Πώς μπορεί ο ΣΥΡΙΖΑ – ΠΣ να κερδίσει τις επόμενες εκλογές;
Οι επόμενες εκλογές δεν θα είναι «περίπατος» για τη νεοφιλελεύθερη ΝΔ, όπως βαυκαλίζεται να πιστεύει το επιτελείο της. Το αντίθετο μάλιστα, μπορεί να αποδειχθούν σημείο στρατηγικής ήττας, ειδικά υπό τη σκιά που έχει δημιουργήσει η αποτυχία στη διαχείριση της πανδημίας. Πρέπει όμως οι πολιτικοί της αντίπαλοι να κάνουν ορισμένα απλά πράγματα.
Ειδικά για το ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ η ευθύνη είναι τεράστια. Γιατί αποτελεί το μεγαλύτερο κόμμα της αντιπολίτευσης και γιατί, αντικειμενικά, μόνον οι δικές του πολιτικές πρωτοβουλίες μπορούν να πυροδοτήσουν σοβαρές δυναμικές στην πολιτική σκηνή με βάση τους σημερινούς συσχετισμούς.Ο ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ λοιπόν πρέπει να κινηθεί αποφασιστικά σε τέσσερα, ταυτόχρονα, πεδία.
*Το πρώτο πεδίο: Χρειάζεται να αποκτήσει προγραμματική σαφήνεια και συγκεκριμένες αιχμές. Να εξάγει από το «προγραμματικό πλαίσιο» που επικύρωσε πριν λίγες μέρες στην προγραμματική του συνδιάσκεψη πέντε μεγάλες κεντρικές ιδέες που θα γίνουν σημεία αναφοράς για την κοινωνική πλειοψηφία.
Ιδέες που να ανταποκρίνονται στις ατομικές προσδοκίες κάθε πολίτη. Ιδέες καινούργιες, ρηξικέλευθες και ρεαλιστικές που πρέπει να απαντούν στη νεοφιλελεύθερη αντεπανάσταση της ΝΔ. Ιδιωτικό χρέος και πτωχευτικός Κώδικας, Ασφαλιστικό και συντάξεις, χρόνος – συνθήκες – αμοιβές εργασίας, ανοικτή προσβασιμότητα στην Εκπαίδευση, οικονομική ασφάλεια και ανάπτυξη είναι αντικείμενα για τα οποία η συντριπτική πλειοψηφία της κοινωνίας περιμένει σαφέστατες, χειροπιαστές και κατανοητές προτάσεις και, προφανώς, συγκεκριμένες δεσμεύσεις εφαρμογής.
Μόνο αν καταφέρει να διατυπώσει σαφείς ιδέες – προτάσεις, προτάσεις που θα γίνουν στοιχεία της ταυτότητάς του και θα αποτελούν τα νέα του «τοπόσημα», θα μπορέσει να ενεργοποιήσει το ενδιαφέρον της κοινωνίας πάνω στο προγραμματικό του πλαίσιο. Σε κάθε άλλη περίπτωση, το πρόγραμμα θα είναι ένα άψυχο κείμενο χωρίς κοινωνικό υποκείμενο. Και το ενδιαφέρον της κοινωνίας μικρό.
*Το δεύτερο πεδίο: Χρειάζεται να αυξήσει την αντιπολιτευτική του ένταση στο κέντρο της πολιτικής σκηνής.
Να θέσει ο ίδιος, παραδείγματος χάριν, θέμα εκλογών και να μην αφήσει την ΝΔ να έχει την απόλυτη πρωτοβουλία των κινήσεων σε αυτό το ζήτημα. Άλλωστε, δεν μπορείς να ισχυρίζεσαι – και σωστά – ότι η Κυβέρνηση της ΝΔ διαλύει τη χώρα (στην εργασία, στην ασφάλιση, στη διαχείριση της πανδημίας, στο σύστημα υγείας, στην εκπαίδευση, στο πτωχευτικό ζήτημα, κλπ) και να μη τίθεται θέμα εκλογών, ακριβώς για τη διάσωση της κοινωνίας και των κατακτήσεών της. Η αντίφαση τείνει να γίνει εκρηκτική και πλήττει την αξιοπιστία της αντιπολίτευσης, καθόσον η πολιτική «ώριμου φρούτου» είναι μια παθητική πολιτική που σπέρνει απογοήτευση και δίνει χώρο και χρόνο στην κυβέρνηση να σταθεροποιεί τις θέσεις της.
