Στη Χάγη η Κύπρος για τις τουρκικές παραβιάσεις στην ΑΟΖ
Το ενδεχόμενο προσφυγής στο Διεθνές Δικαστήριο της Χάγης εξετάζει η Λευκωσία, ως ένα από τα μέτρα κατά των έκνομων ενεργειών της Τουρκίας σε βάρος της Κυπριακής Δημοκρατίας.
Σύμφωνα με τον «Φιλελεύθερου» Κύπρου, κατά τη χθεσινή συνεδρία του Εθνικού Συμβουλίου, η πολιτική ηγεσία πέραν των εξελίξεων στο Κυπριακό ενημερώθηκε και για ενέργειες που προβαίνει η κυπριακή κυβέρνηση προκειμένου να αντιμετωπίσει τις προκλήσεις της Τουρκίας.
Στη διάρκεια της συζήτησης, όπου το κεφάλαιο Τουρκία-Ερντογάν κυριάρχησαν, υπήρξε πρόταση από πλευράς του προέδρου της ΕΔΕΚ για το ενδεχόμενο προσφυγής στη Χάγη. Αυτό ήταν περίπου το μήνυμα που έλαβε ο Μαρίνος Σιζόπουλος από τον Πρόεδρο της Ελλάδας, Προκόπη Παυλόπουλο, κατά την τελευταία τους συνάντηση στην Αθήνα. Όπως αναφέρουν οι πληροφορίες της κυπριακής εφημερίδας, παίρνοντας τον λόγο ο υπουργός Εξωτερικών, Νίκος Χριστοδουλίδης, ανέφερε στην πολιτική ηγεσία πως ήδη έχουν ξεκινήσει οι σχετικές διαδικασίες.
Οι κινήσεις αυτές έρχονται να προστεθούν σε καταγγελίες που είχαν γίνει προς την κατεύθυνση της Ευρωπαϊκής Ένωσης και προς το Συμβούλιο Ασφαλείας των Ηνωμένων Εθνών.
Ο Νίκος Χριστοδουλίδης είχε επίσης τηλεφωνική επικοινωνία με τον υπουργό Εξωτερικών της Ελλάδας, ο οποίος και τον ενημέρωσε για τη συνάντηση του Κυριάκου Μητσοτάκη με τον Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν. Αυτό που φαίνεται να βγαίνει από τη συνάντηση στο Λονδίνο και το οποίο ανησυχεί ιδιαίτερα τόσο την Αθήνα όσο και τη Λευκωσία είναι πως έχουν να κάνουν με έναν Τούρκο πρόεδρο ο οποίος είναι πλέον ανεξέλεγκτος.
Όσον αφορά το Κυπριακό, ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας ενημέρωσε τους πολιτικούς ηγέτες για τη συνάντηση που είχε στο Βερολίνο με τον Γενικό Γραμματέα των Ηνωμένων Εθνών και τον ηγέτη των Τουρκοκυπρίων, Μουσταφά Ακιντζί. Αξιοσημείωτο το γεγονός ότι η πολιτική ηγεσία, μετά από μεγάλο χρονικό διάστημα, επέλεξε να μην προβεί σε δηλώσεις μετά τη συνεδρία του Εθνικού Συμβουλίου. Ενδεχομένως γιατί δεν είχαν και πολλά να πουν για τα όσα άκουσαν.
Ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας, Νίκος Αναστασιάδης, ενημέρωσε ενδελεχώς τα μέλη του Εθνικού Συμβουλίου για τα αποτελέσματα της συνάντησής του στο Βερολίνο με τον ΓΓ του ΟΗΕ, Αντόνιο Γκουτέρες, και τον Τουρκοκύπριο ηγέτη, Μουσταφά Ακιντζί,
επαναλαμβάνοντας την ειλικρινή βούληση, αλλά και αποφασιστικότητα της ελληνοκυπριακής πλευράς για άμεση επανέναρξη του διαλόγου στη βάση της επιδιωκόμενης λύσης που είναι η διζωνική, δικοινοτική ομοσπονδία, δήλωσε μετά τη συνεδρία του Εθνικού ο αναπληρωτής κυβερνητικός κπρόσωπος, Παναγιώτης Σεντώνας.
«Η συνάντηση (του Εθνικού) διεξήχθη σε ένα πολύ εποικοδομητικό κλίμα. Κατά τη διάρκειά της ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας ενημέρωσε ενδελεχώς τα μέλη του Εθνικού Συμβουλίου για τα διαμειφθέντα, αλλά και τα αποτελέσματα των συναντήσεων που είχε στο Βερολίνο τόσο κατ’ ιδίαν με τον ΓΓ όσο και με τον ΓΓ και τον κ. Ακιντζί», είπε ο κ. Σεντώνας. Πρόσθεσε πως ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας επανέλαβε, ως είχε μεταφέρει και στις συναντήσεις αυτές, «την ειλικρινή βούληση αλλά και αποφασιστικότητα της δικής μας πλευράς για άμεση επανέναρξη των διαπραγματεύσεων, του διαλόγου, στη βάση της επιδιωκόμενης βάσης λύσης που είναι η διζωνική, δικοινοτική ομοσπονδία». «Αυτό που επιδιώκουμε είναι να διασφαλίσουμε πως η λύση θα πρέπει να έχει διάρκεια, να είναι βιώσιμη και λειτουργική, με ένα κράτος πλήρως ανεξάρτητο μακριά από εγγυήσεις και ξένα στρατεύματα», είπε ο κ. Σεντώνας.
Θέση του Προέδρου Αναστασιάδη, όπως καταγράφηκε στον χαιρετισμό του για την Ημέρα των Ηνωμένων Εθνών, είναι πως στο Βερολίνο έγινε ένα πρώτο θετικό βήμα όσον αφορά την προσπάθεια επανέναρξης του διαλόγου. Είπε «ότι μέσω των καλών υπηρεσιών του Γενικού Γραμματέα και κυρίως μέσα από την απαραίτητη εποικοδομητική στάση των δύο πλευρών, είναι δυνατόν να επιτύχουμε μία δίκαιη, βιώσιμη και λειτουργική λύση».
Μια λύση, σημείωσε, η οποία θα είναι σε πλήρη συμμόρφωση με τις αξίες και τις αρχές τόσο του Χάρτη των Ηνωμένων Εθνών όσο και του Κοινοτικού Κεκτημένου και απολύτως συμβατή με την ιδιότητά μας ως κράτος μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης, και η οποία θα λειτουργεί προς όφελος ολόκληρου του κυπριακού λαού, Ελληνοκυπρίων και Τουρκοκυπρίων. Επίσης θα δικαιώνει τις προσδοκίες της ελληνοκυπριακής κοινότητας και θα σέβεται την ίδια στιγμή τις ευαισθησίες των Τουρκοκυπρίων, διασφαλίζοντας πως το νέο καθεστώς θα είναι πλήρως απαλλαγμένο από αναχρονιστικές εγγυήσεις και παρουσία ξένων στρατευμάτων.