Κόντρα Ε.Ε- ΔΝΤ για τα περί ανακεφαλαιοποίησης των τραπεζών
«Οι ελληνικές τράπεζες είναι καλά κεφαλαιοποιημένες και η προτεραιότητα τώρα είναι τα μη εξυπηρετούμενα δάνεια», επισημαίνει η Ευρωπαϊκή Επιτροπή, με την Ανίκα Μπράιτχαρτ να τονίζει ότι το ζήτημα αυτό απασχολεί το ΔΝΤ και την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα.
«Οι ελληνικές τράπεζες είναι καλά κεφαλαιοποιημένες και τώρα προτεραιότητα πρέπει να δοθεί στη μείωση του όγκου των μη εξυπηρετούμενων δανείων, κάτι το οποίο περιγράφεται εκτενώς στο μνημόνιο οικονομικής πολιτικής και τη συμφωνία του περασμένου Ιουνίου με τις ελληνικές αρχές», τόνισε εκπρόσωπος του Πιερ Μοσκοβισί.
Σε ό,τι αφορά στο εργασιακό νομοσχέδιο της ελληνικής κυβέρνησης και τις πληροφορίες για παρεκκλίσεις από τα συμφωνηθέντα, η Μπράιτχαρτ απέφυγε να σχολιάσει.
Το ΔΝΤ υποστηρίζει ότι στο πρόγραμμα θα πρέπει να παραμείνει ένα αποθεματικό της τάξεως των 10 δισ. ευρώ, προκειμένου να χρησιμοποιηθεί από τις τράπεζες για να αντιμετωπίσουν πιο αποτελεσματικά το οξύ πρόβλημα των κόκκινων δανείων. Στο πλαίσιο αυτό έχει ήδη ζητήσει να διενεργηθεί νέος κύκλος τεστ αντοχής στις τράπεζες (stress tests), πριν την ολοκλήρωση του προγράμματος του ESM.
Οι ελληνικές τράπεζες πρέπει να διαθέτουν ένα απόθεμα κεφαλαίων 10 δισ. ευρώ (5,5%% του ΑΕΠ του 2016) για να καλυφθούν πιθανές πρόσθετες ανάγκες τραπεζικής στήριξης, αλλά το ποσό αυτό μπορεί να μην είναι επαρκές τονίζει χαρακτηριστικά το Ταμείο.
Η υπόθεση της ανακεφαλαιοποίησης των ελληνικών τραπεζών, παρότι αποφεύγεται να αξιολογηθεί ως τέτοια, αποτελεί κεντρικό σημείο των επιφυλάξεων του ΔΝΤ για τη μεσομακροπρόθεσμη βιωσιμότητα του ελληνικού χρέους.
Σύμφωνα με το ΔΝΤ, η ανακεφαλαιοποίηση των ελληνικών τραπεζών στηρίζεται, μεταξύ άλλων, σε μεγάλο βαθμό σε κεφάλαια αμφίβολης ποιότητας, όπως, π.χ., ο αναβαλλόμενος φόρος, αλλά και σε προβλέψεις για την εκκαθάριση του υψηλού ποσοστού “κόκκινων” δανείων, που δεν θεωρεί ρεαλιστικές σε ένα τόσο αυστηρό δημοσιονομικό περιβάλλον (υψηλά πρωτογενή πλεονάσματα) όσο το προβλεπόμενο από τη συμφωνία της 15ης Ιουνίου.
Αντίθετα, η ΕΚΤ, ο ESM και η Κομισιόν, δηλαδή το ευρωπαϊκό σκέλος των “θεσμών”, όχι μόνο υποστηρίζουν διαφορετικές εκτιμήσεις για τη δημοσιονομική εξέλιξη της οικονομίας και το τραπεζικό σύστημα στην Ελλάδα, αλλά επιπλέον θεωρούν απορριπτέα την παρέμβαση του ΔΝΤ, ειδικά όσον αφορά τις τράπεζες και τις εκτιμήσεις της Eurostat/ESM.
Τα μη εξυπηρετούμενα δάνεια στην Ελλάδα αντιπροσωπεύουν περίπου το 10% του συνόλου των μη εξυπηρετούμενων δανείων σε ολόκληρη την ΕΕ, όταν το ενεργητικό του ελληνικού τραπεζικού τομέα αποτελεί μόλις το 1,2% του συνολικού ενεργητικού του τραπεζικού τομέα στην ΕΕ. Τα ποσοστά των μη εξυπηρετούμενων δανείων ανά κατηγορία δανείων, διαμορφώνονται σε 41,5% για τα στεγαστικά, 44,4% για τα επιχειρηματικά και 54% για τα καταναλωτικά δάνεια και αφορούν περίπου 464 χιλιάδες, 423 χιλιάδες και 1,9 εκατομμύρια δανειολήπτες αντίστοιχα.
Οι τράπεζες έχουν δεσμευτεί για τη μείωση του υπολοίπου των μη εξυπηρετούμενων δανείων κατά 38% για την περίοδο Ιουνίου 2016 – Δεκεμβρίου 2019, διαμορφώνοντας το αναμενόμενο υπόλοιπο των μη εξυπηρετούμενων ανοιγμάτων (ΜΕΑ) στα 67 δισ. ευρώ στο τέλος του 2019, με το μεγαλύτερο ποσοστό της μείωσης να εκτιμάται ότι θα επιτευχθεί το 2018 και το 2019.
Περίπου το 60% της μείωσης εκτιμάται ότι θα προέλθει από τα επιχειρηματικά, με το υπόλοιπο 40% να μοιράζεται σχεδόν ισόποσα στα καταναλωτικά και στεγαστικά δάνεια. Την ίδια περίοδο, τα δάνεια σε καθυστέρηση άνω των 90 ημερών αναμένεται να μειωθούν κατά 49%, από 78,3 δισ. ευρώ τον Ιούνιο του 2016 σε περίπου 40 δισ. ευρώ το 2019, με το σχετικό δείκτη να εκτιμάται ότι θα μειωθεί από 37% σε 20% το 2019.