Η ΕΣΕΕ ζητά να ενταχθεί και το χονδρεμπόριο στην προστασία των επιταγών
Την ανάγκη ένταξης και του χονδρεμπορίου στην προστασία των επιταγών των επιχειρήσεων, λόγω του 2ου κύματος της πανδημίας, επισημαίνει η Ελληνική Συνομοσπονδία Εμπορίου και Επιχειρηματικότητας (ΕΣΕΕ), με επιστολή της προς τους αρμόδιους υπουργούς, υπουργό Οικονομικών, Χρήστο Σταϊκούρα, Αναπληρωτή, υπουργό Οικονομικών, Θεόδωρο Σκυλακάκη και υφυπουργό Οικονομικών, Απόστολο Βεσυρόπουλο, την οποία κοινοποιεί στον Υπ. Ανάπτυξης και Επενδύσεων,Άδωνι Γεωργιάδη.
Επίσης, η ΕΣΕΕ καταθέτει με την επιστολή συγκεκριμένες προτάσεις για τη βελτίωση του πλαισίου και την άρση αδικιών που μπορεί να επηρεάσουν άμεσα την βιωσιμότητα και την συνέχεια της κάθετης προμηθευτικής αλυσίδας.
Η επιστολή της ΕΣΕΕ
Προς -Υπουργό Οικονομικών κ. Χρήστο Σταϊκούρα -Αν. Υπουργό Οικονομικών κ. Θεόδωρο Σκυλακάκη -Υφυπουργό Οικονομικών κ. Απόστολο Βεσυρόπουλο Αθήνα
Κοιν: Γραφείο Υπουργού Ανάπτυξης και Επενδύσεων κ. Άδωνι Γεωργιάδη
Θέμα: Ένταξη του χονδρεμπορίου στην προστασία των επιταγών – Προτάσεις βελτίωσης του πλαισίου
Κύριε Υπουργέ,
Με το άρθρο 35 του ν. 4753/2020 και την έκδοση της Υπουργικής Απόφασης Α1259/25-11-2020, εγκαινιάστηκε η –κατά 75 ημέρες- νέα προστασία των επιταγών των επιχειρήσεων, λόγω του δεύτερου κύματος της πανδημίας του Covid19, η οποία ισχύει αφενός αυτομάτως για τις επιχειρήσεις που έχουν κλείσει με κρατική εντολή, αφετέρου μέσω ενός συνδυασμού πληττόμενου ΚΑΔ και μειωμένου τζίρου για όσες από τις επιχειρήσεις εξακολουθούν να λειτουργούν αλλά έχουν πληγεί.
Η εφαρμογή ωστόσο αυτού του χρήσιμου μέτρου αφήνει δικαιολογημένα παράπονα και δημιουργεί αδικίες, οι οποίες μπορεί να επηρεάσουν άμεσα την βιωσιμότητα και την συνέχεια της κάθετης προμηθευτικής αλυσίδας. Πρώτον, αναφερόμαστε στις χονδρεμπορικές επιχειρήσεις, οι οποίες υποτίθεται ότι είναι ανοικτές, στην συντριπτική τους όμως πλειοψηφία λειτουργούν εικονικά, έχοντας αφενός τους περισσότερους από τους πελάτες τους σε καθεστώς πλήρους αναστολής και κλεισίματος, αφετέρου τις υπηρεσίες ταχυμεταφοράς κορεσμένες και ανήμπορες να αντιμετωπίσουν την εξαιρετικά αυξημένη ζήτηση.
