Προσφυγή της ΕΤΕ κατά τροπολογίας για το ΛΕΠΕΤΕ
Σε προσφυγή κατά της τροπολογίας της κυβέρνησης , που εντάσσει τους συνταξιούχους της Εθνικής Τράπεζας στο ΕΤΕΑΕΠ, κατέθεσε την Παρασκευή η διοίκηση της ΕΤΕ, τονίζοντας πως πως αυτή έχει πολλαπλές αδυναμίες και εγκυμονεί σημαντικούς οικονομικούς κινδύνους για την ίδια.
Σύμφωνα με σχετική ανακοίνωση, «η ΕΤΕ με ευθύνη και κοινωνική ευαισθησία έχει πρωτοστατήσει ώστε να βρεθεί μία εύλογη και δίκαιη λύση στο δύσκολο κοινωνικό θέμα του ΛΕΠΕΤΕ. Διαφαινόταν το σκιαγράφημα μιας λύσης με αυτά τα χαρακτηριστικά που εμπεριείχε εύλογους συμβιβασμούς και από τρία εμπλεκόμενα μέρη (συνταξιούχους, ΕΤΕ και Κυβέρνηση). H ETE θα συνέβαλλε γενναιόδωρα σε αυτή τη λύση».
«Αιφνιδιαστήκαμε με την πρόσφατη κατάθεση της τροπολογίας, η οποία χαρακτηρίζεται από πολλαπλές αδυναμίες και αδικίες. Επίσης, εγκυμονεί σημαντικούς οικονομικούς κινδύνους για την ΕΤΕ. Πρώτον, δημιουργεί συνταξιούχους δυο ταχυτήτων. Οι σημερινοί συνταξιούχοι (δηλαδή πριν την ψήφιση του νόμου) θα λαμβάνουν κατά την κατατεθείσα τροπολογία υψηλές συντάξεις, σε επίπεδα άνω του τριπλάσιου των υπολοίπων συνταξιούχων του δημοσίου».
Όπως επισημαίνει η διοίκηση της ΕτΕ οι σημερινοί εργαζόμενοι της τράπεζας αδικούνται, αφού η τροπολογία θα τους δώσει σημαντικά χαμηλότερες συντάξεις από τους σημερινούς συνταξιούχους, που θα βγαίνει μειούμενη για το διάστημα ασφάλισης μετά την 1/1/2015 (αρχικά άνω του 50%, ποσοστό που θα ανεβαίνει). «Δεν μπορεί να υπάρχει κάποια λογική σε έναν τέτοιο διαχωρισμό. Δεύτερον, η εφαρμογή της λύσης θα έπληττε οικονομικά την ΕΤΕ σε τέτοιο βαθμό που κάποιος θα έπρεπε να αναρωτηθεί για τη ορθότητα σκέψης ή ακόμη χειρότερα για τη σκοπιμότητα, ειδικά σε μια χρονική στιγμή που η ΕΤΕ αρχίζει να ανακάμπτει» υπογραμμίζει.
Η τροπολογία «προφανώς είναι αντισυνταγματική και μη συμβατή με τις διατάξεις του νόμου και το κανονιστικό πλαίσιο και δεν πρέπει να παραπλανηθούν οι συνταξιούχοι ότι ο κ. Πετρόπουλος που τα τελευταία δύο χρόνια καθυστερεί, με αυτήν την σπασμωδική κίνηση έχει βρει μια μόνιμη και βιώσιμη λύση», σχολιάζει η τράπεζα και καταλήγει:
« Όπως είναι αυτονόητο, σε περίπτωση νομοθέτησης του προτεινόμενου μέτρου η τράπεζα θα προσφύγει άμεσα για την ακύρωση του ενώπιον των αρμόδιων δικαστηρίων με γνώμονα την προστασία της ευρωστίας της τράπεζας και τα δικαιώματα των εργαζομένων μας. Η τράπεζα συνεχίζει να πιστεύει ότι υπάρχει μια συναινετική λύση με την οικειοθελή συμμετοχή μας».