανεμητικό, είναι εξαιρετικά εκτεθειμένο στον «δημογραφικό κίνδυνο», όπου λόγω της γήρανσης του πληθυσμού μειώνεται συνεχώς η αναλογία των οικονομικά ενεργών πολιτών προς τους συνταξιούχους.
2ον. Το υφιστάμενο σύστημα δεν λειτουργεί ως μοχλός ανάπτυξης της οικονομίας. Αντίθετα, θέτει αντικίνητρα τόσο στην εργασία, όσο και στην αποταμίευση και τις επενδύσεις.
3ον. Το υφιστάμενο σύστημα δεν εμπνέει εμπιστοσύνη στις νεότερες γενιές και δημιουργεί κίνητρα για στροφή στην «γκρίζα» οικονομία, καθώς είναι διάχυτο το κλίμα αβεβαιότητας και ανησυχίας στους νέους για το εάν θα καταφέρουν να πάρουν σύνταξη.
Αυτές οι προκλήσεις, σε συνδυασμό με τις έντονες δημοσιονομικές πιέσεις που δέχεται εδώ και αρκετές δεκαετίες το συνταξιοδοτικό μας συστήματα και οι οποίες επιτείνονται λόγω της πανδημίας, καθιστούν, σύμφωνα με τον κ.Σταϊκούρα, εκ νέου επίκαιρο και επείγον το ζήτημα της μεταρρύθμισής του, «ώστε αυτό να προσαρμοστεί στις δημογραφικές τάσεις, διασφαλίζοντας ταυτόχρονα την επάρκεια των συντάξεων, τη βιωσιμότητα και τη δημοσιονομική ισορροπία».
Ο εμπλουτισμός του τρέχοντος συστήματος με κεφαλαιοποιητικά στοιχεία, θα οδηγήσει σε μια διαπυλωνική στήριξη του συνταξιοδοτικού συστήματος, με πολλαπλές θετικές συνέπειες, πρόσθεσε ο υπουργός αναφέροντας κάποιες:
- αντιμετώπιση και επιμερισμό του δημογραφικού κινδύνου,
- εισαγωγή ισχυρών κινήτρων αποτροπής της αδήλωτης εργασίας,
- μεγαλύτερη διασπορά ρίσκου, και, επομένως διαχρονικά μεγαλύτερη ασφάλεια για τις συντάξεις,
- ενίσχυση της οικονομικής μεγέθυνσης,
- εμπέδωση του αισθήματος κοινωνικής δικαιοσύνης.