Στροφή από τα επιδόματα στην ενίσχυση της επιχειρηματικότητας
Ενίσχυση της επιχειρηματικότητας. Αυτή είναι η βάση του στρατηγικού σχεδίου της κυβέρνησης για τη δεύτερη φάση της πρωτοφανούς υγειονομικής κρίσης, που πλήττει σφόδρα και την ελληνική οικονομία.
Τη στροφή από τη γενική επιδοματική πολιτική προανήγγειλε ο ίδιος ο υπουργός Οικονομικών, μιλώντας σε διαδικτυακή συζήτηση του Ιδρύματος Κωνσταντίνος Καραμανλής, η οποία είχε ιδιαίτερη βαρύτητα, δεδομένης της σημερινής τηλεδιάσκεψης των Ευρωπαίων ηγετών, που έχει «φόντο» την είδηση, που μετέδωσε αργά το βράδυ της περασμένης Τετάρτης το πρακτορείο Bloomberg για προώθηση ενός σχεδίου ύψους 2 τρισ. ευρώ από την Κομισιόν με στόχο την προστασία της οικονομίας. Υπενθυμίζεται ότι στο πρόσφατο επεισοδιακό Eurogroup οι ΥΠΟΙΚ της Ευρωζώνης είχαν συμφωνήσει σε ένα πακέτο μέτρων της τάξεως των 540 δισ. ευρώ.
Στο πλαίσιο της σταδιακής άρσης του lockdown, ο Χρήστος Σταϊκούρας τόνισε ότι από τον Μάιο «πρέπει να ενισχύσουμε περισσότερο την επιχειρηματικότητα, ώστε να πάρει πάνω της την απασχόληση. Γιατί δεν μπορεί το κράτος να κάνει επιδοματική πολιτική, να χρηματοδοτεί όλο τον ιδιωτικό τομέα».
Στη συζήτηση, στην οποία πέρα από τον υπουργό Οικονομικών, συμμετείχαν και ο Markus Ferber, Συντονιστής ΕΛΚ στην Επιτροπή Οικονομικών και Νομισματικών Υποθέσεων του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, Πρόεδρος HSS, καθώς και ο Χρήστος Ταραντίλης, Καθηγητής Διοικητικής Επιστήμης και Λήψης Αποφάσεων στο Πανεπιστήμιο Αθηνών, Βουλευτής της ΝΔ και Μέλος του Επιστημονικού Συμβουλίου του ΙΔΔΚ, εστάλη το μήνυμα της αναγκαιότητας μίας κοινής, συντονισμένης κι άμεσης δράσης κατά των επιπτώσεων της πανδημίας του κορονοϊού, που θα στηρίζεται σε μία ενωμένη Ευρώπη. Και οι τρεις ομιλητές τόνισαν ότι στη σημερινή τηλεδιάσκεψη πρέπει να τεθούν οι βάσεις ενός πιο φιλόδοξου σχεδίου, απαλλαγμένο από αγκυλώσεις του παρελθόντος. Φάνηκε, πάντως, να κρατούν μικρό καλάθι, περιμένοντας διαφωνίες.
Αναφερόμενος στην επόμενη μέρα, ο υπουργός Οικονομικών σημείωσε πως οι προκλήσεις για την ευρωπαϊκή οικονομία είναι μεγάλες και πως πρέπει να αντιμετωπιστούν από κοινού. «Ο εχθρός είναι κοινός, απαιτούνται τολμηρές λύσεις», δήλωσε, επισημαίνοντας ωστόσο ότι αν και μέχρι στιγμής έχουν ληφθεί πρωτόγνωρα μέτρα και με δημοσιονομική ευελιξία, εντούτοις τα 540 δισ. ευρώ δεν αρκούν για μία τέτοια κρίση.
«Χρειάζονται νέα εργαλεία. Να ριχτούν κι άλλα όπλα στη μάχη. Το συνολικό ευρωπαϊκό σχέδιο πρέπει να είναι πιο φιλόδοξο. Απαιτούνται πρόσθετες πρωτοβουλίες για αναδιάταξη κι ενίσχυση του Δημοσιονομικού Πλαισίου 2021-2027 και τη χρηματοδότηση ενός recovery fund, κυρίως μέσα από την έκδοση ομολόγων ή και άλλων καινοτόμων εργαλείων», υπογράμμισε ο κ. Σταϊκούρας.
