Φόβος των κινεζικών αρχών για νέα ξεσπάσματα της πανδημίας του νέου κορονοϊού
Ο κινέζος πρόεδρος έκανε το σχόλιο αυτό χονδρικά έναν μήνα αφού η κυβέρνησή του τερμάτισε απότομα την πολιτική «zero COVID», η οποία προστάτευε τους 1,41 δισεκ. κατοίκους της Κίνας από την πανδημία για τρία χρόνια, αλλά προκάλεσε απόγνωση σε πολλούς, σπάνιες διαδηλώσεις στα τέλη Νοεμβρίου, και μεγάλα προβλήματα στην κινεζική οικονομία.
Καθώς τα ταξίδια αυξάνονται την πολυάσχολη περίοδο του κινεζικού σεληνιακού νέου έτους, υπάρχει ενδεχόμενο να πεθαίνουν καθημερινά ως και 36.000 άνθρωποι εξαιτίας της COVID-19, σύμφωνα με τις πιο πρόσφατες εκτιμήσεις της βρετανικής εταιρείας Airfinity.
Το Σάββατο, οι κινεζικές αρχές ανακοίνωσαν πως από την 8η Δεκεμβρίου 2022 ως τη 12η Ιανουαρίου 2023 πέθαναν σε νοσοκομεία εξαιτίας της COVID-19 σχεδόν 60.000 άνθρωποι. Με άλλα λόγια, ο επίσημος απολογισμός των θυμάτων της πανδημίας χονδρικά δεκαπλασιάστηκε.
Ωστόσο ακόμη και αυτός ο αριθμός δεν περιλαμβάνει όσους υπέκυψαν εξαιτίας της ασθένειας στα σπίτια τους, ενώ ορισμένοι γιατροί λένε πως αποθαρρύνονται να αναφέρουν στα πιστοποιητικά θανάτου ότι αιτία ήταν η COVID.
Ειδικοί λένε πως τα επίσημα δεδομένα του Πεκίνου δεν αντανακλούν το πραγματικό μέγεθος της υγειονομικής κρίσης.
«Με βάση τα δημοσιεύματα για τα νοσοκομεία που έχουν κατακλυστεί και για τις μεγάλες ουρές σε γραφεία κηδειών, θα μπορούσαμε να εκτιμήσουμε πως ο αριθμός των θανάτων εξαιτίας της COVID-19 είναι μεγάλος, μπορεί να ξεπερνά ως ακόμη και τους 600.000, και να μην είναι απλά 60.000», δήλωσε ο Μπεν Κόουλινγκ, επιδημιολόγος στο Πανεπιστήμιο του Χονγκ Κονγκ.
Η επαλήθευση του υπολογισμού αυτού με ανεξάρτητο τρόπο είναι αδύνατη.
Το απότομο τέλος της πολιτικής των lockdowns, των μαζικών τεστ και των περιορισμών στις μετακινήσεις και το χάος που ακολούθησε προκάλεσε επίσης ελλείψεις φαρμάκων, καθώς πολλοί Κινέζοι έσπευσαν να προστατευθούν σκευάσματα για να αντιμετωπίσουν τη μόλυνση από τον SARS-CoV-2.
Για να καλυφθεί η ραγδαία αυξανόμενη ζήτηση, κινεζικές φαρμακευτικές εταιρείες εντείνουν την παραγωγή τους, σκοπεύουν να τριπλασιάσουν τις ποσότητες αντιπυρετικών και αντιβηχικών σκευασμάτων που διαθέτουν στην αγορά, αναφέρει σημερινό δημοσίευμα της Ημερησίας της Κίνας.
Η κινεζική κυβέρνηση βασίζεται στα εμβόλια που παράγονται εγχωρίως, αποφεύγοντας σκευάσματα παραγόμενα στο εξωτερικό παρότι ορισμένες μελέτες υποδεικνύουν ότι έχουν υψηλότερη αποτελεσματικότητα. Κάποια ξένα φάρμακα για την COVID-19 είναι από δύσκολο ως αδύνατο να βρεθούν στη χώρα.
Για παράδειγμα, το Paxlovid (Pfizer) θεωρητικά διατίθεται στην Κίνα, αλλά είναι πολύ δύσκολο να το προμηθευτεί κανείς μέσω των επίσημων καναλιών, σύμφωνα με δημοσιεύματα και μαρτυρίες. Το molnupiravir (Merck) έχει εγκριθεί, αλλά δεν είναι ευρέως διαθέσιμο.