Πολλές από αυτές τις επιχειρήσεις δουλεύουν κυρίως με επιταγές τετράμηνης και πλέον διάρκειας απέναντι σε Έλληνες εισαγωγείς ή παραγωγούς, πολλές εκ των οποίων λήγουν μέσα στον Νοέμβρη, με αποτέλεσμα να βρεθούν μπροστά σε σφράγιση και καταχώριση στον Τειρεσία, εξελίξεις πολύ αρνητικές συνολικά για το εμπόριο. Η ένταξη των ΚΑΔ των συγκεκριμένων επιχειρήσεων στους περιεχόμενους της Υπουργικής Απόφασης Α1259/25-11-2020 δεν έλυσε το πρόβλημα, δεδομένου ότι οι επιχειρήσεις αυτές, ως λειτουργούσες και στα δύο κύματα της πανδημίας, δεν πληρούν το κριτήριο της μείωσης 50% του τζίρου τους στο διάστημα Απριλίου – Σεπτεμβρίου σε σχέση με το αντίστοιχο διάστημα του 2019.
Συνακόλουθα, προτείνουμε ειδικά για τις χονδρεμπορικές επιχειρήσεις την ένταξή τους στο σύστημα προστασίας των 75 ημερών κατά παρέκκλιση των προβλέψεων του παραπάνω νόμου και της εκτελεστικής Υπουργικής Απόφασης που αυτός προβλέπει. Σε συνέχεια και εξ’ αφορμής του προβλήματος των χονδρεμπορικών επιχειρήσεων, πρέπει γενικώς να αναζητηθεί λύση για τις επιχειρήσεις που οι ΚΑΔ τους εμπεριέχονται μεν στην Υπουργική Απόφαση Α1259/25-11-2020, πλην όμως δεν ικανοποιούν το δεύτερο κριτήριο του μειωμένου τζίρου κατά 50%. Πολλές από αυτές, είναι κοντά στο κατώφλι, ενώ άλλες εμφανίζουν μικρή μεν μείωση του τζίρου τους, αλλά τα χαρακτηριστικά τους ως άκρως πληττόμενων από την πανδημία είναι παραπάνω από υπαρκτά.
Συνακόλουθα οι προτάσεις μας έχουν ως εξής:
1. Όπως ακριβώς συνέβη στο πρώτο κύμα της πανδημίας, θεωρούμε ότι όλες οι επιχειρήσεις των οποίων οι ΚΑΔ εντάσσονται στους πληττόμενους, θα πρέπει να μετέχουν του ευεργετικού μέτρου της αναστολής.
2. Εφόσον παραμείνει το κριτήριο του μειωμένου τζίρου, προτείνουμε το συγκριτικό χρονικό διάστημα αναφοράς Απριλίου – Σεπτεμβρίου που χρησιμοποιείται για την διαπίστωση της μείωσης του τζίρου κατά 50% (2019 – 2020) να συμπεριλάβει και τον φετινό Μάρτιο, μήνα στον οποίο παρατηρήθηκαν οι πρώτες σοβαρές παρενέργειες της πανδημίας στο εμπόριο.
3. Το προβλεπόμενο ποσοστό 50% είναι υπερβολικό και αποκλείει από το ευεργετικό μέτρο μια σειρά επιχειρήσεων που το έχουν απόλυτη ανάγκη. Προτείνουμε τον περιορισμό του στο 30%, δυνατότητα που μπορεί να ασκηθεί με απλή διόρθωση της εκτελεστικής του νόμου Υπουργικής Απόφασης.
Η αγορά αναμένει την θετική ανταπόκρισή σας και την άμεση εφαρμογή των προτάσεών μας, καθώς, σύμφωνα με τα μηνύματα που λαμβάνουμε, το ζήτημα με τις επιταγές εντείνεται και αυτό μόνο καλό και χρήσιμο δεν μπορεί να χαρακτηριστεί για την μελλοντική λειτουργία των επιχειρήσεων και την γενικότερη ισορροπία της οικονομίας και κοινωνίας. Είναι απαραίτητο να παρακολουθούμε όλοι την εφαρμογή των μέτρων αυτών και να παρεμβαίνουμε όπου αυτά χρήζουν συμπλήρωσης και βελτίωσης της αποτελεσματικότητάς τους.