Κέντρο Αειφορίας: Ανάγκη της βιώσιμης ανάπτυξης για την επιβίωση των επιχειρήσεων
Η χρηματοδότηση επιχειρήσεων, βάσει των κριτηρίων ESG και των πιο σημαντικών διεθνών προτύπων, κυρίως εν μέσω της πρωτόγνωρης οικονομικής και κοινωνικής κρίσης που προκάλεσε η πανδημία Covid-19, βρέθηκε στο επίκεντρο πρόσφατης διαδικτυακής εκδήλωσης του Κέντρου Αειφορίας (CSE).
Στην εκδήλωση παρουσιάστηκαν τα πρώτα αποτελέσματα της νέας έρευνας του Κέντρου Αειφορίας (CSE) στην Ελλάδα για τα κριτήρια ESG καθώς και η κατάσταση στην Ελλάδα.
Σύμφωνα με σχετική ανακοίνωση, η κυρίαρχη τάση, βάσει της έρευνας, είναι ότι αν και η συντριπτική πλειοψηφία των εισηγμένων εταιρειών εκδίδουν εκθέσεις βιώσιμης ανάπτυξης, κάτι που δείχνει τη στρατηγική ενασχόλησή τους με τα ζητήματα αυτά, δεν χρησιμοποιούν παγκόσμια και αξιόπιστα πρότυπα αξιολόγησης και δεν συμμετέχουν σε ESG Ratings, τα οποία θα τις βοηθήσουν να δημοσιοποιούν σημαντικές και χρήσιμες πληροφορίες για λήψη αποφάσεων από τους επενδυτές και τις τράπεζες. Ταυτόχρονα αποτυπώνεται ότι υπάρχουν ελληνικές εταιρείες που διαθέτουν ξεκάθαρες στρατηγικές και στόχους για τη βιώσιμη ανάπτυξη και πέρα από πολύ καλές επιδόσεις στα ESG κριτήρια έχουν και διαχρονικά πολύ καλές οικονομικές επιδόσεις, σύνδεση που αποτυπώνεται και στην έρευνα.
Το συντονισμό της συζήτησης πραγματοποίησε ο Νίκος Αυλώνας, Πρόεδρος Κέντρου Αειφορίας(CSE) και Αντιπρόεδρος του Ινστιτούτου Εταιρικής Ευθύνης.
Όπως τόνισε η Βασιλική Λαζαράκου, πρόεδρος της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς, στις προτεραιότητες της οικονομίας περιλαμβάνονται όλο και περισσότερο οι περιβαλλοντικές, κοινωνικές παράμετροι και οι παράμετροι διακυβέρνησης (ESG), οι οποίες ενσωματώνονται με ταχύτατους ρυθμούς στο θεσμικό πλαίσιο των κεφαλαιαγορών με μακροπρόθεσμο ορίζοντα. Παράλληλα, η κ. Λαζαράκου αναφέρθηκε σε ευρωπαϊκούς κανονισμούς, όπως είναι το Taxonomy, σχετικά με τη θέσπιση πλαισίου για τη διευκόλυνση των βιώσιμων επενδύσεων, ο κανονισμός περί γνωστοποιήσεων αειφορίας στον τομέα των χρηματοπιστωτικών υπηρεσιών - το Sustainable Finance Disclosure Regulation (SFDR), ο οποίος θα εφαρμόζεται από το Μάρτιο 2021, καθώς και οι ρυθμίσεις για Benchmark Αειφορίας. Παράλληλα, αναφέρθηκε και η τροποποίηση του πλαισίου για δημοσιοποίηση μη-χρηματοοικονομικών πληροφοριών από τις εισηγμένες εταιρείες, καθώς και συγκεκριμένες ρυθμίσεις όπως το Green Bond Standard.
Η Anna Zubets-Anderson, Vice President, Moody's Investors Services, από την Νέα Υόρκη ανέφερε ότι έχει γίνει πλέον κοινή πρακτική η έκδοση Εκθέσεων Εταιρικής Υπευθυνότητας από τις επιχειρήσεις, με το ποσοστό να φτάνει στο 90% των εταιρειών S&P 500 το 2019 σε σχέση με το 20% το 2011, ενώ έχει αυξηθεί σημαντικά η έκδοση ομολόγων βιωσιμότητας (Green bonds, Social bonds, Sustainability bonds), με τα κοινωνικά ομόλογα να αυξάνονται σε ταχύτατους ρυθμούς από τις αρχές του 2019 λόγω της κρίσης της πανδημίας, η οποία ανέδειξε τη διαχείριση του ανθρώπινου δυναμικού ως εξέχουσας σημασίας για την ανθεκτικότητα των επιχειρήσεων. Είναι εντυπωσιακό ότι οι βιώσιμες επενδύσεις το πρώτο μισό του 2020 ανήλθαν σε 20,9 δισ. δολάρια στις ΗΠΑ, σε σύγκριση με 21,4 δισ. δολάρια όλο το 2019.
Η Ιωάννα Σαπουντζή, διευθύντρια Εταιρικής ∆ιακυβέρνησης και Εταιρικής Κοινωνικής Ευθύνης της Εθνικής Τράπεζας & του Οµίλου, αναφέρθηκε στο σημαντικό ρόλο που διαδραματίζουν οι τράπεζες, καθώς καλούνται να υποστηρίξουν στην επίτευξη των στόχων της καταπολέμησης της Κλιματικής αλλαγής μέσω βιώσιμων επενδύσεων και χρηματοδοτήσεων. Τρεις είναι οι στόχοι για το χρηματοπιστωτικό τομέα, ο αναπροσανατολισμός κεφαλαίων σε υπεύθυνες και βιώσιμες χρηματοδοτήσεις, η ενσωμάτωση παραγόντων ESG στη διαχείριση κινδύνων (ESG climate benchmark) και η ομογενοποίηση κριτηρίων για να υπάρχει διαφάνεια. Παράλληλα, η κ. Σαπουντζή υπογράμμισε τη σημασία των κριτηρίων ESG για την Εθνική Τράπεζα και τις σημαντικές ενέργειες που υλοποιούνται, όπως η επένδυση 3 δισ. ευρώ για χρηματοδότηση περιβαλλοντικών έργων τα επόμενα 3 χρόνια καθώς και το πρώτο Green Bond που εξέδωσε στην Ελλάδα.