Ο επίσημος οργανισμός της Κίνας που είναι αρμόδιος για τα φαρμακευτικά προϊόντα δεσμεύτηκε νωρίτερα αυτή την εβδομάδα πως θα μειώσει τις τιμές φαρμάκων που συνδέονται με τη θεραπεία της COVID και ότι θα πατάξει τα πλαστά σκευάσματα.
«Κοπιαστική» δουλειά
Ιδιαίτερα ευάλωτοι στον ιό είναι οι ηλικιωμένοι, αρκετοί από τους οποίους δεν έχουν εμβολιαστεί πλήρως και εκτίθενται καθώς εκατομμύρια εργαζόμενοι στις πόλεις ταξιδεύουν στις ιδιαίτερες πατρίδες τους για να περάσουν με τους δικούς τους τη γιορτή του νέου σεληνικού έτους (επίσημα ξεκινά την 21η Ιανουαρίου). Προτού εντοπιστεί ο νέος κορονοϊός στην κινεζική πόλη Γουχάν στα τέλη του 2019, αυτή ήταν η μεγαλύτερη ετήσια μετακίνηση ανθρώπων οπουδήποτε στον πλανήτη.
Ο πρόεδρος Σι είπε σε μήνυμά του την Τετάρτη για το νέο έτος πως «ανησυχεί περισσότερο» για το τι θα συμβεί «στις περιοχές της επαρχίας και στους αγρότες», ιδίως επειδή τα ιατρικά κέντρα εκεί ενδέχεται να κατακλυστούν: «η πρόληψη είναι δύσκολη και η δουλειά θα είναι κοπιαστική», όμως «το φως είναι μπροστά μας» και η «επιμονή» θα φέρει «τη νίκη», είπε. Χαρακτήρισε προτεραιότητα τη φροντίδα των ηλικιωμένων.
Αστικά κέντρα όπως η πόλη Χάνγκτζου, η Κουνμίνγκ, η Τζενγκτζού, η Τσανγκσά (όλες τους έχουν πληθυσμούς πάνω από 10 εκατ.) θα επιτρέψουν την πώληση πυροτεχνημάτων, σύμφωνα με το επιχειρηματικό περιοδικό Yicai.
Η Airfinity ανέφερε χθες Τετάρτη πως τα κρούσματα ενδέχεται να φθάσουν τα 62 εκατομμύρια την περίοδο από τη 13η ως την 27η Ιανουαρίου και ότι οι θάνατοι εξαιτίας της COVID-19 ενδέχεται να φθάσουν στην κορύφωση, στους 36.000 ημερησίως, την 26η Ιανουαρίου. Οι αριθμοί αυτοί είναι εντυπωσιακά αυξημένοι σε σύγκριση με προηγούμενες προβλέψεις της.
Σύμφωνα με τον Ματ Λίνλι, στέλεχος της Aifinity που διευθύνει το τμήμα αναλύσεων, το σύστημα υγείας της Κίνας θα αντιμετωπίσει «μεγάλη πίεση το επόμενο δεκαπενθήμερο» και ενδέχεται πολλοί ασθενείς που θα μπορούσαν να σωθούν «θα πεθάνουν λόγω του μεγάλου φόρτου εργασίας στα νοσοκομεία και της έλλειψης περίθαλψης».
Στο Χονγκ Κονγκ, το μεγάλο χρηματοοικονομικό κέντρο της Ασίας που επίσης ανοίγει ξανά πλήρως την οικονομία του, ανακοινώθηκε από τις αρχές σήμερα ότι πλέον από την 30ή Ιανουαρίου δεν θα απαιτείται όσοι έχουν συμπτώματα της COVID-19 να τίθενται σε καραντίνα. Επρόκειτο για ένα από τα τελευταία περιοριστικά μέτρα που παρέμεναν σε ισχύ.
Παρά το ότι απολογισμός των θυμάτων της πανδημίας εκφράζονται φόβοι πως θα είναι ιδιαίτερα βαρύς στην Κίνα, μέσα ενημέρωσης στη χώρα και σε διεθνές επίπεδο εκφράζουν την ελπίδα τους πως θα αναζωογονήσει την κινεζική και τη διεθνή οικονομία. Η χώρα κατέγραψε το 2022 τον πιο βραδύ ρυθμό ανάπτυξης τα τελευταία 40 χρόνια (3% του ΑΕΠ).