Οι αγορές προειδοποιούν το Λονδίνο για τη στάση προς το Brexit
Την ώρα που η βρετανική κυβέρνηση θέλει να παρουσιάσει μια σκληρή και «μπετοναρισμένη» στάση απέναντι προς τις Βρυξέλλες, η αλήθεια μάλλον απέχει από τη «γραμμή» της Μέι, όπως υπενθυμίζει ο Standard and Poor's.
Ακόμα μια κρίσιμη συνάντηση για την πορεία του Brexit είναι αυτή που θα έχουν σήμερα στο Λονδίνο ο αρμόδιος Επίτροπος της Κομισιόν Μισέλ Μπαρνιέ με τον Βρετανό υπουργό του Brexit Ντέιβιντ Ντέιβις στο Λονδίνο.
Στο επίκεντρο των συνομιλιών αυτής της εβδομάδας για τη μελλοντική εμπορική σχέση Ηνωμένου Βασιλείου - Ευρωπαϊκής Ένωσης αναμένεται να βρεθεί η παραμονή του ΗΒ σε τελωνειακή ένωση με την ΕΕ, με την Βρετανίδα πρωθυπουργό Τερέζα Μέι να ξεκαθαρίζει -για πρώτη φορά στο πλαίσιο των διαπραγματεύσεων- τη Δευτέρα πως το Λονδίνο δε δέχεται παραμονή σε τελωνειακή ένωση με την Ένωση μετά από το Brexit.
«Δεν είναι η πολιτική μας να παραμείνουμε σε μια τελωνειακή ένωση» δήλωσε εκπρόσωπος της Ντάουνιγκ Στρίτ (η βρετανική πρωθυπουργική κατοικία), μιλώντας χθες σε εκπροσώπους του Τύπου, για να προσθέσει πως «η θέση της κυβέρνησης δεν έχει αλλάξει από τη συμφωνία που είχε επιτευχθεί με την ΕΕ τον περασμένο Δεκέμβριο».
Ο ίδιος εκπρόσωπος ανέφερε ακόμα ότι «η ενδιάμεση τελωνειακή συμφωνία θα τελειώσει μόλις ολοκληρωθεί η εφαρμογή περιόδου του Brexit», λέγοντας ακόμα πως «τόσο το ΗΒ όσο και η ΕΕ είναι σύμφωνοι στο ότι πρέπει να υπάρξει μια ταχεία πρόοδος στις διαπραγματεύσεις».
Εγκατάλειψη της τελωνειακής ένωσης, σημαίνει ότι εφόσον η Βρετανία δε συνάψει μια νέα εμπορική συμφωνία με την Ευρωπαϊκή Ένωση, οι εξαγωγές της θα περιπέσουν στους δασμούς που επιβάλει η ΕΕ στα μη μέλη της και που κατά μέσο όρο είναι 5% για όλα τα προϊόντα, 10% για τα αυτοκίνητα και πάνω από 200% για συγκεκριμένα είδη πουλερικών.
Παρά τις αναφορές της Ντάουνινγκ Στριτ, η ίδια η Τερέζα Μέι προ ημερών δεν απέκλεισε κατηγορηματικά το ενδεχόμενο εξόδους από την τελωνειακή ένωση. Αντίθετα, ο υπουργός Εμπορίου της κυβέρνησης της, Λιαμ Φοξ, είχε υπογραμμίσει πως «είναι πολύ δύσκολο να δω πως η παραμονή στη τελωνειακή ένωση είναι συμβατή με μια ανεξάρτητη εμπορική πολιτική. (Αυτό) θα σήμανε πως θα έπρεπε να ακολουθούμε τις συμφωνίες και τους όρους που διαπραγματεύεται η ΕΕ» τόνισε θέλοντας να δείξει πως παίρνει μια διαφορετική θέση από την πρωθυπουργό του.
Δεδομένου του παραπάνω, δεν είναι καθόλου λίγα τα δημοσιεύματα που κάνουν λόγο για σκέψεις αντικατάστασης της Μέι τόσο στην πρωθυπουργίας της Βρετανίας όσο και στην ηγεσία του κόμματος της (Τόρις) με τον τωρινό υπουργό Εξωτερικών και εσωκομματικό «δελφίνο» Μπόρις Τζόνσον.
Αυτές οι φωνές έρχονται την ώρα που και οι υποστηρικτές του «ήπιου» Brexit, όπως ο υπουργός Οικονομικών Φίλιπ Χάμοντ, ζητούν να μην υπάρξουν μεγάλες αλλαγές στις σχέσεις ΗΒ με την ΕΕ.
Σε αυτό το πλαίσιο, αναμένεται με ενδιαφέρον το κλίμα που θα δημιουργηθεί για την Τερέζα Μέι κατά τη διήμερη συνεδρίαση της κοινοβουλευτικής επιτροπής για το Brexit, την Τετάρτη και την Πέμπτη.
Σημειώνεται πως μέχρι πρόσφατα, οι υποστηρικτές του Brexit είχαν εφησυχάσει πως οι διαπραγματευτικοί συμβιβασμοί της Μέι, συμπεριλαμβανομένης της συμφωνίας για το κόστος του διαζυγίου ύψους περίπου 39 δισ. λιρών, είχαν ως σκοπό να διασφαλίσουν το ίδιο το Brexit, που θα γίνει επισήμως πραγματικότητα τον Μάρτιο 2019. Τελευταία, όμως, κατηγορούν τη Μέι πως δεν πρόκειται να συμφωνήσει με την ΕΕ μια καθαρή έξοδο, αλλά αυτό που έχει πολιτογραφηθεί ως «Brino», δηλαδή σε ένα μόνο κατ’ όνομα Brexit (Brexit in Name Only)
Απειλή υποβάθμισης από τον S&P
Μετά από τη σκληρότερη τάση που φαίνεται να υιοθετεί η Μέι, ο Standard and Poor's απέστειλε προειδοποίηση προς το Λονδίνο, τονίζοντας πως ένα ενδεχόμενο «ασταθές» Brexit θα έθετε υπό κίνδυνο την πιστοληπτική βαθμολόγηση της Βρετανίας.
Σύμφωνα με σχετική έκθεση του οίκου αξιολόγησης που δημοσιεύτηκε τη Δευτέρα, το εν λόγω σενάριο είναι περισσότερο πιθανό εάν οι Βρετανοί υποτιμήσουν τη θέση που έχει η ΕΕ στις διαπραγματεύσεις. Σύμφωνα με την έκθεση, οι Βρυξέλλες δύσκολα θα επιδείκνυαν μια πιο «ήπια» θέση απέναντι στο Λονδίνο, καθώς αυτό θα μπορούσε να δημιουργήσει ένα ιστορικό πάνω στο οποίο θα μπορούσαν να ακολουθήσουν και άλλα κράτη-μέλη της ΕΕ που θα επιθυμούσαν την αποχώρηση από την Ένωση.
«Η κυβέρνηση του Ηνωμένου Βασιλείου εκτίμησε αρνητικά την πρόθεση των Βρετανών όταν του κάλεσε να ψηφίσουν για την παραμονή στην ΕΕ. Αυτό δεν πρέπει να γίνει και στις διαπραγματεύσεις με την ΕΕ, καθώς αυτό θα αύξανε θεαματικά το ασταθές Brexit και κάτι τέτοιο θα ασκούσε σοβαρές καθοδικές πιέσεις στο αξιόχρεο της Βρετανίας» ανέφερε χαρακτηριστικά σε σχόλιο του ο Μόριτζ Κράμερ, επικεφαλής οικονομολόγος του S&P.