Ο στόχος για ανάπτυξη 3% και ο «συναγερμός» Ντράγκι
Η κυβέρνηση ετοιμάζεται να ανεβάσει τον πήχη της ανάπτυξης στο 3% για το 2020 και η επίτευξη αυτού του στόχου αποτελεί το μεγαλύτερο στοίχημα.
Οι διεθνείς χρηματαγορές και κεφαλαιαγορές φαίνεται να υιοθετούν ένα θετικό σενάριο για τον ρυθμό μεγέθυνσης, όπως τουλάχιστον αυτό αντανακλάται στη σημαντική μείωση των αποδόσεων των ομολόγων του ελληνικού Δημοσίου.
Βέβαια, η εικόνα μπορεί να αλλάξει το επόμενο διάστημα, λόγω των κινδύνων στους οποίους υπόκειται η ελληνική οικονομία.
Μόνο η επιβράδυνση της ευρωζώνης μπορεί να επηρεάσει ουσιωδώς τις προβλέψεις του νέου προϋπολογισμού.
Την ίδια ώρα, ο απερχόμενος διοικητής της ΕΚΤ , Μάριο Ντράγκι σημαίνει «συναγερμό» για την οικονομία της Ευρωζώνης
Λίγες ώρες μετά την ανακοίνωση των απογοητευτικών στοιχείων για τη μεταποίηση σε ολόκληρη την Ευρωζώνη και κυρίως στη Γερμανία, ο Μάριο Ντράγκι έκανε έκκληση στις κυβερνήσεις των χωρών-μελών να αξιοποιήσουν τη δημοσιονομική πολιτική για να αποτραπεί η ύφεση.
Η πιθανότητα οικονομικής ύφεσης στην Ευρωζώνη αυξάνεται ραγδαία εν τω μέσω αδύναμης εξωτερικής ζήτησης και βιομηχανικής συρρίκνωσης στη Γερμανία η οποία αποδεικνύεται βαθύτερη και μεγαλύτερη σε διάρκεια από ότι αρχικά αναμενόταν. Αυτό αναφέρει η Oxford Economics.
«Ο δείκτης ύφεσης έχει ενισχυθεί σημαντικά με τις πιθανότητες ύφεσης μέσα στο δεύτερο εξάμηνο του 2019 να διαμορφώνεται πλέον στο 14%», σημειώνει ο οίκος. Ωστόσο, παρά την αύξηση στον δείκτη, η Oxford Economics εκτιμά ότι η ύφεση δεν θα καταγραφεί φέτος, αλλά οι πιθανότητες αυξάνονται πολύ για το 2020.
Η διαφαινόμενη ύφεση στην Ε.Ε και κυρίως στη Γερμανία δημιουργεί ανησυχία και στην Αθήνα την ώρα που το στοίχημα της κυβέρνησης είναι για ανάπτυξη τουλάχιστον στο 3%.
Οι επιπτώσεις, για την Ελλάδα από τυχόν ύφεση στη Γερμανία θα είναι σημαντικές από τη στιγμή που ένα μεγάλο κομμάτι των ελληνικών εξαγωγών πηγαίνει στη μεγαλύτερη οικονομία της Ευρώπης αλλά και στις υπόλοιπες χώρες της ΕΕ. Όσο η ευρωπαϊκή οικονομία επιβραδύνει τόσο η Ελλάδα θα πρέπει να καταβάλλει μεγαλύτερες προσπάθειες για να ανακάμψει.
Για την Αθήνα η επίτευξη υψηλών ρυθμών ανάπτυξης θα φέρει μεγαλύτερα έσοδα κλείνοντας «τρύπες» στον προϋπολογισμό, θα στηρίξει τη μείωση της φορολογίας και θα πείσει δανειστές και αγορές για τη δυναμική της ελληνικής οικονομίας.
Η ικανότητα της Ελλάδας να επιτύχει υψηλή ανάπτυξη τα επόμενα χρόνια είναι το κλειδί για να καθησυχαστούν οι επενδυτές για τη βιωσιμότητα του ελληνικού χρέους.
Με χαμηλή ανάπτυξη, η Ελλάδα ενδέχεται να χρειαστεί περαιτέρω μέτρα αναδιάρθρωσης του χρέους σε 10-15 χρόνια, γεγονός που θα μπορούσε να δημιουργήσει ανησυχίες στις αγορές.
Η χαμηλότερη ανάπτυξη θα μπορούσε να αυξήσει το δημοσιονομικό έλλειμμα (ο κανόνας είναι ότι η μείωση της ανάπτυξης κατά 0,2% αυξάνει το έλλειμμα κατά 0,1% του ΑΕΠ), το οποίο αποτελεί και αυτό βασική κινητήρια δύναμη της βιωσιμότητας του χρέους.