Σαφή τα πρώτα μηνύματα των δανειστών στην κυβέρνηση της ΝΔ
Όπως αναμενόταν ολοκληρώθηκαν οι παρεμβάσεις των δανειστών προς τη νέα κυβέρνηση του Κυριάκου Μητσοτάκη κατά τις παρεμβάσεις των επικεφαλής των θεσμών κατά την 23η διάσκεψη του Economist που βρίσκεται σε εξέλιξη από το πρωί της Τρίτης στο Λαγονήσι.
Αν και από κάποιους ομιλητές και ειδικά από το ΔΝΤ τονίσθηκε πως οι υψηλοί στόχοι για τα πρωτογενή πλεονάσματα αποτελούν βαρίδι για την ανάπτυξη, ωστόσο ο πρόεδρος του EuroWorking Group, Χανς Φάιλμπριφ, αρνήθηκε πως συμβαίνει κάτι τέτοιο.
«Με τα υψηλά πλεονάσματα θέλουμε να κρατήσουμε την Ελλάδα σε βιώσιμο μονοπάτι. Αν έχεις μικρότερα πλεονάσματα, δεν σημαίνει ότι έχεις μεγαλύτερη ανάπτυξη», ανέφερε ο Ολλανδός Φάιλμπριφ.
Ο ίδιος είπε πως σήμερα δεν βλέπει πως υπάρχει δημοσιονομικός χώρος για να αλλάξουν οι δημοσιονομικοί στόχοι, προσθέτοντας ωστόσο ότι αυτό δεν σημαίνει ότι τα υψηλά πλεονάσματα θα ισχύουν για πάντα. Εστίασε δε στην ανάγκη τόνωσης της ανάπτυξης, κάτι που όπως είπε αποτελεί προϋπόθεση για ένα βιώσιμο χρέος. «Πρώτα θα πρέπει να εφαρμοστούν μεταρρυθμίσεις για την επίτευξη ανάπτυξης και μετά να υπάρξουν συζητήσεις για τη μείωση των στόχων για τα πρωτογενή πλεονάσματα», είπε.
Από την πλευρά του ο επικεφαλής του κλιμακίου του ΔΝΤ για την Ελλάδα Πίτερ Ντόλμαν μιλώντας αργότερα σε πάνελ του συνεδρίου αμφισβήτησε τα λεγόμενα του Χανς Φάιλμπριφ. «Δεν πιστεύουμε ότι οι στόχοι για πρωτογενή πλεονάσματα είναι υπέρ της ανάπτυξης. Είναι πολύ υψηλοί οι στόχοι για τα πρωτογενή πλεονάσματα», είπε ο Ντόλμαν.
Ο ίδιος σημείωσε πως για να παγιωθεί η βιωσιμότητα του χρέους χρειάζονται υψηλότεροι ρυθμοί ανάπτυξης που θα προέλθουν από συγκεκριμένες παρεμβάσεις. Σε αυτές συμπεριέλαβε ένα καλύτερο μίγμα δημοσιονομικών πολιτικών, περισσότερη ευελιξία στην αγορά εργασίας, την ενίσχυση του επιχειρηματικού περιβάλλοντος, τη μείωση της γραφειοκρατίας, την ενίσχυση του τραπεζικού δανεισμού και την αντιμετώπιση του προβλήματος γήρανσης του πληθυσμού.
«Ο κίνδυνος φτώχειας παραμένει. Θα χρειαστεί μια δεκαετία για να επιστρέψει η αγορά εργασίας στα προ κρίσης επίπεδα», τόνισε.
Μιλώντας στην ίδια ενότητα , τόσο ο επικεφαλής του κλιμακίου της Κομισιόν Ντέκλαν Κοστέλο, όσο και ο επικεφαλής της αποστολής του ESM Νικολά Τζιαμαριόλι, ανέφεραν πως η αλλαγή των στόχων για το πρωτογενές πλεόνασμα είναι μια δύσκολη υπόθεση.
«Η αλλαγή στόχων θα είναι πολιτικά πολύ δύσκολη» ανέφερε ο Κοστέλο, τονίζοντας πως η νέα κυβέρνηση μπορεί να αξιοποιήσει το Πρόγραμμα Δημοσίων Επενδύσεων καλύτερα από την προηγούμενη και να διαθέσει 13 δισ. ευρώ από το ταμειακό απόθεμα για δράσεις ενίσχυσης της πραγματικής οικονομίας (π.χ. για τις τράπεζες και τα ληξιπρόθεσμα χρέη του Δημοσίου).
Ο Τζιαμαριόλι είπε πως εάν η Ελλάδα κάνει πίσω στις μεταρρυθμίσεις θα απολέσει την πλήρη πρόσβαση στις αγορές και τη βιώσιμη ανάπτυξη.
«Μπορεί οι κυβερνήσεις να εναλλάσσονται, αλλά το μονοπάτι που ακολουθεί η Ελλάδα πρέπει να παραμείνει το ίδιο. Πρέπει να συνεχισθούν οι μεταρρυθμίσεις και να διατηρηθούν οι δεσμεύσεις με βάση τις αποφάσεις του Eurogroup του 2018 που συνδέονται και με τις παρεμβάσεις στο χρέος», τόνισε.
Από την πλευρά της ελληνικής κυβέρνησης, υψηλόβαθμος αξιωματούχος του υπουργείου Οικονομικών εμφανίσθηκε στο περιθώριο του συνεδρίου του Economist ικανοποιημένος από τις αναφορές των θεσμών για την νέα κυβέρνηση.
Αφενός υπογράμμισε πως ο νέος προϋπολογισμός θα συνταχθεί με στόχο για πρωτογενές πλεόνασμα 3,5% του ΑΕΠ, αφετέρου είπε πως η κυβέρνηση θα αναλάβει πρωτοβουλίες για το ζήτημα όταν πρέπει. «Τα πάμε καλά, γιατί το πάμε βήμα- βήμα», ανέφερε
Ακόμη, αποκάλυψε πως οι θεσμοί δεν έθεσαν ζήτημα μείωσης του αφορολογήτου και πως η αποστολή στοιχείων για το φορολογικό νομοσχέδιο ξεκίνησε και θα συνεχιστεί και τις επόμενες ημέρες.
Τέλος, σημειώνεται πως κατά τις συζητήσεις που έγιναν στα πάνελ του συνεδρίου, υπήρξαν ξεκάθαρες αιχμές κατά των τελευταίων μέτρων της κυβέρνησης του Αλέξη Τσίπρα και ειδικότερα για τις προεκλογικές παροχές που είχε ανακοινώσει ο ΣΥΡΙΖΑ το Μάιο.