Στους ρυθμούς του Εγκέλαδου Πύλος και Θεσσαλονίκη
Σε Πύλο και Θεσσαλονίκη «χτύπησε» ο εγκέλαδος τη Δευτέρα σε διάστημα τριών ωρών, με τους σεισμολόγους, πάντως, να δηλώνουν πως δεν τίθεται ζήτημα ανησυχίας.
Η σεισμική δόνηση στην Πύλο ήταν μεγέθους 5,4 βαθμών της κλίμακας Ρίχτερ.
Σύμφωνα με τα πρώτα στοιχεία, σημειώθηκε σε θαλάσσιο χώρο, 34 χιλιόμετρα Νοτιοδυτικά της Πύλου και είχε εστιακό βάθος 10 χιλιομέτρων.
«Η περιοχή αυτή έχει υψηλή σεισμικότητα. Δεν είναι κάτι ιδιαίτερο για την συγκεκριμένη περιοχή, πολύ περισσότερο που το επίκεντρο είναι στη Θάλασσα», δήλωσε ο διευθυντής ερευνών του Γεωδυναμικού Ινστιτούτου Αθηνών, Γεράσιμος Παπαδόπουλος.
Σχεδόν τρεις ώρες μετά την Πύλο, «ταρακουνήθηκε» και η Θεσσαλονίκη από 4,2 ρίχτερ. Το επίκεντρο του σεισμού εντοπίζεται στην περιοχή της Βόλβης, με τη δόνηση να γίνεται ιδιαίτερα αισθητή στη Θεσσαλονίκη. Λίγα μόλις λεπτά αργότερα σημειώθηκε και νέα σεισμική δόνηση, 3,9 Ρίχτερ.
«Ο σεισμός του 1978 προήλθε από την περιοχή της Βόλβης και έχει δώσει στο παρελθόν και άλλους μεγάλους σεισμούς καθώς εκεί υπάρχει ένα τεκτονικό βύθισμα που περιέχει πολλά ρήγματα. Ωστόσο θεωρώ ότι δεν μπορεί η Βόλβη να δώσει μεγάλο σεισμό και να δράσει, όπως έδρασε το 1978, γιατί δεν έχει παρέλθει μεγάλο χρονικό διάστημα. Από τότε έχουν περάσει μόλις σαράντα χρόνια και για να υπάρχει η δυνατότητα να εκδηλωθεί ξανά ένας τόσο μεγάλος σεισμός όπως το 1978 θα πρέπει να περάσουν εκατοντάδες χρόνια», τονίζει στο Αθηναϊκό Πρακτορείο Ειδήσεων, ο καθηγητής του Πανεπιστημίου Αθηνών και πρόεδρος του Οργανισμού Αντισεισμικού Σχεδιασμού και Προστασίας (ΟΑΣΠ), Ευθύμης Λέκκας.
«Δεν θα πρέπει να υπάρξει ανησυχία», αναφέρει ο κ. Λέκκας και διαβεβαιώνει ότι οι επιστήμονες παρακολουθούν το φαινόμενο και την ακολουθία του. Παράλληλα, ο ίδιος επισημαίνει ότι ο σημερινός σεισμός ήταν επιφανειακός, το εστιακό του βάθος ήταν της τάξης των πέντε χιλιομέτρων και αυτός ήταν ο λόγος που έγινε ιδιαίτερα αισθητός.
«Τα κτίρια στην Ελλάδα αντέχουν πολύ μεγαλύτερους σεισμούς. Δεν θα πρέπει να υπάρχει ο παραμικρός λόγος ανησυχίας. Θεωρώ ότι ο κόσμος έχει επαρκή ενημέρωση και παιδεία ώστε να ανταπεξέλθει σε αυτές τις καταστάσεις», επισημαίνει ο πρόεδρος του ΟΑΣΠ.