Η αρχή για την τελευταία κυβέρνηση της Μέρκελ στη Γερμανία
Ο βασικός στόχος του νέου υπουργικού συμβουλίου στο Βερολίνο θα έχει στο επίκεντρο τις αλλαγές στη δομή της Ευρωπαϊκής Ένωσης και της Ευρωζώνης, σε μια κυβέρνηση υπό την καγκελάριο που χαρακτηρίζεται ως συμβιβαστική λύση και όχι ως η συνεργασία που όλοι θα ήθελαν.
Σχεδόν έξι μήνες μετά από τις ομοσπονδιακές εκλογές που έγιναν στη Γερμανία τον περασμένο Σεπτέμβριο, το Βερολίνο αποκτά από σήμερα και επίσημα νέα κυβέρνηση καθώς η Άγκελα Μέρκελ ξεκινά από σήμερα την τέταρτη θητεία της στην καγκελαρία που αναμένεται να είναι και η τελευταία της στην ηγεσία της ισχυρότερης δύναμης της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Στο πλαίσιο στο οποίο θα κινηθεί ο νέος κυβερνητικός συνασπισμός (αποτελούμενος από τους Χριστιανοδημοκράτες -CDU-, τους Βαυαρούς Χριστιανοκοινωνιστές -CSU- και τους Σοσιαλδημοκράτες -SPD-), όπω τον περιέγραψε ο νέος υπουργός Οικονομικών και αντικαγκελάριος Όλαφ Σολτς σε συνέντευξη με την Άγκελα Μέρκελ την περασμένη Δευτέρα. «Βήμα-βήμα, μέρα με τη μέρα» σημείωσε ο Σοσιαλδημοκράτης πολιτικός, λέγοντας ότι η νέα κυβέρνηση δεν προέκυψε από «αγάπη» αλλά από αναγκαιότητα.
Από σήμερα όλοι στη Γερμανία αλλά και το σύνολο της ΕΕ θα κοιτούν στο Βερολίνο για να δουν που θα οδηγήσει η συνεργασία των CDU/CSU με το SPD, που αναμένεται να κινηθεί σε μια ισορροπία μεταξύ δεξιών και κεντρώων πολιτικών.
Η μεγαλύτερη πρόκληση με την οποία θα βρεθούν αντιμέτωποι οι νέου υπουργοί της Γερμανίας θα είναι το σχέδιο για τις αλλαγές στη δομή της ΕΕ και της Ευρωζώνης.
Δημιουργικές ασάφειες
Σημειώνεται πως στο κείμενο στο οποίο έχουν συμφωνήσει τα τρία κόμμα κόμματα για τις αλλαγές στην ΕΕ γίνεται λόγος για «βελτίωση στη λειτουργία της ΕΕ και ειδικότερα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου», χωρίς ωστόσο να γίνεται ξεκάθαρη αναφορά στο πως θα επιτευχθεί αυτό. Ακόμα, ασάφεια υπάρχει και στην αναφορά που κάνει λόγο για πληρωμή περισσότερων χρημάτων στον προϋπολογισμό της Ένωσης, χωρίς και πάλι να ξεκαθαρίζει τίνι τρόπω.
Δεδομένου του σκεπτικισμού που υπάρχει στο Βερολίνο για μέτρα που θα αυξήσουν τα ποσά που θα καταβάλει η Γερμανία στην ΕΕ ή τα πολιτικά - οικονομικά κόστη που θα θα κληθεί να αντιμετωπίσει για κάποια χώρα εταίρο στην ΕΕ, προκύπτει ως πρόκληση το ενδεχόμενο τυχόν λήψης τέτοιων μέτρων που θα τα δέχονταν οι Γερμανοί φορολογούμενοι. Άλλωστε, τα ευρωπαϊκά ζητήματα δε βρέθηκαν στην προσοχή της προεκλογικής εκστρατείας και συνέχισαν να μένουν στο περιθώριο καθώς θεωρούνται ως ζητήματα που «διώχνουν» τους ψηφοφόρους και προκαλούν σημαντικό «πονοκέφαλο» στην καγκελάριο Μέρκελ, για τη λήψη αποφάσεων που θα εξέθεταν σε κινδύνους τη Γερμανία για λογαριασμό κάποιας άλλης χώρας της ΕΕ.
Σε αυτή την περίπτωση θα μπορούσε να χαθεί η πλειοψηφία της νέας κυβέρνησης στη γερμανική Βουλή (Μπούντεσταγκ), με μόλις 40 βουλευτές παραπάνω από το όριο απώλειας της πλειοψηφίας.
Τα παραπάνω έρχονται με την καγκελάριο Μέρκελ να καλείται να αντιμετωπίζει τον πρόεδρο της Γαλλίας Εμανουέλ Μακρόν, που ζητά ευρύτατες αλλαγές στην ΕΕ, με προτάσεις όπως αυτή του υπερυπουργού Οικονομικών της Ευρωζώνης και του κοινού προϋπολογισμού της Ένωσης ως βήματα προκειμένου να «οχυρωθεί» η ευρωπαϊκή οικονομία από την επόμενη κρίση. Μέτρα που ουσιαστικά ενδέχεται να αμφισβητήσουν την γερμανική κυριαρχία εντός της ΕΕ και να εντείνουν τις αρνητικές γνώμες προς τη νέα κυβέρνηση.