Σε αυτό το σημείο, ο υπουργός εξήγησε τους τρεις λόγους, για τους οποίους η επιλογή της κοινής έκδοσης χρέους είναι η πιο σωστή:
-Η πανδημία προκαλεί σημαντικό οικονομικό κόστος, άρα αυξάνονται οι χρηματοδοτικές ανάγκες.
-Λόγω των πολύ υψηλών εξωτερικοτήτων με τη συσχέτιση τω ευρωπαϊκών κρατών-μελών.
-Η νομισματική πολιτική θα υποχρεωθεί να σηκώσει ακόμη μεγαλύτερο βάρος. Έτσι, περαιτέρω νομισματική χαλάρωση ενδέχεται να οδηγήσει σε πληθωριστικές πιέσεις και σε χρηματοοικονομική αστάθεια.
Με γνώμονα την παραπάνω ανάλυση, ο κ. Σταϊκούρας ευχήθηκε να υπάρξει σήμερα μία απόφαση για τη δημιουργία ενός recovery fund, με χρηματοδότηση κυρίως από κοινό δανεισμό, για να είναι πιο αποτελεσματική. Όπως διευκρίνισε ο ίδιος, θα εξασφαλίζει χαμηλότερα επιτόκια, συμβάλλοντας στη βιωσιμότητα του δημόσιου χρέους και κατανέμοντας ομοιόμορφα το κόστος προσαρμογής στις σημερινές και τις μελλοντικές γενεές των φορολογουμένων.
«Έδειξε» δε σε αποφάσεις δίχως ατολμία, σε λύσεις με κοινό σκοπό, τονίζοντας ότι «με υπευθυνότητα, μεθοδικότητα και σύνεση θα τα καταφέρουμε».
Η επόμενη μέρα
Σχετικά με την επόμενη μέρα για την ελληνική οικονομία, ο υπουργός είπε πως πιστεύει ότι δεν θα χαθούν οι κανόνες της ελεύθερης αγοράς. «Θα στραφούμε σε κοινωνική οικονομία της αγοράς. Άρα, το κράτος θα έχει πιο σημαντικό έργο».
Τόνισε δε ότι τον προηγούμενο μήνα το «ελληνικό δημόσιο πλήρωσε σχεδόν τους πάντες στην Ελλάδα. Αυτό όμως δεν μπορεί να συνεχιστεί».
Επεσήμανε εδώ ότι τη στροφή στη λογική του burden share. «Να βάζουμε πλάτη όλοι στην κρίση και το ελληνικό δημόσιο και η κοινωνία». Μίλησε για την ανάγκη «να χτίσουμε ένα δίχτυ ασφαλείας πάνω από τους Έλληνες εργαζόμενους και επιχειρήσεις, πάνω από τα νοικοκυριά».
Έκανε λόγο για επιστροφή στην κανονικότητα, στηριζόμενη και στα ευρωπαϊκά κονδύλια, για παράδειγμα στην Ευρωπαϊκή Τράπεζα Επενδύσεων, στο SURE κλπ. Ανέφερε, επίσης, πως ολοκληρώθηκε η καταγραφή των επιχειρήσεων που έδειξαν ενδιαφέρον για την Επιστρεπτέα Προκαταβολή και φτάνουν τις 138.000.
«Στόχος μας είναι να ενισχύσουμε την επιχειρηματικότητα, μία επιχειρηματικότητα όμως που θα αναλάβει και τις δικές της ευθύνες σε ό,τι αφορά όχι μόνο στην εταιρική κοινωνική ευθύνη αλλά και σε ένα πολύ σημαντικό κομμάτι αυτή που είναι οι εργαζόμενοι, η διατήρηση των θέσεων εργασίας», σημείωσε ο υπουργός.
Την ίδια ώρα, προανήγγειλε και τις κλαδικές πολιτικές, που αναπτύσσονται για τον τουρισμό, την ακτοπλοΐα, την ενέργεια και τον πρωτογενή τομέα. «Αν μιλάμε για παραγωγική ανασυγκρότηση της οικονομίας,πρέπει να επενδύσουμε περισσότερο στον πρωτογενή τομέα», είπε.
Τέλος, επανέλαβε πως λόγω της κρίσης έχει ανοίξει μία παρένθεση, που «θα είναι σύντομη» για αυξήσεις δαπανών και «μόλις κλείσει αυτή η παρένθεση, οφείλουμε να γυρίσουμε στην ορθή δημοσιονομική πολιτική της μείωσης φόρων και των ασφαλιστικών εισφορών, βεβαίως λαμβάνοντας υπόψη τα δεδομένα που θα έχουμε τότε στην οικονομία».
