«Προχωράει» η δίκη του Ντόναλντ Τραμπ στις ΗΠΑ
Η Γερουσία των ΗΠΑ κατέληξε ότι η δίκη κατηγορίας του πρώην προέδρου Ντόναλντ Τραμπ είναι συνταγματική, επιτρέποντας την έναρξη πλήρους διαδικασίας.
Έτσι η Γερουσία ψήφισε την Τρίτη να προχωρήσει στη δεύτερη δίκη κατηγορίας του Ντόναλντ Τραμπ, μετά από μία μέρα γεμάτη συζητήσεις σχετικά με το αν ήταν συνταγματικό να παραπεμφθεί σε δίκη ένας πρώην πρόεδρος.
Η ομάδα υπεράσπισης του Τραμπ υποστήριξε ότι δεν μπορεί να βρεθεί δίκη μετά την έξοδο από τον Λευκό Οίκο.
Έξι Ρεπουμπλικανοί γερουσιαστές «συνασπίστηκαν» με τους Δημοκρατικούς για να για να εξασφαλίσουν την συνέχιση της δίκης, παρόλο που ο Τραμπ, ο οποίος κατηγορήθηκε από το την Βουλή των Αντιπροσώπων τον περασμένο μήνα για τον ρόλο του στην εισβολή στο Καπιτώλιο στις 6 Ιανουαρίου, δεν είναι πλέον στη θέση του.
Η ψηφοφορία «έδειξε» με ψήφους 56 (υπέρ)-44 (κατά) στήνει την σκηνή για αρκετές ημέρες επιχειρηματολογίας και από τις δύο πλευρές σχετικά με τα πραγματικά περιστατικά της υπόθεσης. Οι συζητήσεις θα ξεκινήσουν την Τετάρτη.
Για την καταδίκη του Τραμπ απατούνται 67 φήφοι, που σημαίνει ότι τουλάχιστον 17 Ρεπουμπλικανοί θα πρέπει να ταχθούν με τους 50 Δημοκρατικούς. Ελάχιστοι όμως έχουν δηλώσει ότι πιθανότατα θα ψηφίσουν υπέρ της ενοχής Τραμπ.
Χιλιάδες συγκεντρώθηκαν υπέρ των ψευδών ισχυρισμών ότι η εκτεταμένη εκλογική απάτη στέρησε τη νίκη του Τραμπ στις προεδρικές εκλογές των ΗΠΑ.
Οι Δημοκρατικοί που «κίνησαν τη διαδικασία της Τρίτης έδειξαν ένα βίντεο της ομιλίας του Τραμπ στις 6 Ιανουαρίου και πλάνα από τις ταραχές στο Καπιτώλιο από υποστηρικτές του. «Αυτό είναι σοβαρό έγκλημα και εκδήλωση κακής συμπεριφοράς», δήλωσε ο εκπρόσωπος Τζέιμι Ράσκιν της Μέριλαντ . «Εάν αυτό δεν είναι αδίκημα που πρέπει να παραπεμφθεί, τότε δεν υπάρχει κάτι τέτοιο», πρόσθεσε.
Οι δικηγόροι του πρώην προέδρου υποστήριξαν ότι ήταν αντισυνταγματικό να υποβληθεί ένας πρώην πρόεδρος σε όλη αυτή τη διαδικασία και κατηγόρησε τους Δημοκρατικούς ότι έχουν πολιτικά κίνητρα.
Να σημειωθεί ότι σε περίπτωση καταδίκης, ο Τραμπ θα μπορούσε να στερηθεί το δικαίωμα να ασκήσει ξανά αξίωμα.