Ύφεση μεγαλύτερη του 10% «βλέπει» η Alpha Bank
Πρόβλεψη για ύφεση της ελληνικής οικονομίας έως και 10,5% επί του ΑΕΠ για το 2020 λόγω της κρίσης του κορονοϊού Covid-19 κάνει η Alpha Bank.
Σύμφωνα με τους αναλυτές της τράπεζας, οι πρόσφατες ανακοινώσεις της ΕΛΣΤΑΤ σχετικά με την εξέλιξη της οικονομικής δραστηριότητας το τρίτο τρίμηνο του τρέχοντος έτους επιβεβαιώνουν ότι: (α) η πανδημική κρίση στην Ελλάδα έγινε αισθητή, κυρίως, ως μία διαταραχή της εξωτερικής ζήτησης και (β) η επεκτατική δημοσιονομική πολιτική που υιοθετήθηκε, σε συνδυασμό με την ισχυρή πιστωτική επέκταση προς τις επιχειρήσεις, οδήγησε σε σημαντική άμβλυνση των επιπτώσεων στη συνολική δαπάνη και στις θέσεις απασχόλησης.
Τα κύρια συμπεράσματα από την ανάλυση των εθνικολογιστικών στοιχείων της ΕΛΣΤΑΤ για την πορεία του ακαθάριστου εγχώριου προϊόντος και των συνιστωσών του έχουν ως ακολούθως:
Πρώτον, μετά την άρση των περιοριστικών μέτρων στη χώρα μας, τον Μάϊο και τον Ιούνιο, η οικονομική δραστηριότητα, σταδιακά, έτεινε, κατά το τρίτο τρίμηνο του έτους, προς μία «ατελή κανονικότητα», με έναν ασύμμετρο τρόπο μεταξύ των κλάδων δραστηριότητας. Η εξέλιξη αυτή αποτυπώθηκε στην αύξηση του ΑΕΠ του τρίτου τριμήνου κατά 2,3% σε τριμηνιαία, εποχικά διορθωμένη βάση, έναντι αντίστοιχης μείωσης κατά 14,1% στο δεύτερο τρίμηνο, σύμφωνα με τα πρόσφατα στοιχεία της ΕΛΣΤΑΤ. Αξίζει να σημειωθεί ότι η άνοδος του ΑΕΠ της Ευρωζώνης, το τρίτο τρίμηνο του 2020, σε σύγκριση με το προηγούμενο τρίμηνο, διαμορφώθηκε σε 12,6%, σημαντικά υψηλότερη από την αντίστοιχη του ΑΕΠ της Ελλάδας, εξέλιξη που συνδέεται πιθανώς με την πιο επιτυχή διαχείριση της υγειονομικής κρίσης στη χώρα μας στο δεύτερο τρίμηνο, αλλά και τη μεγαλύτερη εξάρτησή της από τον τουρισμό στο τρίτο τρίμηνο.
Δεύτερον, η πτώση του ΑΕΠ, στο τρίτο τρίμηνο του 2020, σε σχέση με το αντίστοιχο τρίμηνο του 2019, διαμορφώθηκε στο 11,7%, ελαφρώς μικρότερη συγκριτικά με τη συρρίκνωση του δευτέρου τριμήνου σε ετήσια βάση (14,2%) που ήταν αποτέλεσμα του καθολικού lockdown. Η μεγάλη υποχώρηση, σε ετήσια βάση, κατά το τρίτο τρίμηνο, αντικατοπτρίζει την άνευ προηγουμένου πτώση των τουριστικών εισπράξεων άνω του 70%, σε ετήσια βάση, σε αυτό το χρονικό διάστημα. Το επιχείρημα της ισχυρής εξάρτησης της οικονομίας από τον τουρισμό ενισχύεται, περαιτέρω, από δύο διαρθρωτικά χαρακτηριστικά: (α) τη σημαντική, άμεση συνεισφορά του κλάδου στο ΑΕΠ (περίπου 7%, το 2019) αλλά και τη συνολική συνεισφορά (συμπεριλαμβανομένης της έμμεσης και της επαγόμενης), η οποία βάσει υπολογισμών του World Travel and Tourism Organization αντιπροσώπευε άνω του 20% του ΑΕΠ, το 2019, (β) το εποχικό πρότυπο του ελληνικού τουρισμού, αφού ο μεγαλύτερος όγκος των τουριστικών εισπράξεων συγκεντρώνεται στο τρίτο τρίμηνο (59%, κατά μέσο όρο, την τριετία 2017-2019).
Τρίτον, η επίδραση της πανδημίας στους κλάδους του τουρισμού και των μεταφορών αντανακλάται στο γεγονός ότι ο κύριος παράγοντας της πτώσης του ΑΕΠ το τρίτο τρίμηνο, σε ετήσια βάση, ήταν η κατακόρυφη πτώση των εξαγωγών υπηρεσιών κατά 80%.
Τέταρτον, σε αντίθεση με την εξωτερική ζήτηση, η εγχώρια ιδιωτική και η δημόσια κατανάλωση, σημείωσαν άνοδο, στο τρίτο τρίμηνο, κατά 1% και 4,4%, σε ετήσια βάση, έναντι πτώσης κατά 12% και 2,7%, αντίστοιχα, στο δεύτερο τρίμηνο, εξέλιξη που οφείλεται στη στήριξη των εισοδημάτων μέσω των έκτακτων, δημοσιονομικών μέτρων, καθώς και της υποστηρικτικής πιστωτικής πολιτικής.
Πέμπτον, οι επενδύσεις μειώθηκαν οριακά, κατά 0,3%, στο τρίτο τρίμηνο του 2020, ενώ συμπεριλαμβανομένων των αποθεμάτων, αυξήθηκαν κατά 31,5%. Ως αποτέλεσμα, η συνεισφορά των επενδύσεων στη μεταβολή του ΑΕΠ του τρίτου τριμήνου ήταν σχεδόν μηδενική, ενώ η θετική συμβολή των αποθεμάτων (συμπεριλαμβανομένων των στατιστικών διαφορών) αντίστοιχα, διαμορφώθηκε σε 2,5 ποσοστιαίες μονάδες. Είναι αξιοσημείωτο ότι -εν μέσω πανδημίας- οι επενδύσεις σε μηχανολογικό και τεχνολογικό εξοπλισμό αυξήθηκαν κατά 6,3% και οι επενδύσεις σε κατοικίες κατά 32,3%.
Συνολικά, στο πρώτο εννεάμηνο, παρατηρείται συρρίκνωση του ακαθάριστου εγχωρίου προϊόντος της τάξης του 8,5%. Σύμφωνα με πρόσφατες εκτιμήσεις , το εύρος της πτώσης του ΑΕΠ, για το 2020 συνολικά, εκτιμάται μεταξύ 9% και 10,5%.