«Ύστατη» προσπάθεια για συμφωνία: Ο Σουλτς την «ελπίδα», η Μέρκελ τα «εμπόδια»
Προς το παρόν όλα είναι «ανοιχτά» για το γερμανικό «μέτωπο». Οι σημερινές «ζυμώσεις» είναι ιδιαίτερα σημαντικές, οι πλέον κρίσιμες. Αγορές κι επενδυτές έχουν στραμμένο το «βλέμμα» τους στην έκβασή τους, όπως και όλη η Ευρώπη, καθώς όσο παρατείνεται η περίοδο ακυβερνησίας στη χώρα, τόσο εκκρεμή ζητήματα της περιφέρειας διογκώνονται.
Προσερχόμενοι στο κτήριο, όπου θα διεξαχθούν οι συζητήσεις, η Γερμανίδα καγκελάριος και ο πρόεδρος του SPD στάθηκαν αμφότεροι στο ότι σήμερα θα γίνουν οι πιο κρίσιμες διαπραγματεύσεις.
Η κυρία Μέρκελ δήλωσε χαρακτηριστικά πως «παραμένουν σημαντικά εμπόδια για το σχηματισμό κυβέρνησης. Εμείς από την πλευρά μας θα κάνουμε ό,τι είναι δυνατό για να πετύχουν οι επαφές για το μεγάλο συνασπισμό» σημείωσε η καγκελάριος για να προσθέσει πως «θα είναι μια σκληρή και αποφασιστική μέρα για τις διαπραγματεύσεις».
Από την πλευρά του, ο Σουλτς υπογράμμισε ότι «κατά την τελευταία μέρα των διερευνητικών επαφών εμείς από την πλευρά μας θα ξεκαθαρίσουμε πως χρειαζόμαστε ένα καινούργιο ξεκίνημα για την Ευρώπη. Χρειαζόμαστε μια ΕΕ που να στρέφεται σε ένα περισσότερο κοινωνικό πρόσημο», είπε ο σοσιαλδημοκράτης πολιτικός.
Στο μεταξύ, την ίδια ώρα, αρνητικά μηνύματα έρχονται στο προσκήνιο για τη «Σιδηρά Κυρία», η οποία αντιμετωπίζει μία ήττα... διαρκείας.
Σύμφωνα με έρευνα της Dimap που δημοσιεύει σήμερα η εφημερίδα Handelsblatt, το 56% των Γερμανών πιστεύουν ότι η καγκελάριος Μέρκελ, εφόσον σχηματίσει κυβέρνηση, δεν θα εξαντλήσει την τετραετία και θα παραιτηθεί πριν το τέλος της παρούσας κοινοβουλευτικής περιόδου, η οποία λήγει το 2021.
Σύμφωνα με τα ευρήματα της δημοσκόπησης, διχασμένοι είναι οι Γερμανοί και ως προς το πρόσωπο της ίδιας της καγκελαρίου. Η εκτίμησή τους γι’ αυτήν εξανεμίζεται. Ένας στους πέντε Γερμανούς (20%) αξιολογεί την ηρεμία και την ψυχραιμία της ως το πιο δυνατό της σημείο. Το 10% εκτιμά τη διεθνής της παρουσία, το 10% την επιμονή της και την ικανότητά της να επιβάλει την άποψή της. Εντούτοις, το 23% επικρίνει την έλλειψη αποφασιστικότητας και την τάση της να μεταθέτει τα προβλήματα. Πολλοί, επίσης, θεωρούν ότι δεν είναι ικανή να ασκεί το αξίωμα της καγκελαρίου, ότι είναι απόμακρη και δεν διαθέτει σχέδιο, όπως επίσης και ότι παραμένει προσκολλημένη στην καρέκλα της και δεν παραδέχεται τα λάθη της.
Διάδοχος, ο οποίος να ξεχωρίζει, δεν υπάρχει πάντως σύμφωνα με την δημοσκόπηση. Τη μεγαλύτερη δημοτικότητα ως διάδοχος απολαμβάνει ο Τόμας Ντε Μεζιέρ, ο υπουργός Εσωτερικών με 37%, έπεται ο επικεφαλής της καγκελαρίας και (μεταβατικός) υπουργός Οικονομικών Πέτερ Αλτμάιερ με 31%, η Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν, η υπουργός Αμύνας με 28%. Ακολουθεί η Ανεγκρέτ Κραμπ-Κάρενμπάουερ, πρωθυπουργός του κρατιδίου του Ζάαρλαντ με 24% και ο Γιενς Σπαν, ο υφυπουργός Οικονομικών με 16%. Για τους δύο τελευταίους πρέπει όμως να σημειωθεί ότι δεν διαθέτουν την αναγνωρισιμότητα των προαναφερθέντων υπουργών και η δημοσκοπική τους πορεία μπορεί να μεγαλώσει εάν γίνουν ευρύτερα γνωστοί.