Ferber: Να δράσουμε ως Ευρωπαίοι
«Δεν βλέπω συμφωνία σε όλα, αλλά τουλάχιστον να τεθούν οι βάσεις. Να σταλεί ένα μήνυμα ελπίδας», τόνισε ο Markus Ferber, αναφερόμενος στον πήχη της σημερινής τηλεδιάσκεψης.
Ιδιαίτερο ενδιαφέρον είχε η επισήμανσή του ότι στις αρχές Μαρτίου η κάθε χώρα επικεντρώθηκε στα του οίκου της, αλλά και η εξής προτροπή του: «θα πρέπει να ξεκινήσουμε να δρούμε ως Ευρωπαίοι, όχι η κάθε χώρα ατομικά». Σημείωσε δε ότι το πρόγραμμα, στο οποίο κατέληξε το Eurogroup, είναι μεγάλο, αλλά μόνο για αυτή τη φάση.
Παρότι όμως οι επιπτώσεις της πανδημίας γίνονται όλο και πιο ορατές, οι πλουσιότερες χώρες της βόρειας Ευρώπης αντιστέκονται στις πιέσεις για την υιοθέτηση νέων χρηματοπιστωτικών εργαλείων ,ώστε να υποστηριχθεί η ανάκαμψη των χωρών του νότου που έχουν πληγεί περισσότερο από τον κορονοϊό.
Η συμβιβαστική πρόταση της Κομισιόν, σύμφωνα με εσωτερικό έγγραφο της επιτροπής που επικαλείται το Bloomberg, προβλέπει τη χρησιμοποίηση εν μέρη του υφιστάμενου επταετούς προϋπολογισμού της ΕΕ καθώς και την δημιουργία ενός νέου μηχανισμού χρηματοδότησης.
Με βάση το σχέδιο, η ΕΕ θα ενσωματώσει ένα ταμείο ανάκαμψης ύψους 300 δισ. ευρώ στον προϋπολογισμό της περιόδου 2021-2027 και θα δανειστεί 320 δισ. ευρώ από τις αγορές. Ωστόσο, όπως επισημαίνει το πρακτορείο, το έγγραφο δεν αναφέρει πώς η Κομισιόν φτάνει τον στόχο των 2 τρισ. ευρώ του πακέτου.
Με περισσότερους από 100.000 θανάτους στην ήπειρο, η Ευρώπη έχει πληγεί σφόδρα από τον κορονοϊό και οι επιπτώσεις της κρίσης διαρρηγνύουν τους δεσμούς που συνδέουν στις χώρες μέλη της.
Η Γαλλία, η Ισπανία και η Ιταλία ζητούν από την ΕΕ να εκδώσει κορονο-ομόλογα, αλλά η Γερμανία και η Ολλανδία έχουν απορρίψει το ενδεχόμενο αυτό υπό τον φόβο ότι θα επωμιστούν στο τέλος τον λογαριασμό. Οι πιέσεις ωστόσο προς την κατεύθυνση αυτή αυξάνονται καθώς γίνονται όλο και πιο ορατές οι επιπτώσεις από την αναστολή λειτουργίας μεγάλων τομέων της οικονομίας.
Την ίδια στιγμή, το δημόσιο έλλειμμα της Γερμανίας αναμένεται να διευρυνθεί σε πάνω από 7% του ΑΕΠ το τρέχον έτος, λόγω των πρόσθετων δαπανών για την αντιμετώπιση της κρίσης, σύμφωνα με τις πρόσφατες προβλέψεις της κυβέρνησης. Παράλληλα, και το δημόσιο χρέος της χώρας, που εδώ και πολλά χρόνια έβαινε συνεχώς μειούμενο, αναμένεται να αυξηθεί περίπου στο 75% του ΑΕΠ, καθώς σχεδόν το ένα τρίτο των επιχειρήσεων ζητά στήριξη για την αποφυγή απολύσεων.