Να κινηθεί, ακόμα ένα παράδειγμα, με μεγαλύτερη αποφασιστικότητα απέναντι σε περιπτώσεις Υπουργών (η Λ. Μενδώνη στο ΥΠΠΟ είναι η πλέον χαρακτηριστική περίπτωση) που καθημερινά σχεδόν διαπράττουν αδικήματα παράβασης καθήκοντος και ενώ έχουν εξευτελίσει κάθε διαδικασία κοινοβουλευτικού ελέγχου. Ενδεικτικά τα παραδείγματα, θα μπορούσαμε να φέρουμε πολλά ανάλογα.
*Το τρίτο πεδίο: Χρειάζεται να προστατέψει τη στρατηγική επιλογή της απλής αναλογικής. Να πάρει από σήμερα μια ολιστική πολιτική πρωτοβουλία προς όλες τις προοδευτικές δυνάμεις της χώρας για μια νέα δημοκρατική Κυβέρνηση ειδικού σκοπού, στη βάση συγκεκριμένων μίνιμουμ προγραμματικών δεσμεύσεων. Να μην αφήσει την πρωτοβουλία των κινήσεων για παράκαμψη της απλής αναλογικής στον Μητσοτάκη. Να επιδιώξει με ανοιχτές πολιτικές πρωτοβουλίες ώστε να σχηματιστεί Κυβέρνηση από την απλή αναλογική και να είναι μια κυβέρνηση μίνιμουμ προοδευτικού προγράμματος.
Η πρωτοβουλία αυτή πρέπει να λάβει χαρακτήρα κοινωνικής παρέμβασης. Δεν μπορεί να είναι μόνο πρωτοβουλία κορυφής, πρέπει να έχει χαρακτηριστικά βάσης και να κινητοποιήσει το σύνολο των δημοκρατικών πολιτών οποιασδήποτε προέλευσης σε ένα πρόγραμμα προστασίας της κοινωνίας από τον ιό του ακραίου μητσοτακισμού.
*Τέλος, το τέταρτο, αλλά κρισιμότατο πεδίο: Χρειάζεται να επιχειρήσει μία «πολιτιστική επανάσταση» μέσα στο κόμμα. Μια κομματική «βαθεία τομή». Στην κατεύθυνση αυτή θα πρέπει να επεξεργαστεί πολιτικές ολικής ανανέωσης του στελεχιακού δυναμικού, πολιτικές απο-επαγγελματοποίησης του κομματικού μηχανισμού του, πολιτικές μαζικής αυτοοργάνωσης από τα κάτω και ανοικτής πολιτικής διαβούλευσης σε κοινωνικούς χώρους όπως η Αυτοδιοίκηση και τα κινήματα της πόλης, τα Συνδικάτα και οι νέες μορφές εργατικών συλλογικοτήτων, ο επαγγελματικός – εμπορικός κόσμος της μικρής και μεσαίας επιχειρηματικότητας, ο χώρος του Πολιτισμού και τα εκατοντάδες δίκτυα – κολλεκτίβες που συγκροτούνται καθημερινά.
Ο ΣΥΡΙΖΑ πρέπει δημιουργήσει ένα δεύτερο κύμα μαζικής κοινωνικής διεύρυνσης και, ταυτόχρονα, να φτιάξει μια δυναμική σχέση με τα πρωτοπόρα κοινωνικά στρώματα που νιώθουν αποξενωμένα από τις «κομματικές λειτουργίες» κάθε είδους.
Μόνο αν δημιουργήσει ένα νέο μαζικό ενδιαφέρον για την πολιτική και το «συλλογικό» μπορεί να έχει ελπίδες ότι θα αντιστρέψει την τάση δομικού ατομικισμού που κυριαρχεί ιδεολογικά και ψυχολογικά σήμερα και στον οποίο στηρίζεται η ΝΔ.
Τέσσερα πεδία, τέσσερις προκλήσεις. Στο χέρι μας είναι είτε να ιππεύσουμε τις ραγδαίες κοινωνικές εξελίξεις που έρχονται, είτε να τις αφήσουμε να μας ιππεύσουν αυτές…