«Μαύρο» στο κυβερνητικό αφήγημα περί εισόδου σε τροχιά ανάκαμψης
«Πιστεύετε ότι η Ελλάδα έχει εισέλθει σε τροχιά ανάκαμψης;», ήταν ένα από τα ερωτήματα της πρόσφατης έρευνας της εταιρείας Alco για τον τηλεοπτικό σταθμό Open. Μόλις το 23% απάντησε «ναι», ενώ το συντριπτικό 71% «όχι».
Σύμφωνα με δημοσκόπηση της ίδιας εταιρείας που είχε πραγματοποιηθεί το 2014, όταν η κυβέρνηση Σαμαρά έβγαζε την Ελλάδα από το Μνημόνιο, το σχετικό ποσοστό ήταν διπλάσιο.
Οι αριθμοί είναι αποκαλυπτικοί και ακυρώνουν κυβερνητικό αφήγημα ότι η Ελλάδα έχει αλλάξει πορεία μετά την «έξοδο» από τα μνημόνια.
Το αποτέλεσμα αυτής της έρευνας έρχεται μετά από μία σειρά από παλαιότερες έρευνες που αποτυπώνουν την πεποίθηση της κοινωνίας αλλά και των παραγόντων της οικονομίας ότι οι πολίτες δεν περιμένουν απολύτως τίποτε από την σημερινή κυβέρνηση.
Μόλις το 9% αξιολογεί «σίγουρα θετικά» τη στάση της κυβέρνησης ως προς την προσέλκυση επενδύσεων, ενώ το 66% αρνητικά.
Αυτό προκύπτει, εκτός των άλλων, από έρευνα του ΕΒΕΑ σε συνεργασία με την εταιρεία PULSE.
Μέτρηση της Metron, στο ερώτημα «ποιο κόμμα νομίζετε ότι μπορεί να χειριστεί καλύτερα την προσέλκυση επενδύσεων και την ανάπτυξη», οι απαντήσεις ήταν 43% η ΝΔ και 13% ο ΣΥΡΙΖΑ, Τριάντα μονάδες διαφορά!
Δύο έρευνες ενδεικτικές της μηδενικής εμπιστοσύνης που έχουν οι Έλληνες στον ΣΥΡΙΖΑ για να φέρει επενδύσεις και συνεπώς ισχυρή ανάπτυξη.
Ο πρωθυπουργός και κυβερνητικά στελέχη μιλούν συνέχεια για ανάπτυξη της ελληνικής οικονομίας. Αλλά για ποιά ανάπτυξη μιλούν στην κυβέρνηση, όταν οι επενδύσεις αυξήθηκαν μόλις κατά 0,8%, ενώ η κυβέρνηση είχε προβλέψει αύξηση επενδύσεων κατά 11,4% .
Και προσπαθεί να μας πείσει ότι οι επενδύσεις το 2019 θα αυξηθούν κατά 11,9%.
Μια πρόβλεψη που δεν πρόκειται να επιτευχθεί, αν κρίνουμε από το 2018, όταν η κυβέρνηση είχε προβλέψει αύξηση επενδύσεων κατά 11,4% αλλά αυτές ενισχύθηκαν μόνο κατά 0,8%.
Μάλιστα, αυτές τις επενδύσεις θα πρέπει να τις περιμένουμε από τους ιδιώτες και λιγότερο από το κράτος. Και αυτό γιατί το πρόγραμμα δημοσίων επενδύσεων θα παραμείνει σταθερό στα 6,7 δισ., όπως το 2018, «κουτσουρεμένο» κατά 500 εκατ. ευρώ σε σχέση με τις προβλέψεις του μεσοπρόθεσμου προγράμματος τον Ιούνιο, ποσό το οποίο θα κατευθυνθεί σε επιδόματα για εξαγορά ψήφων.
Η Ελλάδα, σύμφωνα με έγκυρους οικονομικούς αναλυτές, χρειάζεται οπωσδήποτε ρυθμούς ανάπτυξης 4% τα επόμενα χρόνια. Ποσοστά 2%-2,5% είναι σίγουρα ικανοποιητικά, αλλά μπροστά στο «βουνό» χρέους και των τόκων που έχει να αντιμετωπίσει η χώρα στο άμεσο μέλλον, δεν αρκούν. Μόνο με υψηλή ανάπτυξη θα ανακτηθεί η εμπιστοσύνη των αγορών.
Είναι χαρακτηριστικό ότι για να μπορέσει η οικονομία να «τρέχει» με ρυθμούς πάνω από 3% θα πρέπει ετησίως να γίνονται επενδύσεις άνω των 40 δισ. ευρώ.
Σύμφωνα με την έρευνα της PwC από το 2009 έως το 2016 οι επενδύσεις ως προς το ΑΕΠ στην Ελλάδα απομακρύνθηκαν από τον ευρωπαϊκό μέσο όρο, δημιουργώντας ένα επενδυτικό κενό συνολικά 450 δισ. ευρώ.
Οι επενδυτικές ανάγκες της χώρας, για να στηριχθεί πραγματική οικονομική μεγέθυνση 3%-4% ετησίως, εκτιμώνται σε περίπου 210 δισ. ευρώ για την πενταετία 2018-2022, δηλαδή να γίνονται 42 δισ. ευρώ επενδύσεις ετησίως. Οι προβλεπόμενες ροές χρηματοδότησης για την ίδια περίοδο περιορίζονται περίπου στα 100 δισ. ευρώ, δημιουργώντας ένα αθροιστικό χρηματοδοτικό κενό της τάξης των 110 δισ. ευρώ.
Η ελληνική οικονομία, διαχρονικά, δεν προσελκύει κεφάλαια από το εξωτερικό και βασίζεται κατά 90% σε εγχώριες πηγές χρηματοδότησης των επενδύσεων.