Χ. Γώγος: Στο «peak» της η επιδημία - Έχουμε ακόμα μπροστά μας αρκετό χρόνο
Στο τρίτο κύμα της πανδημίας που «χτυπά» αυτό το διάστημα τη χώρα, αλλά και στο πώς προβλέπεται να εξελιχθεί η κατάσταση, αναφέρθηκε ο καθηγητής Παθολογίας, Χαράλαμπος Γώγος, κατά τη διάρκεια διαδικτυακής εκδήλωσης με τίτλο «Σύγχρονη ενημέρωση πανδημίας Covid-19», στο πλαίσιο του Καρδιομεταβολικού Σχολείου, που διοργανώνει το Καρδιομεταβολικό Κέντρο της Hellenic Healthcare Group (HHG).
«Η επιδημία βρίσκεται στο peak της και απ’ ότι φαίνεται αυτό θα διαρκέσει για λίγες ημέρες. Οι κρίσιμες εβδομάδες, όμως, για το σύστημα υγείας ακολουθούν. Γιατί όπως είναι γνωστό, οι απλές νοσηλείες, οι νοσηλείες σε ΜΕΘ, οι διασωληνώσεις και οι θάνατοι ακολουθούν την πανδημία. Επομένως, έχουμε ακόμα μπροστά μας αρκετό χρόνο. Το υπουργείο Υγείας και οι υγειονομικοί έχουν πολλή δουλειά και χρειάζεται η συνδρομή όλων των δυνάμεων, γιατί πραγματικά υπάρχει τεράστια πίεση, όχι μόνο στις ΜΕΘ αλλά και στις κλινικές Covid, που έχουν πλημμυρίσει από ασθενείς. Θα έχουμε ένα διάστημα σίγουρα δύο τριών εβδομάδων, θα έλεγα και ενός μηνός, με μεγάλη πίεση στο σύστημα υγείας», ανέφερε.
Ωστόσο, επεσήμανε τον απρόβλεπτο χαρακτήρα της επιδημίας, αφήνοντας ανοιχτό το ενδεχόμενο να διαψευστούν για μια ακόμη φορά οι προβλέψεις. «Η αλήθεια είναι ότι κανείς δεν μπορεί να είναι σίγουρος για οτιδήποτε σε αυτήν την επιδημία. Έχουμε διαψευστεί πολλές φορές», διευκρίνισε ο καθηγητής.
«Σε περιοχές όπως η Αττική, η Πελοπόννησος και η Δυτική Ελλάδα, το τρίτο κύμα είναι πολύ σφοδρότερο από το πρώτο και το δεύτερο. Στην Περιφέρεια Αττικής υπάρχει μεγάλη αύξηση των κρουσμάτων, ακόμα και αυτήν την εβδομάδα, η οποία υπερβαίνει το 40%», σημείωσε, τονίζοντας πως εδώ και περίπου 15 μέρες η χώρα βρίσκεται «στο κόκκινο».
Σε ότι αφορά στον Πειραιά, τόνισε ότι κατά το τρίτο κύμα υπάρχει εκθετική αύξηση στα κρούσματα, την οποία χαρακτήρισε «πραγματικά απειλητική».
Στη Θεσσαλονίκη, παρότι προεξάρχει το δεύτερο κύμα, φαίνεται ότι το τρίτο κύμα σταδιακά ανεβαίνει, απαιτώντας επίσης προσοχή, προκειμένου να αποφευχθούν φαινόμενα σαν αυτά που συνέβησαν τον περασμένο Νοέμβριο στη συμπρωτεύουσα, ενώ σφοδρό «χτύπημα» δέχτηκε η Δυτική Ελλάδα.
«Στη Δυτική Ελλάδα υπήρχε ένα εξαιρετικό βαρύ τρίτο κύμα, το οποίο έχει μακράν απόσταση από το δεύτερο. Το βλέπουμε πια και στα νοσοκομεία. Υπάρχει πολύ μεγάλη επιβάρυνση, σε 5 κλινικές του νοσοκομείου του Ρίου, αλλά αντίστοιχα προβλήματα υπάρχουν και στο νοσοκομείο ‘Αγ. Ανδρέας’. Αυτή τη στιγμή οι ΜΕΘ στην Πάτρα είναι πλήρεις. Το ίδιο συμβαίνει πρακτικά και σε ολόκληρη την Πελοπόννησο, αλλά κυρίως στην Αργολίδα και την Αρκαδία. Το τρίτο κύμα έχει χτυπήσει πολύ άσχημα τις περιοχές αυτές», ανέφερε ο καθηγητής.
Η Κρήτη, που έως σήμερα δεν είχε αντιμετωπίσει ιδιαίτερα προβλήματα, τόνισε ότι υπάρχει μεγάλη αύξηση της διασποράς, ειδικά στην περιοχή του Ηρακλείου, καταδεικνύοντας τη δυναμική της επιδημίας.
«Την τελευταία εβδομάδα βλέπουμε επιπλέον αυξήσεις στην Αττική, τη Λάρισα, το Βόλο, το Ηράκλειο, τον Άγ. Νικόλαο, αλλά και στην Πάτρα. Όλη η Ελλάδα έχει πια μια αυξητική τάση στην επιδημία. Το Rt κυμαίνεται γύρω από το 1,10-1,20. Είναι σημαντικός αυτός ο δείκτης και έχει και προγνωστική σημασία. Μικρές αυξήσεις του Rt μπορεί να οδηγήσουν σε τεράστια αύξηση των κρουσμάτων», σημείωσε.
Αναφερόμενος στις μεταλλάξεις, ο καθηγητής τόνισε ότι είναι ένα εν δυνάμει πολύ απειλητικό ζήτημα, με δεδομένη τη αυξημένη μεταδοτικότητα που δημιουργεί σοβαρά προβλήματα, επισημαίνοντας ότι το βρετανικό στέλεχος επικρατεί πλέον σε ποσοστό 60-80% στο δειγματοληπτικό έλεγχο.
Σε παγκόσμιο επίπεδο, υπάρχει μία μικρή τάση ύφεσης, όπως διευκρίνισε ο κ. Γώγος, ωστόσο δεν είναι βέβαιο το πόσο θα διαρκέσει. «Ο ιός μας έχει δείξει μέχρι τώρα ανεβοκατεβάσματα και κύματα και είμαστε πολύ επιφυλακτικοί γενικά για το μέλλον της επιδημιολογίας».
Κλείνοντας, αναφέρθηκε στον εμβολιασμό που αποτελεί το «φως στην άκρη του τούνελ» αλλά και στα τεστ, τα οποία αυξάνονται και βελτιώνονται και αναμένεται να διαδραματίσουν καθοριστικό ρόλο, ειδικά μετά το «άνοιγμα» των δραστηριοτήτων.
«Τα καλά νέα είναι τα συνεχώς αυξανόμενα τεστ, τα οποία περιλαμβάνουν κατά το ήμισυ τα μοριακά-PCR και κατά το άλλο ήμισυ τα αντιγονικά, τα οποία χρησιμοποιούνται ευρέως αυτή τη στιγμή. Πέραν της γνωστής καλής ειδικότητάς τους έχει βελτιωθεί και η ευαισθησία τους και αποτελούν ένα χρήσιμο εργαλείο για τη διαχείριση της επιδημίας, ιδιαίτερα όταν ανοίξει η κοινωνία κάποιες από τις δρασητριότητές της», κατέληξε ο καθηγητής.