Αίτημα της ΕΣΕΕ για περίοδο εκπτώσεων 2 μήνες το χρόνο
Αίτημα για εκπτωτική περίοδο των εμπορικών καταστημάτων για 2 μήνες το έτος καταθέτει η Ελληνική Συνομοσπονδία Εμπορίου και Επιχειρηματικότητας προς την κυβέρνηση.
Ο πρόεδρος της Συνομοσπονδίας Γιώργος Καρανίκας κατά τη διάρκεια παρουσίασης της κίνησης στο εμπόριο κατά τη διάρκεια των Χριστουγέννων, στο διάλογο που έχει ξεκινήσει με την πολιτική ηγεσία του υπουργείου, ο εμπορικός κόσμος θέτει το αίτημα οι εκπτώσεις να πραγματοποιούνται στο «τέλος εποχής» και συγκεκριμένα το Φεβρουάριο και τον Αύγουστο.
Σύμφωνα με τον κ. Καρανίκα, μόνο έτσι θα επανακτήσει την αξιοπιστία του ο θεσμός ο οποίος τείνει να ευτελιστεί από τη μακρά διάρκεια που σήμερα ισχύει. Πέραν από τους εμπόρους, αυτό θα έχει θετικές επιδράσεις και στους καταναλωτές οι οποίοι θα γνωρίζουν ότι οι εκπτώσεις που θα πραγματοποιούνται, θα είναι πραγματικές.
Στο διάλογο με την κυβέρνηση, η ΕΣΕΕ θέτει και το θέμα της πλήρους απελευθέρωσης των προσφορών και των προωθητικών ενεργειών, ζητώντας ωστόσο ένα σαφές και σταθερό πλαίσιο το οποίο θα διασφαλίσει τόσο τις μικρομεσαίες επιχειρήσεις, όσο και τους καταναλωτές.
Οριακή βελτίωση στο τζίρο
Σε ό,τι αφορά με το τζίρο της αγοράς κατά τη διάρκεια των γιορτών, όπως προκύπτει από έρευνα της ΕΣΕΕ, αυτός κινήθηκε οριακά καλύτερα από την αντίστοιχη περίοδο του 2018.
Η οριακή βελτίωση, οφείλεται αποκλειστικά στα σούπερ μάρκετ, όπου ο τζίρος αυξήθηκε κατά 1,5%
Σε χαμηλότερα επίπεδα κινήθηκε ο κύκλος εργασιών για το 49% των επιχειρήσεων, έναντι 51% πέρυσι.
Ο κλάδος που επλήγη περισσότερο είναι η ένδυση/υπόδηση και κυρίως το άλλο λιανικό (βιβλία, αθλητικός εξοπλισμός, παιχνίδια, καλλυντικά, άνθη-φυτά κ.ο.κ)
Αύξηση στις πωλήσεις κατέγραψε μόλις το 17% των επιχειρήσεων. Ωστόσο, το ποσοστό αυτό ενισχύεται στο 21% για τις μεγαλύτερες επιχειρήσεις , σε όρους τζίρου.
Σε γενικές γραμμές, καλύτερες επιδόσεις σημείωσαν οι επιχειρήσεις σε Βόρεια Ελλάδα και Αττική ενώ αποθαρρυντική ήταν η εικόνα σε Κεντρική Ελλάδα και στα νησιά του Αιγαίου και του την Κρήτη.
Για περισσότερες από τις μισείς επιχειρήσεις, η περίοδος πριν από τα Χριστούγεννα ήταν καλύτερη από άποψη αγοραστικής κίνησης , ενώ σχεδόν τρεις στις δέκα σημείωσαν υψηλότερο τζίρο το διάστημα μεταξύ Χριστουγέννων και Πρωτοχρονιάς.
Ανεξαρτήτως πωλήσεων η κίνηση των πιο φτηνών προϊόντων παρέμεινε σταθερή στην προτίμηση των καταναλωτών (46%) ενώ ενισχύθηκε σημαντικά η πώληση των πιο ακριβών προϊόντων (12% έναντι 4% πέρυσι).
Οι περισσότεροι επιχειρηματίες (79%) αναγκάστηκαν να καλύψουν οι ίδιοι το διευρυμένο ωράριο ενώ μόλις το 16% επέλεξαν να διευρύνουν το ωράριο των μισθωτών τους. Το εύρημα αυτό επαναλαμβάνεται με συνέπεια σε όλες τις σχετικές έρευνες (εορταστικές περίοδοι και λειτουργία των καταστημάτων τις Κυριακές) με διογκούμενη μάλιστα τάση.
Σχεδόν οι 4 στους 10 επιχειρηματίες πραγματοποίησαν προσφορές στα κατάστηματά τους κατά τη διάρκεια της εορταστικής περιόδου, ποσοστό ίδιο σε σχέση με πέρυσι.
Τέλος σημαντική μερίδα επιχειρήσεων (4/5) φαίνεται ότι κατάφεραν να καλύψουν τις φορολογικές υποχρεώσεις τους.
Όπως σχολίασε ο κ. Καρανίκας «η εορταστική κίνηση των καταστημάτων, όπως προκύπτει από την έρευνα του ΙΝ.ΕΜ.Υ – ΕΣΕΕ, επιβεβαιώνει την εκτίμηση της Ελληνικής Συνομοσπονδίας Εμπορίου και Επιχειρηματικότητας ότι η αγορά βρίσκεται ακόμη στην αρχή της πορείας από τη σταθεροποίηση στην ανάπτυξη. Η ανισοκατανανομή του τζίρου και στη διάρκεια της εορταστικής περιόδου, φαίνεται από την έρευνα να αποβαίνει σε όφελος κυρίως των μεγάλων αλυσίδων, ενώ παρατηρούνται ενδοκλαδικές και γεωγραφικές διαφοροποιήσεις που σίγουρα αναδεικνύουν και τις προτιμήσεις των καταναλωτών και των ταξιδιωτών σε συγκεκριμένες εμπορικές αγορές της χώρας ιδιαίτερα την περίοδο των εορτών. Το γεγονός ότι η πλειονότητα των εμπόρων που δηλώνουν ότι ο φετινός εορταστικός τους τζίρος ήταν χειρότερος από τον περσινό αφορά ιδιοκτήτες μικρών επιχειρήσεων καταδεικνύει την ανισορροπία της αγοράς και την ανάγκη να αναληφθούν πρωτοβουλίες από την κυβέρνηση για στήριξη της μικρομεσαίας επιχείρησης. Είναι σίγουρο πως η απόδοση των οικονομικών ελαφρύνσεων που έχουν εξαγγελθεί θα έχουν θετική επίδραση στην πραγματική οικονομία τους επόμενους μήνες, αλλά η ΕΣΕΕ τονίζει πως χρειάζονται τολμηρότερες παρεμβάσεις τόσο στη κατεύθυνση ενίσχυσης του εισοδήματος των καταναλωτών, όσο και στην ελάφρυνση των επιχειρήσεων από υπέρογκα φορολογικά βάρη».