Για την Ιταλία, το έλλειμα θα μπορούσε να ξεπεράσει το 10% του ΑΕΠ, ωθώντας τον δείκτη χρέους προς ΑΕΠ άνω του 150%, σύμφωνα με αξιωματούχους με γνώση των πρόσφατων εκτιμήσεων της κυβέρνησης. Η κυβέρνηση του Τζουζέπε Κόντε αναμένεται να ζητήση έγκριση από το κοινοβούλιο της χώρας για να αυξήσει το έλλειμμα κατά περίπου 55 δισ. ευρώ, σύμφωνα με τους ίδιους αξιωματούχους.
Εν τω μεταξύ, και η Ισπανία εξετάζει πρόσθετες δαπάνες προκειμένου να βοηθήσει τις εταιρείες να πληρώσουν εγκαίρως τους προμηθευτές τους και να αποτρέψει την κατάρρευση των μικρότερων εταιρειών. Η ισπανική κυβέρνηση έχει ήδη δεσμευτεί ότι θα παράσχει εγγυήσεις για τραπεζικά δάνεια έως και 100 δισ. ευρώ προκειμένου να στηρίξει τις επιχειρήσεις που αντιμετωπίζουν πρόβλημα ταμειακών ροών. Ωστόσο, εκφράζονται ανησυχίες ότι το ποσό αυτό δεν είναι αρκετό καθώς ο πρωθυπουργός της χώρας Πέδρο Σάντσεθ φαίνεται να επιδιώκει την παράταση της κατάστασης έκτακτης ανάγκης έως τις 9 Μαΐου.
Εν μέσω της συνεχιζόμενης αντιπαράθεσης σχετικά με τον τρόπο χρηματοδότησης του πακέτου διάσωσης της ευρωζώνης, το Bloomberg σημειώνει ότι η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα ενδεχομένως να αποτελέσει την "πίσω πόρτα” για την αμοιβαιοποίηση του χρέους. Οι οικονομολόγοι επισημαίνουν ότι εάν η ανάληψη χρέους από την ΕΚΤ γίνει σταδιακά, η κεντρική τράπεζα θα μπορούσε να ξεπεράσει το νομικό εμπόδιο που της απαγορεύει να χρηματοδοτεί άμεσα κυβερνήσεις. Παράλληλα, προσθέτουν ότι αυτή η λύση θα ήταν πιο "εύπεπτη” από τις εναλλακτικές επιλογές για χώρες όπως η Γερμανία και η Ολλανδία, αυτές δηλαδή που ουσιαστικά έχουν εκφράσει ανησυχίες για τον τρόπο κατανομής του κόστους της κρίσης, εμποδίζοντας τις προσπάθειες της ΕΕ να οργανώσει μια άμεση απάντηση.
Ο "οδικός χάρτης" που διένειμε ο πρόεδρος του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου, Σαρλ Μισέλ, στις εθνικές αντιπροσωπείες πριν από την τηλεδιάσκεψη δεν περιλαμβάνει λεπτομέρειες σχετικά με το ποσό, τους συγκεκριμένους στόχους, το χρονοδιάγραμμα ή τη φύση των επενδύσεων που απαιτούνται για να επαναφέρουν σε τροχιά την ΕΕ. Οι ηγέτες δεν αναμένεται να καταλήξουν σε απόφαση αυτή την εβδομάδα και το τελικό πακέτο πιθανόν να μην είναι έτοιμο για τουλάχιστον έξι μήνες, σύμφωνα με Γάλλο αξιωματούχο που επικαλείται το Bloomberg.
Σύμφωνα με το σχέδιο της Κομισιόν, το ήμισυ της χρηματοδότησης θα χορηγηθεί ως δάνεια σε χώρες, ενώ το υπόλοιπο θα παραμείνει στον προϋπολογισμό της ΕΕ για την κάλυψη του ετήσιου επιτοκίου περίπου 500 εκατ. ευρώ.
Παράλληλα, το σχέδιο προβλέπει:
- Τη δημιουργία ενός προσωρινού ταμείου ανάκαμψης 300 δισ. ευρώ που θα περιλαμβάνεται στον μακροπρόθεσμο προϋπολογισμό του μπλοκ.
- Ένα εργαλείο διευκόλυνσης της ανάκαμψης ύψους 200 δισ. ευρώ.
- Τη αλλαγή χρήση 50 δισ. ευρώ του ταμείο συνοχής τα οποία θα επισπευσθούν για το 2021 και το 2022.
- Καθώς και δύο ταμεία ύψους 200 δισ. ευρώ για την προστασία των εσωτερικών αγορών της ΕΕ.